Η Κίνα κάλεσε τις ΗΠΑ να ανακαλέσουν άμεσα τη «λανθασμένη απόφαση» να πουλήσουν στην Ταϊβάν οπλισμό αξίας 1,42 δισεκ. δολαρίων, λέγοντας ότι αντιβαίνει στη «συναίνεση» που πέτυχε ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ με τον εταίρο του Ντόναλντ Τραμπ στις συνομιλίες του Απριλίου στη Φλόριντα.
Η Ταϊβάν είναι ένα αναφαίρετο τμήμα της Κίνας και οι πωλήσεις όπλων από τις ΗΠΑ στην Ταϊβάν παραβιάζουν τη διεθνή νομοθεσία καθώς και τους βασικούς κανόνες διεθνών σχέσεων, δήλωσε σήμερα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Λου Κανγκ, σε τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων.
Οι πωλήσεις αυτές θα έστελναν ένα εντελώς λανθασμένο μήνυμα στις δυνάμεις «ανεξαρτησίας της Ταϊβάν», ανέφερε σε ανακοίνωση η κινεζική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών δήλωσε χθες ότι η κυβέρνηση είχε ενημερώσει το Κογκρέσο για επτά προτεινόμενες πωλήσεις στην Ταϊβάν, τις πρώτες υπό την διακυβέρνηση του Τραμπ.
«Η κινεζική κυβέρνηση και ο κινεζικός λαός έχουν κάθε δικαίωμα να είναι εξοργισμένοι», ανέφερε η πρεσβεία.
Η Κίνα θεωρεί την αυτοδιοικούμενη Ταϊβάν μια δύστροπη επαρχία και ποτέ δεν αποκήρυξε τη χρήση βίας για να τη φέρει υπό έλεγχο. Οι Εθνικιστές της Κίνας κατέφυγαν στο νησί αφού έχασαν τον εμφύλιο πόλεμο με τους Κομμουνιστές της Κίνας το 1949. Οι ΗΠΑ είναι ο μοναδικός προμηθευτής όπλων στην Ταϊβάν.
«Η λανθασμένη κίνηση από την αμερικανική πλευρά αντιβαίνει στη συναίνεση που επιτεύχθηκε από τους δύο προέδρους και τη θετική αναπτυξιακή δυναμική των σινοαμερικανικών σχέσεων», ανέφερε η πρεσβεία.
Το κινεζικό υπουργείο Άμυνας ανέφερε ότι η Ταϊβάν είναι «το πιο σημαντικό, το πιο ευαίσθητο βασικό θέμα στις σινοαμερικανικές σχέσεις», προειδοποιώντας τις ΗΠΑ να σταματήσουν τέτοιου είδους πωλήσεις για να αποφευχθεί περαιτέρω πλήγμα στην ειρήνη και τη σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν.
Το προτεινόμενο αμερικανικό πακέτο για την Ταϊβάν περιλαμβάνει τεχνική υποστήριξη για ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης, πυραύλους που εντοπίζουν και πλήττουν σημεία εκπομπής σημάτων ραντάρ, τορπίλες και εξαρτήματα πυραύλων.
Η σχέση του Πεκίνου με την Ταϊβάν έχει ψυχρανθεί από τότε που η πρόεδρος Τσάι Ινγκ-γουέν ανέλαβε πέρυσι την εξουσία στην Ταϊπέι. Η Τσάι ηγείται ενός κόμματος που τάσσεται υπέρ την ανεξαρτησίας και αρνείται να αναγνωρίσει την πολιτική της «Μίας Κίνας». Το γραφείο της Τσάι ανακοίνωσε σήμερα ότι οι σχεδιαζόμενες πωλήσεις αυξάνουν την εμπιστοσύνη στην Ταϊβάν και την ικανότητά της να διατηρεί την ειρήνη και την ασφάλεια στο Στενό της Ταϊβάν.
Ερωτηθείς για τις πωλήσεις όπλων σε εκδήλωση χθες αργά στην Ουάσιγκτον, ο Κινέζος πρέσβης Τσούι Τιανκάι δήλωσε ότι οι ΗΠΑ είναι «αδιόρθωτες» σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν, ανέφερε η Λαϊκή Ημερησία, η επίσημη εφημερίδα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, στην ιστοσελίδα της.
«Αλλά θα πρέπει να συνεχίσουμε να (τους) δίνουμε οδηγίες και να συνεχίσουμε να προωθούμε στη σωστή τροχιά τις σινοαμερικανικές σχέσεις διότι αυτό είναι που πραγματικά εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα και των δύο χωρών», δήλωσε ο Τσούι σύμφωνα με την εφημερίδα.
Οι πωλήσεις, που απαιτούν την έγκριση του Κογκρέσου, θα είναι οι πρώτες από το εξοπλιστικό πακέτο ύψους 1,83 δισεκ. δολαρίων που ανακοίνωσε ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα τον Δεκέμβριο του 2015, επίσης προς απογοήτευση της Κίνας.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters, AFP, Xinhua