Ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε βρίσκεται σε εξαιρετικά δεινή θέση μετά την αποκάλυψη ότι θεσμοθέτησε αμφιλεγόμενες φοροαπαλλαγές ύψους 1,4 δισ. ευρώ ετησίως για μεγάλες ξένες εταιρείες, παρά τις αντίθετες συστάσεις του Υπουργείου Οικονομικών. Ο Ρούτε εκλήθη χθες στη Βουλή να εξηγήσει πώς έλαβε την απόφαση αυτή, μετά τη δημοσίευση εμπιστευτικών εκθέσεων που περιγράφουν τις επαφές της κυβέρνησης με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Unilever και λομπίστες της Shell.
Μέχρι αυτήν τη στιγμή ο φιλελεύθερος Ρούτε δήλωνε ότι δεν γνώριζε ή δεν θυμόταν την επίμαχη έκθεση του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία όμως δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα. Στην έκθεση αυτή, η αρμόδια υπηρεσία εκτιμά ότι η κατάργηση του φόρου 15% επί των μερισμάτων «δεν παίζει καθοριστικό ρόλο» για την ελκυστικότητα της Ολλανδίας ως επενδυτικού προορισμού. Οι πολιτικές συνέπειες της υπόθεσης είναι δύσκολο να εκτιμηθούν, καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν αποκλείουν την κατάθεση πρότασης μομφής.
«Το θέμα δεν είναι πια οι εκθέσεις, αλλά το αν μπορεί κάποιος να εμπιστευθεί τον Μαρκ Ρούτε ως πρωθυπουργό» είπε ο επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Πράσινη Αριστερά, Γιέσι Κλάβερ. «Ο ισχυρισμός ότι δεν το γνωρίζαμε και δεν το διαβάσαμε δεν ευσταθεί» πρόσθεσε.
Δημοσιογραφικά αιτήματα, με βάση τον νόμο περί κυβερνητικής διαφάνειας, αποκάλυψαν ότι οι εκθέσεις πράγματι υπήρχαν. Εν συνεχεία, ο Ρούτε υποστήριξε ότι δεν μπορούν να δοθούν στη δημοσιότητα γιατί είναι εμπιστευτικές, ενώ το βράδυ της Τρίτης υπέκυψε στις πιέσεις, δημοσιεύοντας 12 εκθέσεις, συνολικής έκτασης 50 σελίδων, στις οποίες περιγράφεται η διαδικασία λήψης της απόφασης, που διήρκεσε μήνες.
Στα έγγραφα αποτυπώνεται η αρνητική αρχική εισήγηση, που σταδιακά άλλαξε, με θετική εισήγηση από τον τότε υφυπουργό και νυν υπουργό Οικονομικών Έρικ Βίμπες, ο οποίος είχε συναντηθεί για το θέμα με τον CEO της Unilever Πολ Πόλμαν.
Πηγή: Reuters