Σύνταξη – Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Ο κορυφαίος απεσταλμένος της Ουάσιγκτον στην Κίνα είπε ότι οι δύο δυνάμεις είναι πιθανό να παραμείνουν «συστημικοί αντίπαλοι» για την επόμενη δεκαετία καθώς παλεύουν για τις διαφορές τους και ανταγωνίζονται σε τομείς όπως οι εξοπλισμοί και η τεχνολογία. Μιλώντας σε ένα online σεμινάριο την Παρασκευή, ο Nicholas Burns χαρακτήρισε τον εντεινόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας «αρκετά βαθύ», που εκτείνεται σε τομείς όπως η ασφάλεια και ο στρατός.
Ο Burns είπε στο σεμινάριο, που διοργάνωσε το think tank East – West Center, ότι οι ΗΠΑ ήταν από καιρό μια δύναμη του Ειρηνικού – ιδιαίτερα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – αλλά τώρα «υπάρχει ένας ανταγωνισμός σε εξέλιξη για στρατιωτική ισχύ και στρατιωτική επιρροή».
Το Πεκίνο ανακοίνωσε πρόσφατα αύξηση 7,2% φέτος για τις αμυντικές δαπάνες της Κίνας, τις δεύτερες υψηλότερες στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ, καθώς η χώρα συνεχίζει την επί δεκαετίες αποστολή της να εκσυγχρονίσει και να μεταμορφώσει τον στρατό της.
«Η τεχνολογία βρίσκεται στο επίκεντρο της μάχης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, με ανταγωνισμούς που κυμαίνονται από την τεχνητή νοημοσύνη έως τη μηχανική μάθηση, τις κβαντικές επιστήμες και τη βιοτεχνολογία», πρόσθεσε ο πρέσβης. «Αυτά τα πράγματα θα διαμορφώσουν την παγκόσμια οικονομία αλλά και θα οδηγήσουν σε νέες στρατιωτικές τεχνολογίες που θα καθορίζουν την ισορροπία δυνάμεων στο μέλλον».
Ο Burns συμπλήρωσε ότι η κυβέρνηση Biden ενήργησε «με μεγάλη αίσθηση σκοπού» περιορίζοντας την πρόσβαση της Κίνας σε προηγμένη αμερικανική τεχνολογία και ημιαγωγούς για χρήση στην τεχνητή νοημοσύνη, μεταξύ άλλων. Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Wang Yi πάντως επέκρινε την περασμένη εβδομάδα τις ΗΠΑ για την καταστολή της Κίνας. Οι περιορισμοί της Ουάσιγκτον που σχετίζονται με την τεχνολογία είχαν φτάσει σε «υψηλά επίπεδα ανεξιχνίαστου παραλογισμού», είπε.
Όμως ο Burns ανταπέδωσε την Παρασκευή, επισημαίνοντας στο κοινό του ότι η Κίνα έχει παρόμοιες πολιτικές που περιορίζουν την εξαγωγή ορισμένων «βασικών» τεχνολογιών για να προστατεύσει τα συμφέροντά της εθνικής ασφάλειας της. Αφού οι σχέσεις Κίνας – ΗΠΑ επιδεινώθηκαν δραματικά τα τελευταία δύο χρόνια, σε μια σειρά ζητημάτων, από τα ανθρώπινα δικαιώματα μέχρι την επίσκεψη της τότε προέδρου της Βουλής Nancy Pelosi στην Ταϊβάν και ένα (υποτιθέμενο) κινεζικό κατασκοπευτικό αερόστατο, οι δύο πλευρές προσπάθησαν πρόσφατα να βελτιώσουν τους δεσμούς και να αποκαταστήσουν τις δεσμεύσεις υψηλού επιπέδου.
Ο πρέσβης των ΗΠΑ είπε ότι η συνάντηση του Νοεμβρίου μεταξύ του προέδρου Joe Biden και του Κινέζου ομολόγου του Xi Jinping οδήγησε σε μια «σχετικά πιο σταθερή σχέση». Νωρίτερα, ο κορυφαίος διπλωμάτης της Κίνας Wang δήλωσε ότι υπήρξαν «ορισμένες βελτιώσεις» στους δεσμούς μετά τη συνάντηση. Ο Burns πρόσθεσε ότι η άποψη της Ουάσιγκτον για τη σύνοδο κορυφής Xi – Biden ήταν πως αυτή ήταν «πολύ παραγωγική».
«Δεν έλυσε πολλές από τις εκκρεμείς διαφορές σε μεγάλα ζητήματα, αλλά επιβεβαίωσε την κρίση και των δύο χωρών ότι είμαστε ανταγωνιστές. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε συνεχή επικοινωνία», είπε.
«Αυτή η σχέση παραμένει άκρως ανταγωνιστική. Πολύ πιθανόν να είμαστε συστημικοί αντίπαλοι την επόμενη δεκαετία. Είναι πολύ σημαντικό να διαχειριζόμαστε τις διαφορές μεταξύ μας με υπευθυνότητα».
Κατά τη διάρκεια του ωριαίου σεμιναρίου, ο πρέσβης των ΗΠΑ απέρριψε επίσης το αφήγημα ότι η Κίνα ανεβαίνει ενώ οι ΗΠΑ βρίσκονται σε παρακμή, επικαλούμενος τις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις της χώρας του και τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας και πληθωρισμού.
«Οι ΗΠΑ είναι επίσης ηγέτης στην τεχνολογία και την εκπαίδευση, ενώ οι συμμαχίες τους στην περιοχή Ινδο – Ειρηνικού έχουν ενισχυθεί, μεταξύ άλλων με τις Φιλιππίνες», σημείωσε.
«Δεν συμφωνούμε με εκείνους στην κινεζική ηγεσία που λένε ότι η Ανατολή ανεβαίνει και η Δύση παρακμάζει. Δεν βλέπουμε έτσι τη θέση ισχύος μας στον Ινδο – Ειρηνικό», είπε.
«Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε πτωτική πορεία. Ενισχύουμε τη θέση μας τόσο στρατηγικά και στρατιωτικά όσο και οικονομικά», ισχυρίστηκε. Ερωτηθείς για τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, ο Burns είπε ότι οι ΗΠΑ «ανησυχούν πολύ για την καταναγκαστική πίεση» που η Κίνα προσπαθεί να ασκήσει στις Φιλιππίνες, τονίζοντας ότι οι αξιώσεις του Πεκίνου για τη βραχονησίδα Second Thomas Shoal «δεν έχει βάση στο διεθνές δίκαιο».
Οι εντάσεις παραμένουν υψηλές στην – πλούσια σε πόρους υδάτινη οδό – την οποία η Κίνα διεκδικεί σχεδόν στο σύνολό της, με μια σειρά πρόσφατων συγκρούσεων μεταξύ φιλιππινέζικων και κινεζικών εμπορικών πλοίων. Η διαμάχη έχει φέρει τη Μανίλα πιο κοντά στις ΗΠΑ, με τον Πρόεδρο των Φιλιππίνων Ferdinand Marcos Jnr να συναντά τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Antony Blinken την περασμένη εβδομάδα.
«Θέλουμε να δούμε προφανώς να επικρατεί ειρήνη και θέλουμε να δούμε την Κίνα να παραιτείται από τις προκλητικές της ενέργειες. Ελπίζουμε πολύ ότι η περιοχή θα είναι πιο ήσυχη τους επόμενους μήνες, αλλά ήμαστε πολύ αποφασιστικοί και πολύ σαφείς σχετικά με την υποστήριξή μας προς τις Φιλιππίνες», κατέληξε ο Burns.