Οι 24 από τους 34 μεταλλωρύχους οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους από πυρά αστυνομικών τον περασμένο μήνα στα επεισόδια στο μεταλλείο λευκόχρυσου της Λονμίν στην Μαρικάνα —τα πιο αιματηρά μετά το τέλος του καθεστώτος του απαρτχάιντ— κηδεύτηκαν χθες, ενώ άλλοι δύο κηδεύονται σήμερα.

Οι απεργοί μεταλλωρύχοι που έπεσαν νεκροί από τα καταιγιστικά πυρά ανδρών της αστυνομίας την 16η Αυγούστου κηδεύτηκαν σε διάφορες περιοχές της Νότιας Αφρικής, σύμφωνα με ανακοίνωση της κυβέρνησης.

Στο μεταξύ συνήγοροι έστειλαν μια επιστολή στον πρόεδρο Τζέικομπ Ζούμα με την οποία αξίωσαν την απελευθέρωση των 270 εργαζόμενων σε βάρος των οποίων ασκήθηκαν διώξεις για τους φόνους των συναδέλφων τους βάσει του νόμου περί “κοινού σκοπού”, που είχε θεσπιστεί επί απαρτχάιντ.

Όμως ανακοίνωση του γραφείου του Ζούμα ανέφερε ότι «ο πρόεδρος δεν μπορεί να συναινέσει στο αίτημα».

Ο πρόεδρος δεν θα παρέμβει στο έργο της δικαιοσύνης, η οποία είναι ανεξάρτητη, ή «οποιαδήποτε διαδικασία, περιλαμβανομένων των διώξεων των προσώπων που σχετίζονται με την τραγωδία», σύμφωνα με την ανακοίνωση, που υπενθύμισε ότι ο Ζούμα συνέστησε μια επιτροπή για να ερευνήσει το επεισόδιο.

Η επόμενη δικάσιμος έχει οριστεί για την 6η Σεπτεμβρίου. Στην πλειονότητά τους οι μεταλλωρύχοι που σκοτώθηκαν κατάγονταν από την επαρχία του Ανατολικού Ακρωτηρίου. Ανάμεσα στις τελετές που έγιναν ήταν μια στο χωριό Εμντουμαζούλου στην οποία κηδεύτηκε ένας 48χρονος μεταλλωρύχος και η 79χρονη μητέρα του, η οποία κατέρρευσε όταν είδε πώς έχασε τη ζωή του. Χιλιάδες άνθρωποι —συγγενείς, συνάδελφοι, φίλοι, απλοί πολίτες— παρευρέθηκαν στην κηδεία αυτή.

Συνολικά 44 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους στην διάρκεια της απεργίας στο μεταλλείο στην Μαρικάνα, με κεντρικό αίτημα καλύτερους μισθούς, που διανύει πλέον την τέταρτη εβδομάδα της.

Η απόφαση της πολιτικής αγωγής να κατηγορήσει για φόνους τους 270 μεταλλωρύχους που επέζησαν από τη σφαγή αντιμετωπίστηκε με οργή. Ο υπουργός Δικαιοσύνης της Νότιας Αφρικής, Τζεφ Ραντέμπε, απαίτησε εξηγήσεις από τις εισαγγελικές αρχές.

Η απόφαση της εισαγγελίας «προκάλεσε (. . .) σοκ, πανικό και σύγχυση στην κοινωνία της Νότιας Αφρικής. Επιβάλλεται να επιδιώξω την αποσαφήνιση της βάσης πάνω στην οποία ελήφθη μια τέτοια απόφαση”, δήλωσε ο Ραντέμπε.

Ο νόμος περί “κοινού σκοπού” είχε χρησιμοποιηθεί από το ρατσιστικό καθεστώς ώστε να διώκονται όσοι μάχονταν για ισότητα.

Οι συνομιλίες ανάμεσα στους εργαζόμενους, τα αντίπαλα συνδικάτα και την διεύθυνση της επιχείρησης αναβλήθηκε για αύριο, αφού οι διαπραγματεύσεις με κυβερνητική διαμεσολάβηση που διήρκεσαν δύο ημέρες δεν τελεσφόρησαν.

Στο μεταξύ, 12.000 χρυσωρύχοι της εταιρείας Gold Fields, η οποία είναι εισηγμένη στα χρηματιστήρια του Γιοχάνεσμπουργκ και της Νέας Υόρκης και παράγει 3,5 εκατ. ουγκιές χρυσού το χρόνο, άρχισαν απεργιακή κινητοποίηση.

Και σε αυτή την περίπτωση, η απεργία οφείλεται εν μέρει σε διαφωνίες μεταξύ συνδικαλιστών, σύμφωνα με έναν εκπρόσωπο της επιχείρησης.

Επιμέλεια: Πέτρος Σιδερέας