Ο αριθμός των παιδιών που χρησιμοποιούνται από την τζιχαντιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ για επιθέσεις καμικάζι αυξήθηκε ραγδαία, ενώ οι στρατοί των χωρών της περιοχής της λίμνης Τσαντ (της Νιγηρίας, του Νίγηρα, του Καμερούν και του Τσαντ) συνεχίζουν να κρατούν πολλά φυλακισμένα για να τους αποσπάσουν πληροφορίες, τονίζει το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για την Παιδική Ηλικία (η UNICEF) σε έκθεσή του, η οποία δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
«Ο αριθμός των παιδιών που χρησιμοποιήθηκαν σε επιθέσεις ως βομβιστές-καμικάζι στη σύγκρουση στην περιοχή της λίμνης Τσαντ ανήλθε σε 27 το πρώτο τρίμηνο του 2017, από εννέα την αντίστοιχη περίοδο της περασμένης χρονιάς» σημειώνεται στην έκθεση. Το 2016 συνολικά 30 παιδιά -τα περισσότερα κορίτσια- χρησιμοποιήθηκαν ως βομβιστές και βομβίστριες καμικάζι, για να διαπραχθούν επιθέσεις, προστίθεται.
«Αυτή είναι η χειρότερη δυνατή χρήση παιδιών σε συρράξεις» τόνισε η Μαρί-Πιερ Πουαριέ, διευθύντρια της UNICEF για την περιοχή της δυτικής και κεντρικής Αφρικής, την ώρα που η Νιγηρία ετοιμάζεται να τιμήσει την τρίτη επέτειο της απαγωγής των μαθητριών στο Τσιμπόκ.
Τον Απρίλιο του 2014 περίπου 200 μαθήτριες απήχθησαν από μέλη της τζιχαντιστικής οργάνωσης, γεγονός που προκάλεσε παγκόσμια κατακραυγή. Οι μαζικές απαγωγές παιδιών, γυναικών και ανδρών στα χωριά εναντίον των οποίων εξαπολύει επιθέσεις η Μπόκο Χαράμ είναι ιδιαίτερα συχνές. Κατόπιν, πολλά από τα παιδιά που απάγονται αναγκάζονται να πολεμούν στις τάξεις της οργάνωσης.
Μέχρι σήμερα 117 παιδιά έχουν χρησιμοποιηθεί για να διαπραχθούν βομβιστικές επιθέσεις στη Νιγηρία, στο Τσαντ, στον Νίγηρα και στο Καμερούν από το 2014: τέσσερα το 2014, 56 το 2015, 30 το 2016 και 27 μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2017.
Παιδιά, έφηβοι και έφηβες, αλλά και γυναίκες με νεογέννητα στα χέρια αναγκάστηκαν να διαπράξουν τέτοιες επιθέσεις από την οργάνωση.
Η UNICEF εξέφρασε την έντονη ανησυχία της για τα παιδιά που έχουν αιχμαλωτίσει οι ένοπλες δυνάμεις των τεσσάρων χωρών. Το 2016 βρίσκονταν υπό κράτηση «περίπου 1.500».
«Κρατούνται μέσα σε στρατώνες, χωρισμένα από τα γονείς τους, χωρίς ιατρική παρακολούθηση, χωρίς ψυχολογική υποστήριξη, χωρίς να τους προσφέρεται μόρφωση, υπό άσχημες συνθήκες και για χρονικές περιόδους που αγνοούμε» επισήμανε ο Πάτρικ Ρόουζ, περιφερειακός συντονιστής του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για την Παιδική Ηλικία. «Ανακρίνονται» από τις στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών για να τους αποσπαστούν στοιχεία «για το τι είδαν».
Πέρυσι η Διεθνής Αμνηστία είχε επίσης καταγγείλει τις «φρικτές» συνθήκες κράτησης, με τα πρόσωπα που τελούν υπό κράτηση να πάσχουν «από ασθένειες», να είναι αντιμέτωπα με «πείνα, αφυδάτωση και τραυματισμούς από σφαίρες». Κατά την οργάνωση, 149 άνθρωποι, ανάμεσά τους 11 παιδιά μικρότερα των έξι ετών, πέθαναν στο στρατόπεδο Γκίουα στο Μαϊντουγκούρι (πολιτεία Μπόρνο, βορειοανατολική Νιγηρία) μεταξύ του Ιανουαρίου και του Μαΐου του 2016.
Τη Μ. Δευτέρα η κυβέρνηση της Νιγηρίας ανακοίνωσε ότι αποφυλακίστηκαν 600 άνθρωποι, ανάμεσά τους 200 παιδιά, μια χειρονομία που για τις ανθρωπιστικές οργανώσεις φέρνει την «ελπίδα» για την καλύτερη επανένταξη των ανθρώπων που υπήρξαν όμηροι της Μπόκο Χαράμ.
Η εξέγερση της Μπόκο Χαράμ και οι επιχειρήσεις για την καταστολή της έχουν στοιχίσει από το 2009 τη ζωή σε περισσότερους από 20.000 ανθρώπους, ενώ οι εκτοπισμένοι εξαιτίας της σύρραξης, η οποία σταδιακά εξαπλώθηκε και στις γειτονικές χώρες, υπολογίζεται πως ξεπερνούν τα 2,6 εκατομμύρια.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ