Οι στρατιωτικές μονάδες είναι παρατεταγμένες γύρω από τα σύνορα της Γάζας και η ηγεσία του ισραηλινού στρατού δηλώνει πως είναι έτοιμη να διατάξει τη χερσαία εισβολή ακόμη και σήμερα Παρασκευή 27 Οκτωβρίου. Ωστόσο, οι Ισραηλινοί πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες είναι διχασμένοι ως προς το πώς θα πρέπει να διεξαχθεί μια τέτοια εισβολή, ως προς το πότε θα πρέπει να πραγματοποιηθεί, ακόμη και ως προς το αν θα πρέπει ή όχι να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο της εισβολής.

Όλα αυτά ομολογούνται από 7 ανώτατους αξιωματικούς του ισραηλινού στρατού και 3 Ισραηλινούς αξιωματούχους της πολιτικής ηγεσίας που έχουν μιλήσει με τους New York Times. Κάποιοι από αυτούς επισημαίνουν ότι η αργοπορία ή η αναβλητικότητα στοχεύει στο να προσφέρει περισσότερο χρόνο στους διαπραγματευτές οι οποίοι προσπαθούν να διασφαλίσουν την απελευθέρωση ορισμένων από τους περισσότερους από 200 ομήρους που κρατούνται από τη Χαμάς και άλλες ένοπλες παλαιστινιακές ομάδες εδώ και 21 ημέρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ωστόσο, η ισραηλινή ηγεσία η οποία δεσμεύτηκε να απαντήσει άμεσα στη Χαμάς για τη σφαγή των αμάχων κατά την εισβολή της 7ης Οκτωβρίου, πρέπει να συμφωνήσουν μεταξύ τους πώς θα το κάνουν αυτό με δεδομένο ότι η στρατιωτική ηγεσία είναι έτοιμη να ανταποκριθεί ανά πάσα στιγμή. Κάποιοι από αυτούς τους Ισραηλινούς ηγέτες ανησυχούν για το ενδεχόμενο η εισβολή να οδηγήσει τον ισραηλινό στρατό σε έναν «βάλτο» από τον οποίο δεν θα μπορεί να βγει και ο οποίος δεν θα είναι άλλος από τη μάχη σε πολεοδομικό περιβάλλον στο εσωτερικό της Γάζας.

Άλλοι φοβούνται πως αυτή η σύγκρουση θα προσλάβει ευρύτερες διαστάσεις με τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου ως σύμμαχο της Χαμάς να εκτοξεύει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς κατά των ισραηλινών πόλεων.

Στην ισραηλινή ηγεσία διαφωνούν επίσης για το αν θα πρέπει αυτή η εισβολή να διεξαχθεί υπό τη μορφή μιας μεγάλης και ογκώδους επιχείρησης ή για το αν θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με πολλές μικρότερες επιχειρήσεις. Τέλος, ένα ίσως από τα σημαντικότερα ερωτήματα που τίθενται και που προκαλούν διαφωνίες στην ισραηλινή ηγεσία είναι το ποιος θα κυβερνήσει τη Γάζα από τη στιγμή που το Ισραήλ θα διασφαλίσει τον έλεγχό της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Υπάρχει ένα κυβερνητικό σχήμα με διαφορετικές γνώμες», δήλωσε ο Ντάνι Ντάνον, ανώτερος κοινοβουλευτικός αξιωματούχος του κόμματος Λικούντ που ως γνωστόν είναι το κυβερνών κόμμα του Μπενιαμίν Νετανιάχου.

«Κάποιοι υποστηρίζουν πως πρέπει να αρχίσουμε την εισβολή και στη συνέχεια να σκεφτούμε για το επόμενο στάδιο», προσθέτει ο κ. Ντάνον ο οποίο συμμετέχει στην επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων και άμυνας του ισραηλινού Κοινοβουλίου.

«Ναι αλλά βλέπετε είμαστε πολιτικοί ηγέτες, οφείλουμε να τοποθετήσουμε τους στόχους και αυτοί οι στόχοι θα πρέπει να είναι ξεκάθαροι», λέει ο Ντάνον και προσθέτει «οι στόχοι αυτοί επ’ ουδενί, δεν πρέπει να είναι ομιχλώδεις».

Δείτε Live εικόνα από το μέτωπο

 

 

 

Αμέσως μετά την 7η Οκτωβρίου, η κυβέρνηση κάλεσε περίπου 360.000 εφέδρους και ανέπτυξε πολλούς από αυτούς στα σύνορα με τη Γάζα. Ανώτεροι αξιωματούχοι μιλούσαν εξαρχής για άμεση στρατιωτική εισβολή για την εξουδετέρωση της Χαμάς αυξάνοντας τις προσδοκίες για μια επικείμενη χερσαία επιχείρηση.

Αλλά σχεδόν τρεις εβδομάδες αργότερα, η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν έχει δώσει ακόμη το πράσινο φως, αν και ο στρατός ισχυρίζεται ότι έχει πραγματοποιήσει μερικές σύντομης διάρκειας καταδρομές πέρα από τα σύνορα, στο εσωτερικό της Γάζας και ότι θα πραγματοποιήσει ακόμη περισσότερες τις επόμενες ημέρες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες προέτρεψαν το Ισραήλ να μην βιαστεί να πραγματοποιήσει χερσαία εισβολή, παρ’ όλο που δεσμεύεται να υποστηρίξει πλήρως τον σύμμαχό του, αλλά και εκτιμήσεις εσωτερικών παραγόντων έπαιξαν ρόλο στην καθυστέρηση. Πέρα από τους ομήρους, υπάρχει ανησυχία για τον τελικό απολογισμό ως προς τις απώλειες από μία τέτοια επιχείρηση και αβεβαιότητα για το τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει η καταστροφή της Χαμάς, ενός κοινωνικού κινήματος καθώς και μιας στρατιωτικής δύναμης που είναι βαθιά ενσωματωμένη στην κοινωνία της Γάζας και άρα διαδραματίζει και ρόλο ανώτατης διοίκησης.

Όταν ρωτήθηκε ποιοι είναι οι στρατιωτικοί στόχοι της επιχείρησης, ένας Ισραηλινός στρατιωτικός εκπρόσωπος είπε ότι στόχος ήταν η «διάλυση της Χαμάς». Πώς θα αντιληφθεί άραγε ο ισραηλινός στρατός ότι έχει πετύχει αυτόν τον στόχο; «Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα και δεν νομίζω ότι έχω την ικανότητα αυτή τη στιγμή να το απαντήσω», είπε ο στρατιωτικός εκπρόσωπος, ο αντισυνταγματάρχης Ρίτσαρντ Χεχτ, σε ενημέρωση δημοσιογράφων μια εβδομάδα μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου.

Μια από τις κυρίαρχες ανησυχίες αφορά στην τύχη των ομήρων και τις διαπραγματεύσεις, με τη διαμεσολάβηση του Κατάρ, ώστε να εξασφαλιστεί η απελευθέρωση τουλάχιστον μερικών από αυτούς. Σύμφωνα με Ισραηλινό αξιωματούχο, τρεις ανώτερους στρατιωτικούς και έναν ανώτερο ξένο διπλωμάτη που γνωρίζει το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων, η ισραηλινή κυβέρνηση επιδιώκει να αφήσει περισσότερο χρόνο για να προχωρήσουν αυτές οι συνομιλίες πάντα με την ελπίδα ότι θα εξασφαλίσει την απελευθέρωση κάποιων αιχμαλωτισμένων γυναικών και παιδιών.

Για το ζήτημα αυτό διαπιστώνεται πως υπάρχουν μικρές εσωτερικές διαφωνίες. Για το εάν δηλαδή σχετικά θα δοθεί ένα μικρό χρονικό διάστημα επιπλέον για περαιτέρω διαπραγματεύσεις. Ωστόσο διαπιστώνεται μια διαφωνία μεταξύ των στρατιωτικών και τμημάτων της κυβέρνησης Νετανιάχου σχετικά με το τι πρέπει να γίνει εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν.

Η στρατιωτική ηγεσία έχει ήδη ολοκληρώσει ένα σχέδιο εισβολής, αλλά ο Νετανιάχου έχει εξοργίσει ανώτερους αξιωματικούς αρνούμενος να το υπογράψει — εν μέρει επειδή θέλει ομόφωνη έγκριση από τα μέλη του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου που σχημάτισε μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου όπως διαβεβαιώνουν δύο κυβερνητικά στελέχη που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου και τα οποία μίλησαν υπό τον όρο της διατήρησης της ανωνυμίας τους με τους New York Times.

Οι αναλυτές πιστεύουν ότι ο κ. Νετανιάχου είναι εξαιρετικά επιφυλακτικός και δεν δέχεται να επωμισθεί προσωπικά και μόνον αυτός το βάρος της απόφασης με το να δώσει μονομερώς το πράσινο φως για την χερσαία εισβολή. Γνωρίζει ότι η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο πρόσωπό του έχει αναστραφεί και φοβάται ότι θα κληθεί να πληρώσει αυτός το τίμημα και μάλιστα εξ ολοκλήρου εάν η επιχείρηση αποτύχει.

«Όλες οι ενδείξεις δείχνουν πώς ο Νετανιάχου θα προσπαθήσει να αγκιστρωθεί στην εξουσία και να παραμείνει στο τιμόνι», δηλώνει ο Yohanan Plesner, πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας του Ισραήλ, μιας ερευνητικής ομάδας με έδρα την Ιερουσαλήμ.

Το πολιτικό γραφείο του κ. Νετανιάχου αρνήθηκε να σχολιάσει αυτό το άρθρο όταν οι συντάκτες το έθεσαν υπόψη του. Οι σύμβουλοι του Ισραηλινού πρωθυπουργού αρκέστηκαν να παραπέμψουν σε μια ομιλία που έκανε ο πρωθυπουργός το βράδυ της Τετάρτης που μας πέρασε και κατά την διάρκεια της οποίας υποσχέθηκε να καταστρέψει τη Χαμάς, χωρίς βέβαια να περιγράψει τη μέθοδο ή το χρονοδιάγραμμα μιας τέτοιας επιχείρησης.

«Έχουμε θέσει δύο στόχους για αυτόν τον πόλεμο: Να εξαλείψουμε τη Χαμάς καταστρέφοντας τις στρατιωτικές και κυβερνητικές της δυνατότητες και να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να φέρουμε τους αιχμαλώτους μας στο σπίτι», είπε ο Νετανιάχου.

Και πρόσθεσε: «Ετοιμαζόμαστε για μία χερσαία εισβολή. Δεν θα διευκρινίσω το πότε, πώς, ούτε θα αναφερθώ στις γενικές εκτιμήσεις που λαμβάνουμε υπόψη, οι περισσότερες από τις οποίες είναι άγνωστες στο κοινό».

Αυτή η ασάφεια φαίνεται να αντικατοπτρίζει τις διαφωνίες στο υπουργικό συμβούλιο σχετικά με το αν θα επιτραπεί μια πλήρης εισβολή στη Γάζα, η οποία θα μπορούσε να βυθίσει τα χερσαία στρατεύματα σε τρομακτική μάχη εντός αστικού περιβάλλοντος ενάντια σε χιλιάδες μαχητές της Χαμάς που κρύβονται μέσα σε ένα δίκτυο σηράγγων, μήκους εκατοντάδων μιλίων, σκαμμένες βαθιά κάτω από την πόλη της Γάζας.

Αντίθετα, οι υπουργοί εξετάζουν επίσης ένα λιγότερο φιλόδοξο σχέδιο που περιλαμβάνει αρκετές πιο περιορισμένες εισβολές-καταδρομές που στοχεύουν ένα μικρό τμήμα του θύλακα κάθε φορά.

Στη στρατιωτική ηγεσία κυριαρχεί η ανησυχία ότι οι στόχοι του Ισραήλ θα είναι ασαφείς εάν ο κ. Νετανιάχου τηρήσει την υπόσχεσή του την περασμένη Τετάρτη να επιδιώξει ταυτόχρονα την απελευθέρωση όλων των ομήρων και να καταστρέψει τη Χαμάς. Ο πρώτος στόχος απαιτεί διαπραγμάτευση και συμφωνία με την ηγεσία της Χαμάς, ενώ ο δεύτερος απαιτεί τον αφανισμό της – μια δύσκολη ισορροπία για να επιτευχθεί, δήλωσαν δύο ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι.

Άλλη μία ένδειξη εσωτερικού διχασμού αφορά τον υπουργό Άμυνας, Yoav Gallant, ο οποίος εύστοχα δεν αναφέρθηκε στη διάσωση των ομήρων ως έναν από τους στρατιωτικούς στόχους του Ισραήλ.

Η αμοιβαία καχυποψία μεταξύ του στρατού και του πρωθυπουργού είναι τόσο βαθιά που οι κυβερνητικοί παράγοντες έχουν απαγορεύσει στον στρατό να φέρει εξοπλισμό καταγραφής συνομιλιών στις συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου, όπως χαρακτηριστικά αποκαλύπτουν δύο κυβερνητικοί παράγοντες που ήταν παρόντες σε αυτές τις συνεδριάσεις. Η κίνηση αυτή ερμηνεύεται ως προσπάθεια περιορισμού του όγκου των αποδεικτικών στοιχείων που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν σε μια μελλοντική εθνική έρευνα για το τι ακριβώς συνέβη την 7η Οκτωβρίου μετά βέβαια τον πόλεμο.

Ο Νετανιάχου εμφανίζεται ασυνήθιστα απομονωμένος μετά την επίθεση της Χαμάς. Το κλίμα επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο από τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων που δείχνουν την κατάρρευση της δημοφιλίας του αλλά και από κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον του για την χαοτική ηγεσία του κατά την διάρκεια του χρόνου που μας η οποία και ευθύνεται για την καταστροφική αποτυχία του εθνικού συστήματος ασφάλειας του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου.

Ελάχιστα μέλη της κυβέρνησης Νετανιάχου τον εμπιστεύονται ανεπιφύλακτα. Απλά οι περισσότεροι συμφωνούν πως ο έλεγχος για τα λάθη της κυβέρνησης πρέπει να περιμένει μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος.

«Το λέω με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο: είναι σαφές για μένα ότι ο Νετανιάχου και ολόκληρη η κυβέρνηση του Ισραήλ και όλοι όσοι βρίσκονται υπό την εποπτεία της φέρουν την ευθύνη για αυτό που συνέβη», δηλώνει ξεκάθαρα ένας υπουργός της από το κόμμα του κ. Νετανιάχου, ο Μίκι Ζοχάρ, ο οποίος είπε σε ραδιοφωνικό σταθμό την Πέμπτη. «Αυτό είναι ξεκάθαρο και για τον Νετανιάχου. Ότι φέρει κι αυτός ευθύνη».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης