Τουλάχιστον πέντε στρατιωτικοί σκοτώθηκαν και άλλοι τέσσερις τραυματίστηκαν χθες Τρίτη στη νότια Υεμένη, σε επίθεση για την οποία δεν έχει υπάρξει ανάληψη της ευθύνης σε αυτό το στάδιο, ανακοίνωσε εκπρόσωπος των τοπικών δυνάμεων.
Η επίθεση έγινε τα ξημερώματα στην περιοχή Ουάντι Ομράν, στην επαρχία Αμπιάν, ανέφερε ο Μοχάμεντ αλ Νακίμπ, εκπρόσωπος του Μεταβατικού Συμβουλίου του Νότου (ΜΣΝ, αυτονομιστές).
Είχε στόχο δυνάμεις «επιφορτισμένες με την αντιμετώπιση της Αλ Κάιντα» στην περιοχή, πρόσθεσε. Στην επίθεση, διευκρίνισε, χρησιμοποιήθηκαν βαριά όπλα, ιδίως ολμοβόλα και εκτοξευτήρες οπλοβομβίδων.
Οι δράστες παρεισέφρησαν στη ζώνη από τη γειτονική επαρχία Αλ Μπάιντα, συμπλήρωσε.
Ο Νακίμπ πάντως δεν ξεκαθάρισε ποιος θεωρεί πως ευθυνόταν για την επίθεση και δεν έχει υπάρξει ανάληψη της ευθύνης μέχρι στιγμής.
Στην περιοχή διαπράττονται συχνά επιθέσεις μαχητών που ορκίζονται πίστη στην Αλ Κάιντα.
Τον Ιούνιο, δύο στρατιώτες σκοτώθηκαν και άλλοι τραυματίστηκαν σε επίθεση της Αλ Κάιντα σε θέση του στρατού στην πετρελαιοπαραγωγική επαρχία Σάμπουα (νότια).
Από το 2014, στην Υεμένη μαίνεται πόλεμος ανάμεσα στη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, που υποστηρίζεται από τη Σαουδική Αραβία και συμμάχους της, και τους σιίτες αντάρτες Χούθι, που πρόσκεινται στο Ιράν. Η ένοπλη σύρραξη έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους κι έχει προκαλέσει μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο.
Το χάος του πολέμου εκμεταλλεύονται τζιχαντιστικές οργανώσεις, ιδίως η Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο (ΑΚΑΧ), που οι αρχές των ΗΠΑ θεωρούν τον πιο ενεργό και επικίνδυνο βραχίονα του δικτύου.
Ωστόσο οι επιθέσεις αυτής της οργάνωσης, όπως και οι εχθροπραξίες ανάμεσα στους αντάρτες και τα κυβερνητικά στρατεύματα, έχουν αποκλιμακωθεί τελευταία.
Ανώτερο στέλεχος της ΑΚΑΧ, ο Χαμάντ Χαμούντ αλ Ταμίμι, φέρεται να σκοτώθηκε στα τέλη Φεβρουαρίου στο νότιο τμήμα της χώρας σε πλήγμα UAV, πιθανόν αμερικανικού.
Η Υεμένη, η φτωχότερη χώρα του αραβικού κόσμου, βιώνει εύθραυστη ηρεμία από τον Απρίλιο του 2022, χάρη στην εκεχειρία που συμφωνήθηκε με μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών και συνεχίζει να τηρείται σε γενικές γραμμές, παρότι η ισχύς της τυπικά εξέπνευσε στα τέλη της περασμένης χρονιάς.