Με τις αποκαλύψεις του πρώην πράκτορα της CIA Έντουαρντ Σνόουντεν να κάνουν τον γύρο του κόσμου καταδεικνύοντας ότι οι ΗΠΑ είχαν στήσει ένα τεραστίων διαστάσεων διεθνές δίκτυο παρακολούθησης των επικοινωνιών εκατομμυρίων ανθρώπων, ένα πειραματικό πρόγραμμα που παρουσιάστηκε στην ετήσια Θερινή Έκθεση των Επιστημών της Βασιλικής Εταιρείας της Βρετανίας αποκτά ξεχωριστή σημασία.
Πρόκειται για ένα καινοτόμο σύστημα, οι κατασκευαστές του οποίου υπόσχονται ότι στο εγγύς μέλλον θα «βάζει δύσκολα» σε κάθε επίδοξο χάκερ που επιθυμεί να προβεί σε υποκλοπή πληροφοριών μέσω Διαδικτύου. Η νέα αυτή τεχνολογία, που εκπονήθηκε από κοινού από την εταιρεία Toshiba και το Εργαστήριο Ερευνών του βρετανικού Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, χρησιμοποιεί τους βασικούς κανόνες της κβαντικής φυσικής προκειμένου να εντοπίσει πιθανές παραβιάσεις ασφαλείας και κατόπιν να προειδοποιήσει τους χρήστες της.
Το σύστημα λειτουργεί ως εξής: κωδικοποιημένα φωτόνια στέλνονται, μαζί με τις πληροφορίες ή τα δεδομένα, μέσα στο καλώδιο οπτικών ινών. Αυτά τα μόρια βρίσκονται, σύμφωνα με τους κανόνες της κβαντοφυσικής, σε κατάσταση υπερθέσης (superposition state), άρα υπόκεινται στον βασικό κανόνα πως «μια μέτρηση διαταράσσει το σύστημα».
Κατά συνέπεια, μια οποιαδήποτε έξωθεν απόπειρα να παρεισφρήσει κάποιος μέσα στα καλώδια οπτικών ινών θα διαταράξει τα μόρια και θα εκληφθεί ως «διατάραξη του συστήματος», προκαλώντας το αυτόματο κλείσιμο του συστήματος, χωρίς ο επίδοξος εισβολέας να καταφέρει να πάρει τις πληροφορίες που θέλει.
«Με το νέο αυτό σύστημα είναι αδύνατο να διαταραχθούν τα μόρια χωρίς να αλλάξει ο κώδικας, κάτι που αυτομάτως ενεργοποιεί τον συναγερμό και εγγυάται την ασφάλεια των πληροφοριών μας» τονίζει ο δρ Άντριου Σιλντς, διευθύνων σύμβουλος της Toshiba Research Europe, προσθέτοντας πως «πλέον, με την τεχνική αυτή, οι χρήστες θα είναι σε θέση να στέλνουν μηνύματα συνομιλιών (chat) ο ένας στον άλλον και να πραγματοποιούν βίντεο-συνεδρίες χωρίς να ανησυχούν για τυχόν υποκλοπή των ανταλλασσόμενων δεδομένων».
Η τεχνολογία αυτή, που βρίσκεται ακόμη σε ερευνητικό στάδιο, αναμένεται να εφαρμοστεί σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές στα επόμενα τρία χρόνια.
Επιμέλεια: Μάριος Μπουμπής