Η παραλλαγή του SARS-CoV-2 που κυριαρχεί σήμερα στον κόσμο μολύνει πιο εύκολα τα κύτταρα από αυτή που είχε εμφανιστεί αρχικά στην Κίνα, κάτι το οποίο την καθιστά ίσως πιο μολυσματική μεταξύ των ανθρώπων, αν και αυτό δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί, σύμφωνα με μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε χθες Πέμπτη στην επιθεώρηση Cell.
«Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν ένας άνθρωπος αντεπεξέρχεται λιγότερο καλά σε αυτή ή όχι» σχολίασε ο
«Φαίνεται ότι ο ιός αναπαράγεται καλύτερα και μπορεί να είναι πιο μεταδοτικός, αλλά ακόμη βρισκόμαστε στο στάδιο δοκιμών για να το επιβεβαιώσουμε. Υπάρχουν πολύ καλοί γενετιστές για τους ιούς που εργάζονται πάνω σε αυτό» σημείωσε.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, αφού εμφανίστηκε στην Κίνα και έφτασε στην Ευρώπη, μια παραλλαγή του SARS-CoV-2, ο οποίος διαρκώς μεταλλάσσεται, όπως συμβαίνει με όλους τους ιούς, έγινε η κυρίαρχη και αυτή η ευρωπαϊκή παραλλαγή είναι που εγκαταστάθηκε στη συνέχεια στις ΗΠΑ. Η εν λόγω μετάλλαξη, η οποία ονομάστηκε D614G, αφορά μόνον ένα γράμμα του DNA του ιού σε ένα σημείο που ελέγχει την αιχμή με την οποία διεισδύει στα ανθρώπινα κύτταρα.
Οι γενετικές μεταλλάξεις του νέου κορωνοϊού ερευνώνται σε όλον τον κόσμο από τους επιστήμονες, οι οποίοι τις δημοσιοποιούν για να τις μοιραστούν με άλλους σε μια διεθνή βάση δεδομένων, την GISAID, η οποία αποτελεί έναν θησαυρό 30.000 γενετικών αλληλουχιών μέχρι σήμερα.
Ωστόσο αυτός ο ισχυρισμός των επιστημόνων επικρίθηκε, καθώς η ομάδα που τον διατύπωσε δεν απέδειξε ότι η επιτυχία της μετάλλαξης ήταν η αιτία της επικράτησής της, αφού υπάρχει το ενδεχόμενο να επωφελήθηκε από άλλους παράγοντες ή αυτό να έγινε τυχαία. Οι επιστήμονες έκαναν ως εκ τούτου επιπλέον εργασίες και πειράματα κατόπιν αιτήματος κυρίως των εκδοτών της επιθεώρησης Cell.
«Η παραλλαγή μας»
Επιπροσθέτως εργαστηριακά πειράματα έδειξαν ότι η παραλλαγή αυτή ήταν τρεις φορές πιο ικανή να μολύνει ανθρώπινα κύτταρα.
«Φαίνεται πιθανό ότι πρόκειται για έναν πιο ικανό ιό» δήλωσε η Έρικα Όλμαν Ζαφάιρ, η οποία πραγματοποίησε ένα από τα πειράματα αυτά στο La Jolla Institute for Immunology.
Ωστόσο όλα αυτά αποτελούν ακόμη «πιθανότητες»: ένα εργαστηριακό πείραμα δεν μπορεί να αναπαραγάγει την πραγματική δυναμική μιας πανδημίας.
Το πιο ακριβές συμπέρασμα είναι επομένως ότι, αν και ο νέος κορωνοϊός που κυκλοφορεί σήμερα είναι αναμφισβήτητα πιο «μολυσματικός», δεν είναι απαραιτήτως πιο «μεταδοτικός» μεταξύ των ανθρώπων.
Σε κάθε περίπτωση, γράφουν ο Νέιθαν Γκράμπο του Πανεπιστημίου Yale και οι συνάδελφοί του σε ξεχωριστό άρθρο, «η παραλλαγή αυτή είναι πλέον η κυρίαρχη της πανδημίας».
«Η D614G δεν αναμένεται να αλλάξει τίποτε όσον αφορά τα περιοριστικά μας μέτρα ούτε να επιδεινώσει τις μεμονωμένες λοιμώξεις» συνεχίζει ο Γκράμπο.
«Παρακολουθούμε το επιστημονικό έργο σε πραγματικό χρόνο. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ανακάλυψη που αφορά δυνάμει εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά μέχρι στιγμής αγνοούμε τον τελικό της αντίκτυπο. Βρήκαμε αυτόν τον ιό πριν από έξι μήνες και ακόμη μαθαίνουμε πολλά πράγματα» κατέληξε.
Πηγή: ΑΠΕ