Ένας Ιάπωνας δημοσιογράφος που συνελήφθη την ώρα που κάλυπτε τις διαδηλώσεις στη Μιανμάρ κατά του πραξικοπήματος πρόκειται να απελαθεί, ανακοίνωσε σήμερα το Τόκιο, αφού αποσύρθηκαν οι κατηγορίες εναντίον του σε μια διπλωματική κίνηση.
Ο Γιούκι Κιταζούμι, ένας ανεξάρτητος δημοσιογράφος, συνελήφθη στα μέσα Απριλίου και κρατείται στη φυλακή Ινσέιν της Μιανμάρ, όπου κρατούνται πολιτικοί κρατούμενοι.
Ο Ιάπωνας υπουργός Εξωτερικών Τοσιμίτσου Μοτέγκι επιβεβαίωσε ότι θα απελαθεί στην Ιαπωνία σήμερα.
Χθες Πέμπτη το κρατικό ραδιόφωνο της Μιανμάρ MRTV είχε μεταδώσει ότι οι κατηγορίες εναντίον του Κιτζούμι θα αποσυρθούν.
«Αν και παραβίασε τη νομοθεσία, προκειμένου να συμφιλιωθούμε με την Ιαπωνία και να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας, οι κατηγορίες εναντίον του θα αποσυρθούν και θα αφεθεί ελεύθερος βάσει του αιτήματος της Ιαπωνίας» επισήμανε το MRTV.
Προηγούμενη έρευνα έδειξε ότι ο Κιταζούμι είχε «στηρίξει τις διαδηλώσεις», πρόσθεσε το μέσο αυτό.
80 δημοσιογράφοι έχουν συλληφθεί
Ο Κιταζούμι κρατείται από τις 18 Απριλίου. Πρόκειται για τη δεύτερη φορά που συλλαμβάνεται μετά το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου. Τον Φεβρουάριο είχε χτυπηθεί και συλληφθεί για μικρό χρονικό διάστημα στη διάρκεια επέμβασης της μονάδας αντιμετώπισης ταραχών της αστυνομίας εναντίον διαδηλωτών.
Στις αρχές Μαρτίου τού είχαν απαγγελθεί κατηγορίες από τη χούντα για διασπορά «ψευδών ειδήσεων», όπως μετέδωσε το ιαπωνικό πρακτορείο Kyodo.
Πρόκειται για έναν από τους τουλάχιστον 80 δημοσιογράφους που έχουν συλληφθεί στη Μιανμάρ στο πλαίσιο της καταστολής που διεξάγεται μετά το πραξικόπημα.
Ένας Πολωνός φωτογράφος είχε συλληφθεί τον Μάρτιο όταν κάλυπτε διαδήλωση όμως αφέθηκε ελεύθερος και απελάθηκε έπειτα από σχεδόν δύο εβδομάδες κράτησης.
Την Τετάρτη ένας δημοσιογράφος του ανεξάρτητου μέσου DVB, ο Μιν Νίο, καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση, την ανώτατη ποινή, για μετάδοση ψευδών ειδήσεων.
Χθες Πέμπτη το απόγευμα ο Κο Αούνγκ Κιάου Οο, πρώην ρεπόρτερ της Tomorrow Journal, συνελήφθη σε τεϊοπωλείο στη Γεναντσάουνγκ στην επαρχία Μαγκάου, επιβεβαίωσε ο γιος του.
«Δεν γνωρίζουμε γιατί συνελήφθη, δεν μας έδωσαν καμία εξήγηση» κατήγγειλε.
Σαράντα πέντε δημοσιογράφοι και φωτογράφοι εξακολουθούν να κρατούνται στη Μιανμάρ, σύμφωνα με την οργάνωση Reporting ASEAN.
Στρατιωτικός νόμος
Στο μεταξύ η χούντα στη Μιανμάρ κήρυξε στρατιωτικό νόμο σε πόλη του κρατιδίου Τσιν, αφού κατηγόρησε «ένοπλους τρομοκράτες» για επιθέσεις εναντίον ενός αστυνομικού τμήματος και μιας τράπεζας, όπως μετέδωσαν σήμερα κρατικά μέσα ενημέρωσης, καθώς εντείνονται οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και ένοπλων, εθνοτικών οργανώσεων σε περιοχές της μεθορίου.
Την Τετάρτη και την Πέμπτη στην πόλη Μιντάτ περίπου 100 άτομα χρησιμοποίησαν αυτοσχέδια όπλα για να επιτεθούν σε ένα αστυνομικό τμήμα, ενώ περίπου 50 από αυτούς επιτέθηκαν στη Myanmar Economic Bank, μετέδωσε το Myanmar News Agency.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι δυνάμεις ασφαλείας απώθησαν την επίθεση χωρίς να υποστούν απώλειες.
Αργότερα ένα έγγραφο το οποίο ανέφερε ότι επιβάλλεται στρατιωτικός νόμος στην πόλη αυτή, που βρίσκεται στο κρατίδιο Τσιν, στη μεθόριο με την Ινδία, αυτή δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Global New Light of Myanmar.
Ωστόσο άλλο έγγραφο το οποίο αναρτήθηκε από τοπικά μέσα ενημέρωσης σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανέφερε ότι είναι άκυρη η κήρυξη στρατιωτικού νόμου.
Επίσης πρόσθεσε ότι οι συγκρούσεις ξέσπασαν όταν ο στρατός αθέτησε την υπόσχεσή του να αφήσει ελεύθερους επτά πολίτες που είχαν συλληφθεί στη διάρκεια πρόσφατων διαδηλώσεων.
Η χούντα δυσκολεύεται να τηρήσει την τάξη καθώς ξεσπούν σχεδόν καθημερινά διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις της Μιανμάρ.
Σε μια ακόμη ένδειξη του εντεινόμενου κινήματος αμφισβήτησης του στρατιωτικού καθεστώτος, βίντεο που αναρτήθηκε σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνει φιλοδημορατικούς διαδηλωτές να φωνάζουν: «Πιστεύουμε ότι θα κερδίσουμε, πρέπει να κερδίσουμε, πρέπει να κερδίσουμε», καθώς πραγματοποιούσαν πορεία στην οικονομική πρωτεύουσα της χώρας Ρανγκούν σήμερα.
Τουλάχιστον 788 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων από τις δυνάμεις ασφαλείας, σύμφωνα με τοπική οργάνωση.
Κάποιοι αντίπαλοι του πραξικοπήματος έχουν αναζητήσει να λάβουν στρατιωτική εκπαίδευση από τους αντάρτες που μάχονται εναντίον της κυβέρνησης της Μιανμάρ επί δεκαετίες σε μεθοριακά κρατίδια.
Οι συγκρούσεις έχουν ενταθεί σε κάποιες από τις περιοχές αυτές μετά το πραξικόπημα με τις ένοπλες οργανώσεις εθνοτικών ομάδων να εντείνουν τις επιθέσεις τους, να καταλαμβάνουν θέσεις του στρατού και να καταρρίπτουν ένα στρατιωτικό ελικόπτερο.