Επτά Βιρμανοί στρατιώτες που καταδικάστηκαν το 2018 σε 10 χρόνια κάθειρξη για τη σφαγή μουσουλμάνων Ροχίνγκια αφέθηκαν νωρίτερα ελεύθεροι, ανακοίνωσαν οι Αρχές της Μιανμάρ.
Οι επτά στρατιώτες «δεν κρατούνται πια», ανακοίνωσε το βράδυ της Δευτέρας ο επικεφαλής της σωφρονιστικής υπηρεσίας Μιντ Σόε, αρνούμενος να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Ο στρατός της Μιανμάρ είχε ανακοινώσει τον Απρίλιο του 2018 την καταδίκη αυτών των επτά στρατιωτών από στρατοδικείο για τη σφαγή στο χωριό Ιν Ντιν.
Δύο δημοσιογράφοι του Reuters πέρασαν περισσότερες από 500 ημέρες στη φυλακή, προτού πάρουν χάρη πρόσφατα έπειτα από μήνες έντονων διεθνών πιέσεων στην κυβέρνηση της Αούνγκ Σαν Σου Κι, επειδή ακριβώς ερεύνησαν αυτήν τη σφαγή.
Στην έρευνά τους επικαλούνται βουδιστές χωρικούς οι οποίοι συμμετείχαν μαζί με τους στρατιώτες στη σφαγή 10 αιχμαλώτων στο χωριό αυτό στις 2 Σεπτεμβρίου 2017.
Οι δύο δημοσιογράφοι κατάφεραν να βρουν και φωτογραφίες από τη σφαγή, στις οποίες φαίνονται 10 άνδρες με τα χέρια δεμένα, γονατιστοί στο έδαφος και στη συνέχεια μέσα σε έναν μεγάλο λάκκο, καλυμμένοι με αίμα με εμφανείς πληγές. Ένας εξ αυτών είχε αποκεφαλιστεί.
Λίγες ημέρες μετά τη σύλληψη των δύο Βιρμανών δημοσιογράφων τον Δεκέμβριο του 2017, ο στρατός παραδέχθηκε ότι στρατιώτες και βουδιστές χωρικοί σκότωσαν εν ψυχρώ αιχμαλώτους Ροχίνγκια. Αυτή ήταν η πρώτη δημόσια παραδοχή των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν στη Μιανμάρ εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας, έπειτα από μήνες διαψεύσεων.
Η πρόωρη αποφυλάκιση των στρατιωτών συνδέεται με την απουσία προθυμίας των στρατιωτικών αρχών «να δουν οποιονδήποτε να λογοδοτεί» για την κρίση με τους Ροχίνγκια, αντέδρασε ο Φιλ Ρόμπερτσον της μη κυβερνητικής οργάνωσης Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Περισσότερα από 740.000 μέλη της μειονότητας των Ροχίνγκια εγκατέλειψαν τη Μιανμάρ το 2017 για να γλυτώσουν από τη βία των Βιρμανών στρατιωτών και των βουδιστικών πολιτοφυλακών. Αναζήτησαν καταφύγιο στο Μπανγκλαντές, όπου ζουν σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ