Κατηγορίες για διαφθορά απαγγέλθηκαν σε βάρος της πρώην ηγέτιδας της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία ανατράπηκε με πραξικόπημα και κατηγορείται τώρα από τη χούντα ότι δωροδοκήθηκε με περισσότερα από μισό εκατομμύριο δολάρια και 11 κιλά χρυσού.
Η Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία είχε βραβευθεί με το Νόμπελ Ειρήνης το 1991, συνελήφθη το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου και κρατείται έκτοτε κατ’ οίκον. Ήδη αντιμετωπίζει πολλές δικαστικές διώξεις για υποθέσεις που κυμαίνονται από παράνομη κατοχή συσκευών γουόκι-τόκι μέχρι την υποκίνηση ταραχών και την παραβίαση ενός νόμου περί κρατικών απορρήτων.
Η ίδια κατηγορείται επίσης πλέον ότι έλαβε παράνομα «600.000 δολάρια και 11 κιλά χρυσού από τον πρώην υπουργό αρμόδιο για την περιφέρεια της Ρανγκούν Φίο Μιν Τέιν», σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα της επίσημης εφημερίδας The Global New Light of Myanmar.
Η Αούνγκ Σαν Σου Κι κατηγορείται επίσης ότι καταχράσθηκε την εξουσία της για να μισθώσει με προνομιακούς όρους γη για το φιλανθρωπικό ίδρυμα Daw Khin Kyi, του οποίου ήταν πρόεδρος.
Η Αούνγκ Σαν Σου Κι «διέπραξε πράξεις διαφθοράς χρησιμοποιώντας τη θέση της. Κατά συνέπεια απαγγέλθηκαν σε βάρος της κατηγορίες βάσει του άρθρου 55 του νόμου κατά της διαφθοράς», διευκρινίζει η εφημερίδα.
«Οι κατηγορίες αυτές είναι παράλογες», κατήγγειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας από τους δικηγόρους της, ο Μονγκ Ζο. Ο στόχος είναι «να κρατηθεί μακριά από την πολιτική σκηνή της χώρας και να αμαυρωθεί η εικόνα της».
«Τα διαδοχικά στρατιωτικά καθεστώτα στη Μιανμάρ ήθελαν ανέκαθεν να φορέσουν στους αντιπάλους τους το καπέλο της διαφθοράς», δήλωσε από την πλευρά του ο Ρίτσαρντ Χόρσι, αναλυτής του κέντρου αναλύσεων International Crisis Group (ICG).
Αν κριθεί ένοχη, η 75χρονη Αούνγκ Σαν Σου Κι κινδυνεύει να της επιβληθούν απαγόρευση συμμετοχής στην πολιτική ζωή και ποινή πολυετούς φυλάκισης.