Η ηγέτης της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Τσι έφθασε την Πέμπτη στο δυτικό τμήμα της χώρας, για μια περιοδεία που δεν είχε ανακοινωθεί προηγουμένως, στην περιοχή όπου ο στρατός εξαπέλυσε στα τέλη Αυγούστου μια εκστρατεία καταστολής που εξανάγκασε πάνω από 600.000 μουσουλμάνους της μειονότητας Ροχίνγκια να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να προσφύγουν στο Μπανγκλαντές.
«Η σύμβουλος του κράτους (σ.σ. ο επίσημος τίτλος του αξιώματος της Αούνγκ Σαν Σου Τσι, που αντιστοιχεί σε αυτό της πρωθυπουργού) βρίσκεται τώρα στο Σίτσουι και θα μεταβεί στο Μάουντο και στο Μπουδιντάουν», δήλωσε κυβερνητικός εκπρόσωπος, αναφερόμενος σε περιοχές στο βόρειο τμήμα της επαρχίας Ραχίν, όπου ξέσπασε το κύμα της βίας που ο ΟΗΕ θεωρεί πως αποτελεί «εθνική εκκαθάριση».
Η κυβέρνηση, η οποία δεν είχε ανακοινώσει την επίσκεψη, δεν διευκρίνισε εάν η επικεφαλής της θα επισκεφθεί καμένα χωριά που έχουν εγκαταλειφθεί από τους Ροχίνγκια.
Αυτή είναι η πρώτη φορά που η νομπελίστρια ειρήνης, η οποία ανέλαβε την εξουσία στη Μιανμάρ τον Απρίλιο του 2016, επισκέπτεται την περιοχή αφότου ξέσπασε η κρίση.
Η Αούνγκ Σαν Σου Τσι επικρίνεται έντονα στο εξωτερικό διότι ελάχιστη συμπάθεια επέδειξε έναντι των Ροχίνγκια, της μειονότητας που υφίσταται έναν από τους πιο ανηλεείς διωγμούς στον κόσμο, σε μια χώρα όπου η κυρίαρχη ιδεολογία είναι ένα κράμα βουδισμού κι εθνικισμού.
Θα χρειαστεί να αναζητήσει έναν συμβιβασμό με τον στρατό, που παραμένει πανίσχυρος παρά την αυτοδιάλυση της στρατιωτικής χούντας το 2011, και μια κοινή γνώμη όπου κυριαρχούν ξενοφοβικά και αντιμουσουλμανικά αισθήματα.
Από το ξέσπασμα της κρίσης, ο ΟΗΕ ζητάει—μάταια—να σταματήσουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, να επιτραπεί η πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια στο δυτικό τμήμα της Μιανμάρ και να επιστρέψουν οι πρόσφυγες και οι εσωτερικά εκτοπισμένοι στις εστίες τους.
Στους καταυλισμούς των προσφύγων στο Μπανγκλαντές, οι αρχές και ΜΚΟ φοβούνται ότι η υγειονομική κατάσταση θα γίνει πολύ σύντομα καταστροφική. Ο υπερπληθυσμός και οι ανθυγιεινές συνθήκες αποτελούν εύφορο έδαφος για την εξάπλωση ασθενειών.
Οι Ροχίνγκια είναι ο μεγαλύτερος πληθυσμός απάτριδων του κόσμου αφότου η στρατιωτική χούντα τους αφαίρεσε τη βιρμανική υπηκοότητα, το 1982. Θύματα συστηματικών διακρίσεων, οι μειονοτικοί δεν μπορούν να ταξιδέψουν ούτε να παντρευτούν χωρίς άδεια των αρχών. Δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, ούτε σε δημόσιες υπηρεσίες όπως τα σχολεία ή τα νοσοκομεία.