Συγγενείς Κινέζων επιβατών του εξαφανισμένου Μπόινγκ της εταιρείας Malaysia Airlines άφησαν και πάλι να εκδηλωθεί η οργή τους συναντώντας σήμερα στο Πεκίνο Μαλαισιανούς εκπροσώπους και αστυνομικοί χρειάσθηκε να επέμβουν για να μην υπάρξουν σοβαρά επεισόδια.
Σκηνές με δάκρυα και ύβρεις σημειώθηκαν στη διάρκεια της συνάντησης σ’ ένα ξενοδοχείο της κινεζικής πρωτεύουσας, καθώς οι κινεζικές οικογένειες είναι σε μεγάλο βαθμό πεισμένες πως η Κουάλα Λουμπούρ τους κρύβει εξαρχής πληροφορίες.
«Κυβέρνηση της Μαλαισίας, πείτε την αλήθεια! Και δώστε μας πίσω τους δικούς μας!», φώναζαν οι συγγενείς.
«Η μαλαισιανή κυβέρνηση μας εξαπατά, δεν τολμάει να μας αντιμετωπίσει, η μαλαισιανή κυβέρνηση είναι ο χειρότερος των δολοφόνων», έλεγαν, έστω κι αν τίποτε δεν έχει αποκαλυφθεί που να στηρίζει το σενάριο μιας πολιτικής «συνωμοσίας» για να εξηγηθεί η εξαφάνιση του επιβατικού αεροπλάνου.
«Δεν αντέχουμε άλλο! Μας προτείνουν μόνο χρήματα για αποζημίωση για να φύγουμε, αλλά εμείς χάνουμε την οικογένειά μας», είπε μια γυναίκα. «Εδώ είμαστε στην Κίνα! Θα συνεχίσουμε να περιμένουμε και δεν θα φύγουμε»!
Απειλούμενοι από τους Κινέζους που βρίσκονταν στην αίθουσα, οι Μαλαισιανοί αξιωματούχοι εγκατέλειψαν βιαστικά το βήμα ενώ αστυνομικοί παρεμβλήθηκαν για να τους προστατεύσουν.
Υπήρχαν 153 Κινέζοι ανάμεσα στους 239 επιβαίνοντες στο Μπόινγκ 777 της Malaysia Airlines με προορισμό το Πεκίνο, το οποίο εξαφανίσθηκε στις 8 Μαρτίου από τα ραντάρ της πολιτικής αεροπορίας, μία ώρα μετά την απογείωσή του από την Κουάλα Λουμπούρ.
«Μας κοροϊδεύετε! Μας βασανίζετε!» φώναξε συγγενής επιβάτη
Οι έρευνες μπήκαν σήμερα στην τρίτη εβδομάδα. Αξιωματούχοι λένε πως ετοιμάζονται για έρευνες «μακράς διάρκειας». Συμμετέχουν σ’ αυτές 25 χώρες και ως τώρα δεν έχουν οδηγήσει παρά σε απογοητεύσεις και νέα ερωτήματα.
Η διεθνής ομάδα που αναζητεί την Πτήση MH370 στον απομακρυσμένο νότιο Ινδικό Ωκεανό επέστρεψε σήμερα στην περιοχή όπου νωρίτερα αυτή την εβδομάδα εντοπίσθηκαν αντικείμενα που μπορεί να είναι συντρίμμια του αεροπλάνου.
Έξι αεροσκάφη και δύο εμπορικά πλοία ερευνούν την περιοχή, αν και Αυστραλοί αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει ότι τα αντικείμενα, το ένα από τα οποία έχει μήκος μέχρι 24 μέτρα, μπορεί να μην σχετίζονται με το αγνοούμενο αεροπλάνο ή μπορεί να έχουν πλέον βυθισθεί.
Η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ινδία στέλνουν αεροπλάνα ενώ σκάφη του αυστραλιανού και του κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού καταπλέουν στην περιοχή, πάνω από 2.000 χλμ. νοτιοδυτικά του Περθ.
«Οι καιρικές συνθήκες στην περιοχή της έρευνας είναι καλές σήμερα, με ορατότητα 10 χιλιομέτρων», ανακοίνωσε ο Σαμ Κάρντγουελ της Αυστραλιανής Αρχής Ναυτιλιακής Ασφάλειας.
Τα αεροπλάνα πετούν σε χαμηλό ύψος και η παρατήρηση γίνεται δια γυμνού οφθαλμού.
«Η πιο αποτελεσματική διαδικασία σ’ αυτού του είδους τις επιχειρήσεις είναι να χρησιμοποιείς τα μάτια σου κι ένα ζευγάρι κιάλια», δήλωσε ο Όλαφ Σόλι, εκπρόσωπος της νορβηγικής εφοπλιστικής εταιρείας Hoegh Autoliners, ιδιοκτήτριας του ενός από τα εμπορικά πλοία, του St Petersburg, που συμμετέχουν στις έρευνες. «Οι παρατηρήσεις γίνονται από τη γέφυρα του πλοίου που βρίσκεται σε ύψος 25 μέτρων πάνω από το νερό, πράγμα που επιτρέπει να βλέπει κανείς καλά και μακριά», πρόσθεσε μιλώντας στο αυστραλιανό δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ABC.
Αεροσκάφη και πλοία ερευνούν επίσης και πάλι τη Θάλασσα Ανταμάν ανάμεσα στην Ινδία και την Ταϊλάνδη, επιστρέφοντες σε περιοχές που έχουν ήδη σαρωθεί εξαντλητικά στην προσπάθειά τους να βρουν κάποιο στοιχείο που θα τους επιτρέψει να λύσουν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της σύγχρονης αεροπορίας.
Η Μαλαισία υπογράμμισε πως καλωσορίζει «οποιαδήποτε βοήθεια για να συνεχίσει να ακολουθεί όλα τα αξιόπιστα ίχνη», δήλωσε χθες, Παρασκευή, ο Μαλαισιανός υπουργός Άμυνας Χισαμουντίν Χουσέιν, ο οποίος ασκεί επίσης χρέη υπουργού Μεταφορών.
Ο ίδιος δήλωσε πως οι ερευνητές βρίσκονται αντιμέτωποι με μια έρευνα «μακράς διάρκειας», αλλά συνειδητοποιούν πως ο χρόνος περνάει. Το «μαύρο κουτί» του αεροπλάνου που καταγράφει τις συνομιλίες στο κοκπίτ και τα στοιχεία της πτήσης, μεταδίδει ηλεκτρονικό σήμα για περίπου 30 ημέρες και στη συνέχεια οι μπαταρίες του εξαντλούνται. Έπειτα απ’ αυτό θα είναι πολύ πιο δύσκολο να εντοπισθεί.
Πηγή: ΑΠΕ