Κριτική μεταξύ άλλων προς την Ευρώπη, την καγκελάριο της Γερμανίας και το ΝΑΤΟ άσκησε και πάλι ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος επανέλαβε ότι η συμφωνία με την Ε.Ε. για τους πρόσφυγες εξαρτάται από την απελευθέρωση του καθεστώτος της βίζας, ενώ εξέφρασε την ικανοποίησή του για την επαναπροσέγγιση με τη Μόσχα και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναφοράς της θανατικής ποινής.

“Το ταξίδι στην Ρωσία ήταν πολύ σημαντικό για μας. Θέλαμε να επαναφέρουμε τη σχέση το γρηγορότερο δυνατό σε ένα καλό σημείο”, δήλωσε ο κ. Ερντογάν σε συνέντευξη που παραχώρησε στα γερμανικά ιδιωτικά τηλεοπτικά δίκτυα RTL και N-tv, προσθέτοντας ότι ήθελε να επανορθώσει την λυπηρή για τους Ρώσους κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά τις 24 Νοεμβρίου (ενν. την κατάρρευση του ρωσικού αεροσκάφους). “Ξεκινάμε μια νέα φάση και θέλουμε να την ξεκινήσουμε στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά, πολιτιστικά, στον τουρισμό και σε άλλους τομείς, με νέο ενθουσιασμό”, δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος, αναφερόμενος στην δημιουργία Συμβουλίου Συνεργασίας που αποφάσισαν οι δύο πλευρές. Ειδικά σε ό,τι αφορά την Συρία και τον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους, εξήγησε ότι με τον Βλαντιμίρ Πούτιν συμφώνησαν ότι ο πληθυσμός π.χ. στο Χαλέπι πρέπει να προστατευθεί και για αυτό θα υπάρξουν διάδρομοι από όπου θα μεταφερθεί η ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ η Ρωσία θα αναλάβει να πείσει για αυτό το καθεστώς ‘Ασαντ.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν η Τουρκία θα παραμείνει αξιόπιστος εταίρος του ΝΑΤΟ, ο Ταγίπ Ερντογάν τόνισε ότι “σήμερα δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με το ΝΑΤΟ”, έσπευσε ωστόσο να επισημάνει ότι η Συμμαχία εγκατέλειψε την Τουρκία στην περίπτωση της Συρίας, λέγοντας χαρακτηριστικά: “Πότε θα πει το ΝΑΤΟ ότι βρίσκεται στο πλευρό μας, αν όχι σε αυτή την περίπτωση;”.

​”Σχετικά με τους ανθρώπους που θα απολυθούν, θα έπρεπε να γίνει έτσι ώστε να μην χρειάζεται να ανησυχούμε”Ειδικά σε ό,τι αφορά τη σχέση του με την ‘Αγγελα Μέρκελ, ο Τούρκος πρόεδρος δήλωσε ότι του τηλεφώνησε τρεις μέρες μετά τη απόπειρα πραξικοπήματος, προκειμένου να εκφράσει τη λύπη της, αλλά στάθηκε σε μια δήλωση της καγκελαρίου, την οποία χαρακτήρισε λυπηρή: “Σχετικά με τους ανθρώπους που θα απολυθούν, θα έπρεπε να γίνει έτσι ώστε να μην χρειάζεται να ανησυχούμε”. Η κυρία Μέρκελ “θα έπρεπε να αφήσει σε μας το πώς εφαρμόζουμε το εσωτερικό μας δίκαιο. Δεν επρόκειτο για πράξη εκδίκησης”, δήλωσε ο κ. Ερντογάν και πέρασε στην αντεπίθεση, αναφερόμενος στην απαγόρευση προβολής βίντεο με μήνυμα κατά την συγκέντρωση των οπαδών του πριν από λίγες ημέρες στην Κολωνία. “Τι είδους ανεξάρτητη δικαιοσύνη είναι αυτή; Μια ανεξάρτητη δικαιοσύνη πρέπει να αποφασίζει δίκαια (…) Δεν πιστεύω στην γερμανική δικαιοσύνη και δεν έχω υπό αυτή την έννοια κανέναν σεβασμό στην γερμανική δικαιοσύνη”, δήλωσε.

Ερωτώμενος σχετικά με τις δηλώσεις του για το ενδεχόμενο επαναφοράς της θανατικής ποινής, ο κ. Ερντογάν επικαλέστηκε τον θάνατο 240 ανθρώπων κατά την απόπειρα πραξικοπήματος και την λαϊκή βούληση που θεωρεί ότι εκφράζεται στη χώρα. “Μιλάμε για μια χώρα που έχασε 240 ζωές. Και σε αυτή τη μεγάλη διαδήλωση στην Κωνσταντινούπολη συμμετείχαν πέντε εκατομμύρια άνθρωποι και φώναζαν από κοινού ‘θανατική ποινή!’. Γιατί; Επειδή το έζησαν στο πετσί τους. Η Βουλή είναι ο θεσμός που θα αποφασίσει και εάν η Βουλή λάβει τέτοια απόφαση, τότε θα το επικυρώσω, διότι με πονάει που έχασα 240 πολίτες μου και τραυματίστηκαν πάνω από 2000 άνθρωποι”, σημείωσε, απορρίπτοντας κάθε ισχυρισμό για ενίσχυση της τάσης του για απολυταρχισμό που προέρχεται από την Ευρώπη.

​«Στην Τουρκία βομβαρδίστηκε ταυτόχρονα και το προεδρικό παλάτι. Θα υπήρχε στην Γερμανία σιωπή, αν βομβαρδιζόταν το προεδρικό ανάκτορο»;“Η Ευρώπη θα έπρεπε να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Εάν το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο είχε βομβαρδιστεί, θα υπήρχε ατμόσφαιρα όπου όλοι θα σιωπούσαν; Στην Τουρκία βομβαρδίστηκε ταυτόχρονα και το προεδρικό παλάτι. Θα υπήρχε στην Γερμανία σιωπή, αν βομβαρδιζόταν το προεδρικό ανάκτορο; Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, να μην έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά. Θα επιθυμούσα σε μια απόπειρα πραξικοπήματος η Ευρώπη να σταθεί στο πλευρό της Τουρκίας, όπως έγινε π.χ. στην Γαλλία”, δήλωσε, ενώ, απαντώντας σε ερώτηση γιατί η Τουρκία θέλει, έπειτα από όλα αυτά, να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξήγησε:

“Έχω καθήκον να πω την αλήθεια. Εδώ και 53 χρόνια η Ε.Ε. μας κρατάει σε απόσταση. Ρωτήσατε ποτέ γιατί η Ευρώπη εδώ και 53 χρόνια το κάνει αυτό; Εγώ έθεσα ευθέως το ερώτημα: Θέλετε να δεχτείτε την Τουρκία ή όχι; Εάν όχι, θα έπρεπε αυτό να ειπωθεί ανοιχτά. Και εκείνοι μας λένε ‘αν κάνετε αυτό, θα γίνει το άλλο’ κλπ. Δείχνουμε υπομονή”.

Σε ό,τι αφορά πάντως το αν ισχύει η απειλή του ότι, αν τον Οκτώβριο δεν απελευθερωθεί το καθεστώς της βίζας για τους Τούρκους, η συμφωνία με την Ε.Ε. για τους πρόσφυγες θα πάψει να ισχύει, ο κ. Ερντογάν επισήμανε ότι αυτή τη στιγμή η διαδικασία συνεχίζεται, αλλά διευκρίνισε ότι “εάν γίνει η απελευθέρωση, τότε θα κάνουμε ό,τι συμφωνήθηκε, αν όχι, τότε δεν θα εφαρμόσουμε κι εμείς την συμφωνία επανεισδοχής”, καθώς, όπως είπε, η συμφωνία προβλέπει ότι αυτά τα δύο θα γίνουν ταυτόχρονα. “Μόνο εάν γίνουν ταυτόχρονα, θα συνεχίσουμε”, τόνισε.

Κληθείς ακόμη να σχολιάσει τον ισχυρισμό της Διεθνούς Αμνηστίας περί παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην μεταχείριση υπόπτων για συμμετοχή στην απόπειρα πραξικοπήματος, ο Τούρκος πρόεδρος έσπευσε να υποβαθμίσει τον ρόλο της οργάνωσης, μιλώντας για “ιδεολογική και όχι ειλικρινή οργάνωση”, η οποία χρησιμοποίησε μόνο αναφορές από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ δεν συναντήθηκε με τους υπουργούς Δικαιοσύνης και Εσωτερικών και δεν ήρθε στην Τουρκία για να δει το βομβαρδισμένο Κοινοβούλιο. “Χωρίς αυτά, για μένα δεν έχει καμία αξία η έκθεσή τους. Εγώ π.χ. πήγα φυλακή επειδή απήγγειλα ένα ποίημα και η Διεθνής Αμνηστία δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου”, δήλωσε χαρακτηριστικά.