Η Κίνα επέρριψε στις ΗΠΑ την ευθύνη για τις πρόσφατες δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων της Βόρειας Κορέας, κατηγορώντας τις πως «δηλητηριάζουν» το περιβάλλον ως προς την ασφάλεια στην περιφέρεια κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που παραμένει βαθιά διχασμένο για το ζήτημα των εξοπλιστικών προγραμμάτων της Πιονγκγιάνγκ.

«Καταγράφοντας» την εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου που πέρασε πάνω από την Ιαπωνία, ο αναπληρωτής πρεσβευτής της Κίνας στα Ηνωμένα Έθνη Γκενγκ Σουάνγκ υπογράμμισε επίσης τα «στρατιωτικά γυμνάσια που διεξήγαγαν από κοινού οι ΗΠΑ και άλλες χώρες της περιοχής», αναφερόμενος στις κοινές ασκήσεις των αμερικανικών, των νοτιοκορεατικών και των ιαπωνικών ένοπλων δυνάμεων την περασμένη εβδομάδα.

«Οι πρόσφατες εκτοξεύσεις από τη Βόρεια Κορέα συνδέονται στενά με τη σειρά στρατιωτικών γυμνασίων στην περιοχή», επέμεινε.

«Για το ζήτημα του (βορειοκορεατικού) πυρηνικού προγράμματος, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ασκούν πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών και επιδίδονται σε πολιτικούς ελιγμούς που δηλητηριάζουν το περιβάλλον ασφαλείας στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αυξημένες εντάσεις στην (κορεατική) χερσόνησο δεν θα έπρεπε να εκπλήσσουν κανέναν», πρόσθεσε ο κινέζος διπλωμάτης, παροτρύνοντας την Ουάσινγκτον να δείξει «ειλικρίνεια» και να «δώσει απάντηση στις εύλογες ανησυχίες» της Πιονγκγιάνγκ, η οποία χαρακτηρίζει ειδικά τα κοινά γυμνάσια των αμερικανικών και των νοτιοκορεατικών ένοπλων δυνάμεων πρόβες εισβολής στο έδαφός της.

Υπενθύμισε πως η Κίνα και η Ρωσία είχαν προτείνει στα τέλη του 2019 να ψηφιστεί απόφαση για την ελάφρυνση των κυρώσεων σε βάρος της Βόρειας Κορέας. Το κείμενο αυτό θα μπορούσε να ξαναέλθει στο τραπέζι ώστε να δημιουργηθεί «ευνοϊκή ατμόσφαιρα» προς την «επανέναρξη του διαλόγου», συμπλήρωσε.

«Η Κίνα και η Ρωσία θέλουν να επιβραβεύσουν τη Βόρεια Κορέα για τις παράνομες ενέργειες της και αυτό δεν μπορεί να το πάρει στα σοβαρά το Συμβούλιο (Ασφαλείας)», αντιγύρισε η αμερικανίδα πρεσβεύτρια Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ, αποποιούμενη κάθε ευθύνη της Ουάσινγκτον για τις οπλικές δοκιμές της Πιονγκγιάνγκ και καλώντας να «ενισχυθούν μάλλον οι κυρώσεις, παρά να ελαφρυνθούν».

Τον Μάιο, η Κίνα και η Ρωσία άσκησαν το βέτο που διαθέτουν στο ΣΑ όταν τέθηκε σε ψηφοφορία σχέδιο απόφασης που καταρτίστηκε από τις ΗΠΑ για την επιβολή νέων κυρώσεων στη Βόρεια Κορέα.

Ενώ το 2017 το Συμβούλιο Ασφαλείας είχε υιοθετήσει ομόφωνα τρεις αποφάσεις για την επιβολή σειράς αυστηρών κυρώσεων, τα μέλη του είναι πλέον εδώ και μήνες απόλυτα διχασμένα για το ζήτημα των βορειοκορεατικών εξοπλιστικών προγραμμάτων, με τη Ρωσία και την Κίνα στη μια πλευρά και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη στην άλλη.

Ο διχασμός αυτός φάνηκε να βαθαίνει ακόμη περισσότερο στη συνεδρίαση που έγινε το βράδυ της Τετάρτης (τοπική ώρα) κεκλεισμένων των θυρών, ταυτόχρονα με την οποία η Βόρεια Κορέα προχώρησε σε νέα δοκιμή και έδωσε στη δημοσιότητα ανακοίνωση με την οποία χαρακτήρισε τις εκτοξεύσεις «μέτρα ανταπόδοσης» στα πρόσφατα κοινά γυμνάσια του αμερικανικού και του νοτιοκορεατικού στρατού, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών της χώρας που μετέδωσε το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων KCNA.

«Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή, το Συμβούλιο πρέπει να αναλάβει δράση, πρέπει να να καταδικάσει ομόφωνα αυτή τη νέα πρόκληση», επέμεινε παρ’ όλ’ αυτά ο γάλλος πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη Νικολά ντε Ριβιέρ, εκφράζοντας την υποστήριξή του στο αμερικανικό σχέδιο απόφασης.

Η κυρία Τόμας-Γκρίνφιλντ κατηγόρησε εμμέσως πλην σαφώς την Κίνα και τη Ρωσία πως «προστατεύουν» τη Βόρεια Κορέα. «Η ΛΔΚ (σ.σ. η Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας, η επίσημη ονομασία της Βόρειας Κορέας) έχει απόλυτη προστασία από δυο κράτη μέλη αυτού του Συμβουλίου», είπε, «εν συντομία, δύο κράτη-μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας επιτρέπουν στον Κιμ Γιονγκ Ουν να ενεργεί έτσι όπως ενεργεί».

Η αμερικανίδα πρεσβεύτρια απέρριψε κάθε σύνδεση των οπλικών δοκιμών με τα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας, στα οποία συμμετείχε την περασμένη εβδομάδα το αμερικανικό αεροπλανοφόρο USS Ronald Reagan, κρίνοντας πως «δεν μπορούν να εξισώνονται» οι μεν με τα δε.

Με δεδομένο πως ήταν αδύνατη η επίτευξη ομοφωνίας, τα εννέα από τα δεκαπέντε μέλη του ΣΑ καταδίκασαν τη δοκιμή της Τρίτης με χωριστή κοινή ανακοίνωσή τους (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Αλβανία, Βραζιλία, Ινδία, Ιρλανδία, Νορβηγία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα).

Η αναπληρώτρια πρεσβεύτρια της Ρωσίας στα Ηνωμένα Έθνη, η Άννα Εβστιγκνιέεβα, από την πλευρά της τόνισε πως «η επιβολή νέων κυρώσεων είναι αδιέξοδο», δεν θα έχει παρά «μηδενικό αποτέλεσμα». «Είμαστε πεπεισμένοι ότι οι μηχανισμοί του ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να αξιοποιηθούν για να υποστηριχθεί ο διακορεατικός διάλογος και οι πολυμερείς διαπραγματεύσεις αντί να προβάλλουν προσκόμματα», πρόσθεσε.