Ο δικαστής Τάρεκ Μπιτάρ, αρμόδιος της έρευνας για την τεράστια έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού, αναγκάστηκε να αναστείλει τις έρευνές του τη Δευτέρα μετά την καταγγελία πρώην υπουργού, μη κυβερνητικών οργανώσεων και συγγενών των θυμάτων που εκφράζουν τη λύπη τους για νέα στοιχεία πολιτικής παρεμπόδισης.
Η έκρηξη στις 4 Αυγούστου του 2020 αποδόθηκε καθ’ ομολογία των Αρχών στην αποθήκευση χωρίς προληπτικά μέτρα από το τέλος του 2013 τεράστιων ποσοτήτων νιτρικού αμμωνίου στο λιμάνι. Περισσότεροι από 200 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, περισσότεροι από 6.500 τραυματίστηκαν και συνοικίες ολόκληρες της πρωτεύουσας του Λιβάνου καταστράφηκαν.
Ο Μπιτάρ ενημερώθηκε για μια καταγγελία που υπέβαλε σε βάρος του ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Νοχάντ αλ-Μασνούκ, ύποπτος για “αμέλεια και παραλείψεις” στην έρευνα για την έκρηξη. Ο Μασνούκ ζητεί την απώλεια αρμοδιότητας του δικαστή επικαλούμενος τυπικό ελάττωμα βάσει συνταγματικού άρθρου το οποίο ορίζει τη δίωξη υπουργών και αξιωματούχων μόνο από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο δικαστής “Μπιτάρ αναστέλλει την έρευνά του μέχρι το εφετείο της Βηρυτού να αποφασίσει αν κάνει δεκτή την προσφυγή (του Μασνούκ) ή την απορρίψει”, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο δικαστική πηγή.
Κατηγορούμενες για εγκληματική αμέλεια, οι Αρχές απέρριψαν οποιαδήποτε διεθνή έρευνα. Η τοπική έρευνα συνεχίζει να μην προχωρά, ενώ η άρχουσα τάξη κατηγορείται ότι έκανε τα πάντα για να την τορπιλίσει και να αποφύγει τις κατηγορίες σε μια χώρα όπου επικρατεί “η νοοτροπία της ατιμωρησίας”, σύμφωνα με μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Υψηλόβαθμοι πολιτικοί αξιωματούχοι, δικαστικοί και υπεύθυνοι ασφαλείας γνώριζαν τους κινδύνους της εξαιρετικά ευμετάβλητης ουσίας στο λιμάνι αλλά δεν πήραν κανένα προληπτικό μέτρο. Και το δράμα αυτό οδήγησε στην άβυσσο τη χώρα, όπου η πολιτική τάξη που παραμένει ίδια επί δεκαετίες κατηγορείται επίσης για διαφθορά, ανικανότητα και αδράνεια.