Δικαστήριο στο Μινσκ καταδίκασε την Παρασκευή δώδεκα άτομα σε ποινές φυλάκισης μεταξύ δύο και 25 ετών, με την κατηγορία ότι διέπραξαν πέρυσι «πράξη τρομοκρατίας» όπως λέει η Λευκορωσία, σε στρατιωτικό αεροδρόμιο έξω από την πρωτεύουσα.
Μια ομάδα Λευκορώσων αντικυβερνητικών ακτιβιστών είχε αναφέρει τον Φεβρουάριο του 2023 ότι ανατίναξαν ένα εξελιγμένο ρωσικό στρατιωτικό αεροσκάφος επιτήρησης με επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους στην αεροπορική βάση.
Ρωσία και Λευκορωσία διέψευσαν τότε τον ισχυρισμό ως ψευδή, ενώ η κρατική τηλεόραση της Λευκορωσίας μετέδωσε πλάνα που έδειχναν ένα άθικτο αεροσκάφος επιτήρησης τύπου Beriev A-50.
Περίπου μια εβδομάδα αργότερα, το Μίνσκ ανακοίνωσε ότι συνέλαβε έναν «τρομοκράτη» και περισσότερους από 20 συνεργάτες του για απόπειρα δολιοφθοράς στο αεροδρόμιο.
Ο Λευκορώσος πρόεδρος Αλεξάντερ Λουκασένκο, στενός σύμμαχος του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ισχυρίστηκε τότε ότι οι ουκρανικές υπηρεσίες ασφαλείας και η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ (CIA) βρίσκονταν πίσω από την επιχείρηση. Είπε επίσης ότι το αεροσκάφος υπέστη επιφανειακές ζημιές κατά την επίθεση, στην οποία χρησιμοποιήθηκε ένα «μικρό drone», όπως είχε μεταδώσει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Belta.
Σήμερα το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα της Λευκορωσίας ανακοίνωσε ότι Δικαστήριο της πόλης του Μίνσκ καταδίκασε 12 άτομα αφότου κρίθηκαν ενόχα για τρομοκρατία, εξτρεμιστική δραστηριότητα και άλλα σοβαρά αδικήματα.
Ο κύριος κατηγορούμενος, ο Ουκρανός υπήκοος Νικολάι Σβετς, καταδικάστηκε ερήμην σε 25 χρόνια φυλάκισης. Ο Σβετς, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στην κρατική τηλεόραση της Λευκορωσίας τον περασμένο Απρίλιο στην οποία περιέγραφε λεπτομερώς πώς σχεδίασε την επίθεση, απελευθερώθηκε σε ανταλλαγή κρατουμένων με την Ουκρανία τον Ιούνιο, σύμφωνα με τη λευκορωσική ομάδα ανθρωπίνων δικαιωμάτων «Βιασνά».
Δεν είναι σαφές πόσοι από τους υπόλοιπους καταδικάστηκαν ερήμην.