Του Κώστα Μπετινάκη
Την προηγούμενη εβδομάδα, πρωτοσέλιδο δημοσίευμα των New York Times που έφερε την υπογραφή του έμπιστου σε μυστικές στρατιωτικές υπηρεσίες David Sanger, ανέφερε πως η κυβέρνηση Ομπάμα, είναι υπέρ της διατήρησης της πολιτικής του «πρώτου πυρηνικού πλήγματος». Ο Sanger επικαλέστηκε «συζητήσεις που έχουν γίνει στον Λευκό Οίκο».
Ο Λευκός Οίκος φαίνεται να έχει υιοθετήσει πλήρως τις θέσεις που υποστηρίζουν ότι οι κινήσεις Ρωσίας και Κίνας, από τη Βαλτική ως τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, γίνονται σε «λάθος στιγμή και απαιτείται ισχυρή απάντηση»Το δημοσίευμα πέρασε απαρατήρητο στα διεθνή Μέσα που επίσης δεν έχουν πολυασχοληθεί με τις προκλητική αμερικανική πολιτική εναντίον της Ρωσίας και της Κίνας.
Σε αυτή περιλαμβάνονται οι κυκλωτικές κινήσεις με την αποστολή χιλιάδων ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στα σύνορα της Ρωσίας και η εγκατάσταση «πυραυλικής ασπίδας» σε ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Καθώς και η πλεύση αμερικανικών πολεμικών σκαφών σε συνθήκες «ελεύθερης διέλευσης» στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Ο Λευκός Οίκος τελικά, φαίνεται να έχει υιοθετήσει πλήρως τις απαιτήσεις του Διοικητή Στρατηγικών Στόχων, ναύαρχου Cecil Eugene Diggs Haney, του υπουργού Άμυνας Ashton Carter, και άλλων «γερακιών» που υποστηρίζουν ότι οι κινήσεις Ρωσίας και Κίνας, από τη Βαλτική ως τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, γίνονται σε «λάθος στιγμή και απαιτείται ισχυρή απάντηση».
Στην πολιτική αυτή της έντασης εντάσσεται και η πτήση δύο γιγαντιαίων αμερικανικών βομβαρδιστικών πάνω από τη Νότια Κορέα σήμερα, (13 Σεπτεμβρίου) σε επίδειξη ισχύος εναντίον της Βόρειας Κορέας, όπως θέλησαν οι ΗΠΑ να φανεί. Όπως δήλωσε Αμερικάνος αξιωματούχος «θα πρέπει και η Κίνα να κλείσει τις ποντικότρυπες στην επιβολή των οικονομικών κυρώσεων εναντίον της Πιονγκ Γιανγκ που πραγματοποίησε την Παρασκευή την πέμπτη πυρηνική δοκιμή της».
Τα δύο υπερηχητικά αμερικανικά βομβαρδιστικά B-1B Lancer πέταξαν πάνω από τον νοτιοκορεατικό εναέριο χώρο 64 χιλιόμετρα νότια της Σεούλ γύρω στις 10.00 το πρωί (τοπική ώρα) της Τρίτης.
Τα αμερικανικά βομβαρδιστικά είχαν απογειωθεί από την αμερικανική αεροπορική βάση στο νησί Γκουάμ του Ειρηνικού και συνοδεύονταν από αμερικανικά και νοτιοκορεατικά μαχητικά.
«Η σημερινή αεροπορική επίδειξη αποτελεί ένα μοναδικό παράδειγμα του βάθους των στρατιωτικών δυνατοτήτων της ισχυρής συμμαχίας που παρέχει ενισχυμένη ανάσχεση» δήλωσε ο στρατηγός Vincent Brooks, διοικητής των κοινών αμερικανικών και νοτιοκορεατικών δυνάμεων.
«Η βορειοκορεατική πυρηνική δοκιμή αποτελεί επικίνδυνη κλιμάκωση και εγκυμονεί απαράδεκτη απειλή» πρόσθεσε ο στρατηγός που επανέλαβε ότι οι ΗΠΑ «έχουν αναλάβει υποχρέωση υπεράσπισης των συμμάχων του στην περιοχή».
Υπενθυμίζεται όμως ότι η Νότια Κορέα είχε ανακοινώσει τον Ιούλιο τα σχέδιά της να αναπτύξει στο έδαφός της το οπλικό σύστημα (Terminal High Altitude Air Defense [THAAD]) «Τερματικό Μεγάλου Ύψους Αεράμυνας» για την αντιμετώπιση της πυρηνικής απειλής από τον Βορρά. Ασχέτως αν η Κίνα θεωρεί ότι αυτό το σύστημα παρακολούθησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να παρακολουθεί και τις δικές της αμυντικές δράσεις και έχει εκφράσει έντονες αντιρρήσεις…
Το Πεκίνο κατηγόρησε την Ουάσιγκτον πως «υπερβάλλει» λόγω πιέσεων από «ψυχροπολεμικούς κύκλους, διατηρώντας την ένταση στην Κορεατική Χερσόνησο, την ώρα που το Πεκίνο προσπαθεί να την αποκλιμακώσει».
Υπενθυμίζεται πως οι πτήσεις των αμερικανικών βομβαρδιστικών σε επίδειξη ισχύος, πραγματοποιούνται και εν όψει των σινο-ρωσικών αεροναυτικών γυμνασίων αυτής της εβδομάδας στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Στα γυμνάσια αυτά, με την ονομασία «Joint Sea-2016», περιλαμβάνονται ανθυποβρυχιακές επιθέσεις, διασώσεις σκαφών, κοινές αντιαεροπορικές ασκήσεις, ανακατάληψη νήσου με αμφίβιες επιχειρήσεις και αερομεταφορά δυνάμεων.
Επίσης, όπως ενημέρωσε η κινεζική πλευρά, σε αυτά παίρνουν μέρος πλοία επιφανείας διαφόρων τύπων, υποβρύχια, αεροσκάφη διαφόρων τύπων, ελικόπτερα που θα επιχειρούν από πλοία, καθώς και δυνάμεις πεζοναυτών.
Θα εκτελεστούν σενάρια στον τομέα των ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων, επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης (SAR) και αποβατική ενέργεια για την κατάληψη νήσου.
Οι ασκήσεις πραγματοποιούνται σε μια περίοδο, κατά την οποία η ένταση στην περιοχή για τα υπό αμφισβήτηση ύδατα έχει κλιμακωθεί, ιδιαίτερα μετά την απόφαση δικαστηρίου στη Χάγη σε βάρος της Κίνας με το σκεπτικό ότι δεν κατέχει ιστορικά δικαιώματα στη Νότια Σινική Θάλασσα. Η Κίνα αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διαδικασία και απέρριψε την απόφαση.
Η Θάλασσα της Ν. Κίνας αποτελεί διεθνή εμπορική θαλάσσια οδό καθώς και πηγή περιφερειακής έντασης: Η Κίνα διεκδικεί κυριαρχικά δικαιώματα στα ύδατά της προκαλώντας την έντονη αντίδραση γειτονικών χωρών όπως το Βιετνάμ, οι Φιλιππίνες, η Ταϊβάν, η Μαλαισία και το Μπρουνέι.