Ανταπόκριση από Στρασβούργο – Νίκος Ρούσσης
Παρόλο που σε αναφορά που κατατέθηκε στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου και κρίθηκε παραδεκτή στις 20 Μαΐου 2020 και ενώ υποστηρίχθηκε ότι τα τυχερά παιχνίδια αποτελούν, πλέον, μέσο για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, η Κομισιόν εδέησε να απαντήσει έναν χρόνο μετά (15 Ιουνίου 2021), για να δηλώσει την αδυναμία της να απαγορεύσει τον τζόγο!
Στην αναφορά που υπέβαλε ο βουλγαρικής ιθαγένειας R.S., υποστηρίχθηκε ότι τα τυχερά παιχνίδια στη Βουλγαρία αποτελούν πλέον μέσο για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες καθώς και ότι υπάρχει έλλειψη ελέγχου και λογοδοσίας, ακόμη και για τους μεγαλύτερους παράγοντες του κλάδου.
Στην απάντησή της η Κομισιόν, γενικεύοντας το θέμα, υποστηρίζει ότι «τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να ρυθμίζουν και να εποπτεύουν τις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι δεν χρησιμοποιούνται για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες», ομολογώντας παράλληλα ότι:
– Το δίκαιο της Ένωσης δεν επιβάλλει την απαγόρευση των δραστηριοτήτων τυχερών παιχνιδιών.
Ακολουθεί ολόκληρη η απάντηση της Κομισιόν:
Απάντηση της Επιτροπής, που ελήφθη στις 15 Ιουνίου 2021
Σύμφωνα με την τέταρτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ως «υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών» νοούνται οι υπηρεσίες χρηματικού στοιχήματος σε τυχερά παιχνίδια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με κάποιο στοιχείο δεξιότητας, όπως λαχεία, παιχνίδια καζίνο, παιχνίδια πόκερ και πράξεις στοιχηματισμού, που προσφέρονται σε συγκεκριμένο χώρο ή με οποιοδήποτε μέσο εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα ή με κάθε άλλη τεχνολογία διευκόλυνσης της επικοινωνίας, και ύστερα από ατομικό αίτημα του αποδέκτη των υπηρεσιών.
Σύμφωνα με την τέταρτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών είναι υπόχρεες οντότητες.
Τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να ρυθμίζουν και να εποπτεύουν τις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών προκειμένου να διασφαλίζουν ότι δεν χρησιμοποιούνται για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών πρέπει επίσης να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη κατά την είσπραξη των κερδών, τον στοιχηματισμό, ή και σε αμφότερες τις περιπτώσεις, κατά τη διενέργεια συναλλαγών που ανέρχονται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 2.000 EUR, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή πραγματοποιείται με μία ή περισσότερες πράξεις, οι οποίες φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους.
Ωστόσο, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα, εντός των ορίων που θέτει το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της προαναφερθείσας οδηγίας, να καθορίζουν τους στόχους της πολιτικής τους και το επιθυμητό επίπεδο προστασίας για τους καταναλωτές, καθώς και να αποτρέπουν την εγκληματικότητα.
Μολονότι η πλήρης απαγόρευση των τυχερών παιχνιδιών ενδέχεται να μειώσει τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, φαίνεται απίθανο να εξαλειφθεί ένας τέτοιος κίνδυνος ενώ τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται από το δίκαιο της Ένωσης να απαγορεύουν τις δραστηριότητες τυχερών παιχνιδιών.
Συμπέρασμα Ο τομέας των τυχερών παιχνιδιών στην ΕΕ παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία καθώς υπάρχουν από μονοπωλιακά καθεστώτα (τα οποία διαχειρίζεται δημόσιος φορέας που ελέγχεται από το κράτος ή από ιδιωτικό φορέα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος) μέχρι συστήματα αδειοδότησης ή ο συνδυασμός και των δύο.
Όπως προαναφέρθηκε, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα, εντός των ορίων της νομολογίας του Δικαστηρίου, να καθορίζουν την πολιτική τους στον τομέα αυτό. Το δίκαιο της Ένωσης δεν επιβάλλει την απαγόρευση των δραστηριοτήτων τυχερών παιχνιδιών. Πρόκειται για ζήτημα που θα πρέπει να διευθετηθεί σε εθνικό επίπεδο. Η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει το αίτημα του αναφέροντος ή να παρέμβει εξ ονόματός του.