Η δικαιοσύνη της Κολομβίας, η οποία διενεργεί έρευνα για τη μακρά εμφύλια σύρραξη στην Κολομβία, άσκησε διώξεις τη Δευτέρα σε βάρος 19 στρατιωτικών για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, για τις δολοφονίες 303 αμάχων που παρουσιάστηκαν ψευδώς από τις ένοπλες δυνάμεις του κράτους της Λατινικής Αμερικής ως αντάρτες πεσόντες σε μάχες από το 2005 ως το 2008.

Σύμφωνα με την Ειδική Δικαιοδοσία για την Ειρήνη (Jurisdicción Especial para la Paz, JEP), ειδικό δικαστήριο ιδρυμένο δυνάμει της συμφωνίας ειρήνης που υπέγραψαν το 2016 η πρώην οργάνωση ανταρτών Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) και ο τότε πρόεδρος, η πρακτική αυτή, γνωστή με την ονομασία falsos positivos («ψευδώς θετικά», ενν. αποτελέσματα), ασκείτο από πολλές μονάδες του στρατού από το 2002 ως το 2008, επί των ημερών της δεξιάς κυβέρνησης του προέδρου Άλβαρο Ουρίμπε, κι είχε τουλάχιστον 6.402 θύματα.

 

 

 

Οι εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες —το μεγαλύτερο σκάνδαλο της πρόσφατης ιστορίας του κολομβιανού στρατού— είχαν σκοπό να δοθεί η εντύπωση πως σημειωνόταν πρόοδος στον αγώνα εναντίον των ανταρτών, ιδίως αυτών των FARC, της μεγαλύτερης παράταξης που ενεπλάκη στον εμφύλιο πόλεμο που διαρκεί έξι δεκαετίες.

Σε αντάλλαγμα για τις υποτιθέμενες επιτυχίες τους, οι στρατιωτικοί έπαιρναν διάφορες ανταμοιβές: πριμ, άδειες, προαγωγές, παράσημα.

 

 

Οι δικαστικοί της JEP θεωρούν ότι οι 19 στρατιωτικοί, μέλη της 16ης ταξιαρχίας, ανήκαν σε «εγκληματική οργάνωση» που δημιουργήθηκε στον νομό Κασανάρε (κεντρικά) για να δολοφονεί και να παρουσιάζει «ψευδώς» τους άμαχους ως αντάρτες ή κακοποιούς «που σκοτώνονταν σε μάχες».

Τα περισσότερα από τα 303 θύματα ήταν άνδρες ηλικίας 18 ως 25 ετών. Όμως «εννιά γυναίκες, ηλικιωμένοι και άνθρωποι που έπασχαν από νοητική υστέρηση» συγκαταλέγονται επίσης στον κατάλογο των δολοφονημένων.

Το κολομβιανό γενικό επιτελείο εξαρχής διέψευδε ότι επρόκειτο για συστηματική πρακτική και μίλαγε για «μεμονωμένα περιστατικά».

Τα 19 μέλη του στρατού, ένας πράκτορας της υπηρεσίας πληροφοριών και δύο πολίτες, στους οποίους ασκήθηκαν διώξεις τη Δευτέρα, μπορούν να παραδεχθούν ή να απορρίψουν τις κατηγορίες.

Εάν αναγνωρίσουν τις ευθύνες τους και προσφέρουν επανόρθωση στα θύματα, μπορούν να επωφεληθούν από εναλλακτικές ποινές· αν όχι, διατρέχουν κίνδυνο να τους επιβληθούν ποινές ως και είκοσι ετών κάθειρξης.

Οι δικαστές της JEP έχουν επίσης ασκήσει διώξεις σε οκτώ άλλοτε στελέχη των FARC για τις απαγωγές 21.396 ανθρώπων. Τον Ιούνιο, οι άλλοτε ηγέτες της πρώην οργάνωσης ανταρτών αναγνώρισαν τις ευθύνες τους και αναμένουν να μάθουν τις ποινές τους.