Στην Κολομβία συμπληρώθηκαν χθες Τρίτη 24 Νοεμβρίου τέσσερα χρόνια από την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης ανάμεσα στην προηγούμενη κυβέρνηση και τη μέχρι τότε ισχυρότερη οργάνωση ανταρτών στην αμερικανική ήπειρο, αλλά με φόντο τις διαιρέσεις και την αναζωπύρωση της βίας στη χώρα.
Η επέτειος της σύναψης αυτής της ιστορικής συμφωνίας, η οποία υποστηρίχτηκε από τον ΟΗΕ και μεταμόρφωσε τις πρώην Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας σε αριστερό κοινοβουλευτικό κόμμα, έπειτα από μισό αιώνα και πλέον ένοπλης σύρραξης, πέρασε σχεδόν απαρατήρητη.
Ούτε τελετές, ούτε ομιλίες. Η κυβέρνηση και οι πρώην αντάρτες αλληλοκατηγορούνται πως δεν εφαρμόζουν τη συμφωνία, η διαπραγμάτευση για την οποία κράτησε τέσσερα χρόνια απορρίφθηκε σε δημοψήφισμα, αναθεωρήθηκε και κατόπι υπεγράφη την 24η Νοεμβρίου 2016 από τον τότε πρόεδρο Χουάν Μανουέλ Σάντος, που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
«Κατά τη διάρκεια αυτών των τεσσάρων ετών, 242 εξ όσων υπέγραψαν τη συμφωνία ειρήνης δολοφονήθηκαν» κι ο απολογισμός της συνθήκης αυτής είναι «γλυκόπικρος», ανέφερε μέσω Twitter ο Κάρλος Λοσάδα, άλλοτε διαπραγματευτής της FARC, σήμερα γερουσιαστής, δυνάμει της συνθήκης.
Η αναζωπύρωση της βίας μόνο φέτος έχουν δολοφονηθεί τουλάχιστον 59 πρώην αντάρτες είναι η μεγαλύτερη απειλή που πλανάται πάνω από την ανολοκλήρωτη ειρήνη στη χώρα των Άνδεων.
Μολονότι στην πλειονότητά τους τα 13.000 μέλη των Επαναστατικών Ένοπλων Δυνάμεων της Κολομβίας, συμπεριλαμβανομένων 7.000 μαχητών, κατέθεσαν τα όπλα, κάποιες φράξιες «αποστατών» αρνήθηκαν.
Οι ομάδες αυτές, που δεν έχουν ενιαία διοίκηση, χρηματοδοτούνται σε ορισμένες περιοχές από τη διακίνηση ναρκωτικών και μεταλλευμάτων που εξορύσσονται παράνομα.
«Περάσαμε από έναν πόλεμο σε ”εθνικό επίπεδο” σε πολλές τοπικές συρράξεις», σύμφωνα με το Fundación Ideas para la Paz («Ίδρυμα Ιδέες για την Ειρήνη»), το οποίο έχει καταγράψει φέτος 76 σφαγές με συνολικά 306 νεκρούς.
Η Κολομβία έχει εισέλθει σε νέο κύκλο βίας, με τα θύματα να είναι κυρίως πρώην αντάρτες, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κοινοτικοί ηγέτες…
Οι αποστάτες των FARC, οι αντάρτες του Στρατού Λαϊκής Απελευθέρωσης (ELN) αλλά και οι συμμορίες διακινητών ναρκωτικών που ίδρυσαν ακροδεξιοί πρώην παραστρατιωτικοί, όπως η Clan del Golfo, εκτιμάται πως διαθέτουν τουλάχιστον 7.600 μαχητές σε 240 από τους 1.100 δήμους της Κολομβίας, σύμφωνα με το Fundación Paz y Reconciliación (Ίδρυμα για την Ειρήνη και τη Συμφιλίωση).
Η βία προστέθηκε στην πόλωση της κοινωνίας: η σκληρή δεξιά, η οποία εναντιωνόταν στη συμφωνία ειρήνης, αναδείχθηκε στην εξουσία το 2018 υποσχόμενη να την αλλάξει, καθώς έκρινε πως ήταν υπερβολικά επιεικής έναντι των πρώην ανταρτών.
Οι προσπάθειες του προέδρου Ιβάν Ντούκε να την τροποποιήσει απορρίφθηκαν από το κοινοβούλιο. Το κόμμα του, το Δημοκρατικό Κέντρο, θέλει να διεξαχθεί δημοψήφισμα για τη διάλυση της ειδικής δικαιοδοσίας ειρήνης, χωριστού δικαστικού οργάνου ενώπιον του οποίου όσοι συμμετείχαν στον πόλεμο έχουν τη δυνατότητα να ομολογήσουν τα εγκλήματά τους εξασφαλίζοντας εναλλακτικές ποινές, αφού δεσμευτούν να αποζημιώσουν τα θύματα.
«Μένει ακόμη πολύς δρόμος να διανυθεί ωσότου η FARC να έχει καταβάλει αποζημιώσεις και να έχει ανταποκριθεί στα θεμιτά αιτήματα των θυμάτων» ανέφερε χθες ο κυβερνητικός Ύπατος Επίτροπος για την Ειρήνη, Μιγκέλ Σεμπάγιος.
Ο ιδιαίτερα περίπλοκος εμφύλιος πόλεμος που άρχισε να μαίνεται στην Κολομβία από το 1958 έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 260.000 ανθρώπους, στη συντριπτική τους πλειονότητα αμάχους, άλλοι 83.000 και πλέον άνθρωποι θεωρούνται ως ακόμη σήμερα επισήμως αγνοούμενοι, ενώ πάνω από επτά εκατομμύρια πολίτες έχουν εκτοπιστεί, σύμφωνα με δεδομένα του Εθνικού Κέντρου για την Ιστορική Μνήμη, δημόσιου θεσμού, που όμως δεν συμπεριλαμβάνουν τα θύματα των τελευταίων λίγων ετών.