Οι Ευρωβουλευτές και τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σήμερα για την υιοθέτηση του στόχου καθαρής μείωσης «τουλάχιστον κατά 55%» των εκπομπών στην ΕΕ των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου ως το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, ανακοίνωσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Ευρωβουλευτές.

Ο στόχος αυτός αποτελούσε αντικείμενο σκληρών διαπραγματεύσεων μεταξύ, από τη μία πλευρά των ηγετών των 27 χωρών μελών, οι οποίοι είχαν συμφωνήσει τον Νοέμβριο σε μια μείωση 55% και από την άλλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο ζητούσε μείωση «τουλάχιστον 60%».

Η συμφωνία αυτή για έναν στόχο της ΕΕ, ο οποίος θα ενσωματωθεί επισήμως σε έναν «νόμο για το κλίμα», ο οποίος προετοιμάζεται, επιτυγχάνεται την παραμονή συνόδου κορυφής για το κλίμα που θα διεξαχθεί κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και κατά την οποία αναμένεται να αποκαλύψει και η Ουάσινγκτον τον δικό της αναθεωρημένο στόχο για το 2030.

«Είναι μια ιστορική στιγμή για την ΕΕ (…) Η συμφωνία ενισχύει τη θέση μας στον κόσμο ως μιας δύναμης που ηγείται στην μάχη κατά της κλιματικής κρίσης», εξέφρασε την ικανοποίησή του σε σχετική ανακοίνωση που εκδόθηκε ο Φρανς Τίμερμανς, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι αρμόδιος για το ευρωπαϊκό «Πράσινο Σύμφωνο».

Από την πλευρά του, ο υπουργός Περιβάλλοντος της Πορτογαλίας Ζοάο Πέντρο Μάτος Φερνάντες, του οποίου η χώρα ασκεί κατά το τρέχον εξάμηνο την προεδρία της ΕΕ, χαιρέτισε «ένα δυνατό μήνυμα προς όλο τον κόσμο» και ένα στόχο «που σήμερα χαράχτηκε στο μάρμαρο».

Οι συνομιλίες ανάμεσα στα κράτη μέλη και τους Ευρωβουλευτές, οι οποίες είχαν περιέλθει σε αδιέξοδο για μήνες, επαναλήφθηκαν χθες, Τρίτη, το απόγευμα και διήρκεσαν μέχρι και μετά τις 5 το πρωί σήμερα, δηλαδή επρόκειτο για 14 ώρες διαπραγματεύσεων.

“Νομικά δεσμευτική”

«Το Ευρωκοινοβούλιο ήταν προφανώς έτοιμο να προχωρήσει ακόμη περισσότερο, αλλά ο συμβιβασμός που επετεύχθη είναι φιλόδοξος: θα κάνουμε δυόμιση φορές περισσότερα σε 9 χρόνια από αυτά που κάναμε τα τελευταία 10 χρόνια στην Ευρώπη», παρατήρησε ο Ευρωβουλευτής Πασκάλ Κανφέν (Renew Europe, φιλελεύθεροι), ο οποίος είναι επικεφαλής της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Εφεξής «ο στόχος για ουδετερότητα άνθρακα για το 2050 θα γίνει νομικά δεσμευτικός», σημείωσε παράλληλα ο Γερμανός Ευρωβουλευτής Πέτερ Λίσε (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) σε μήνυμά του στο Twitter.

Ωστόσο, σημείωσε εκφράζοντας τη λύπη του, αυτός ο στόχος για ουδετερότητα άνθρακα θα εφαρμοστεί συλλογικά στο σύνολο των 27 χωρών μελών, αλλά δεν θα επιβάλλεται σε κάθε ένα κράτος μεμονωμένα, αντίθετα με αυτό που επιθυμούσε το Ευρωκοινοβούλιο. Η Πολωνία, η οποία εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα, ήταν σφόδρα αντίθετη σε αυτό.

Στην συμφωνία που επετεύχθη, ο στόχος είναι μια «καθαρή» μείωση των εκπομπών που προκαλούν τις κλιματικές αλλαγές, δηλαδή μια μείωση που να περιλαμβάνει την αντιστάθμιση των εκπομπών CO2 με φυσικές «δεξαμενές αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα», μέσω για παράδειγμα της αναδάσωσης.

«Πρόκειται για την αναγνώριση της ανάγκης να βελτιωθούν οι ”δεξαμενές άνθρακα” της ΕΕ», μέσω μιας καλύτερης ρύθμισης της χρήσης δασικών εδαφών και περιοχών, υπογραμμίζει η Επιτροπή.

Η συνολική μείωση των εκπομπών θα μπορούσε ακόμη και «να φτάσει σε σχεδόν 57% σε σχέση με το 1990», υπολόγισε ο Πασκάλ Κανφέν.

Ωστόσο περιβαλλοντικές μη κυβερνητικές οργανώσεις και Ευρωβουλευτές των Πρασίνων καταγγέλλουν έντονα έναν στόχο για «καθαρή» μείωση, ο οποίος λαμβάνει υπόψη κυρίως το CO2 που απορροφάται από τα δάση -δημιουργώντας έτσι τον κίνδυνο να μειωθεί μηχανικά η πραγματική μείωση που απαιτείται από τους ρυπογόνους τομείς.

«Ο νόμος για το κλίμα δεν ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες του. Σε πραγματικούς όρους, δεν πρόκειται παρά για μείωση 52,8%, δεν είναι το “Πράσινο Σύμφωνο” που χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση (…) και είναι ανεπαρκές όσον αφορά τη Συμφωνία του Παρισιού», τόνισε σε μήνυμά του στο Twitter ο Γερμανός Ευρωβουλευτής των Πρασίνων Μίχαελ Μπλος.