Η Κίνα, που γιορτάζει τα 70 χρόνια από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας την 1η Οκτωβρίου του 1949, είναι μια πολύ διαφορετική χώρα από αυτή που ήταν υπό τον Μάο Τσετούνγκ.
Από την ύπαιθρο στην πόλη
Με 1,4 δισεκατομμύριο κατοίκους η Κίνα είναι η πιο πολυπληθής χώρα του κόσμου.
Πριν από 70 χρόνια η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων της ζούσε στην ύπαιθρο και μόνο το 10% των Κινέζων έμεναν σε πόλεις.
Το 2019 περίπου το 60% του πληθυσμού ζει σε πόλεις. Περίπου 100 κινεζικές πόλεις έχουν πληθυσμό μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου. Η χώρα μετρά εξάλλου τουλάχιστον έξι μεγαλουπόλεις με περισσότερους από 10 εκατομμύρια κατοίκους.
Το Πεκίνο και η Σανγκάη έχουν η κάθε μία περισσότερους από 20 εκατομμύρια κατοίκους.
Ο πυρετός της οικοδομικής δραστηριότητας μεταμόρφωσε το τοπίο της Κίνας τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Πέντε από τα μεγαλύτερα κτίρια παγκοσμίως βρίσκονται στην ηπειρωτική Κίνα.
Αυταρχικό καθεστώς
Το 1949 σηματοδοτεί την άνοδο στην εξουσία του Μάο Τσετούνγκ. Η μακρά του διακυβέρνηση υπήρξε χαοτική. «Το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός», ένα φιλόδοξο οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα που ξεκίνησε το 1958 οδήγησε σε λιμούς που προκάλεσαν τον θάνατο δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Η πολιτιστική επανάσταση, που ξεκίνησε το 1966, προκάλεσε χάος και εμφύλιο πόλεμο. Ο Μάο πέθανε το 1976.
Σήμερα την Κίνα κυβερνά ο Σι Τζινπίνγκ. Γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος από το 2012, εξελέγη πρόεδρος για πρώτη φορά το 2013. Πλέον ο νέος ισχυρός άνδρας της Κίνας έχει ενισχύσει την προσωπική του εξουσία. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης αναπτύσσουν τη λατρεία στο πρόσωπό του, ενώ το κοινοβούλιο τροποποίησε το Σύνταγμα ώστε να μπορέσει να παραμείνει πρόεδρος για απεριόριστο χρονικό διάστημα.
Νέα παγκόσμια οικονομική τάξη
Η αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας πήρε χρόνο. Η Σοβιετική Ένωση και η Ανατολική Γερμανία ήταν οι πρώτες χώρες που την αναγνώρισαν το 1949.
70 χρόνια αργότερα η Κίνα έχει γίνει μια μεγάλη δύναμη, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως.
Η οικονομία της χώρας αναπτύχθηκε χάρη στην ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001. Έκτοτε η Κίνα έγινε το εργοστάσιο του κόσμου.
Πλέον το Πεκίνο προσπαθεί να επεκτείνει την επιρροή του δημιουργώντας έναν «νέο δρόμο του μεταξιού», ένα πρόγραμμα επενδύσεων σε χερσαίες και θαλάσσιες υποδομές στην Ασία, την Ευρώπη και την Αφρική, που προκαλεί ανησυχία σε κάποιες χώρες.
Στο διαδίκτυο
Το 2018 η Κίνα μετρούσε 829 εκατομμύρια χρήστες του Διαδικτύου, γεγονός που την καθιστά τη μεγαλύτερη διαδικτυακή αγορά παγκοσμίως.
Από αυτούς, τα 817 εκατομμύρια έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο μέσω του κινητού τους τηλεφώνου, κάτι που καθιστά την Κίνα και τη μεγαλύτερη αγορά smartphones παγκοσμίως.
Πριν από δέκα χρόνια ο αριθμός των χρηστών του Διαδικτύου ήταν 298 εκατομμύρια.
Η χώρα είναι επίσης και η μεγαλύτερη χώρα ηλεκτρονικού λιανικού εμπορίου. Η Ημέρα των Εργένηδων –μια γιορτή που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή εκτός Κίνας και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 11 Νοεμβρίου– έσπασε νέο ρεκόρ το 2018 με συνολικές διαδικτυακές αγορές ύψους 30,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ωστόσο το Πεκίνο επιβάλλει λογοκρισία στο Διαδίκτυο θεσπίζοντας πολύ αυστηρούς κανόνες στο περιεχόμενο που αναρτάται και μπλοκάροντας ξένους ιστότοπους όπως το Facebook, το Twitter και δυτικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους.
Στον δρόμο
Το 1949 κυκλοφορούσαν στην Κίνα 50.000 αυτοκίνητα. Πλέον υπάρχουν 409 εκατομμύρια οδηγοί, σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης. Μόνο το 2018 αγοράστηκαν 32 εκατομμύρια νέα αυτοκίνητα.
Όμως αυτό δημιουργεί προβλήματα στις μεγαλουπόλεις, με μεγάλα μποτιλιαρίσματα και αυξημένα επίπεδα μόλυνσης.
Η χώρα του υπερθετικού βαθμού
Η Κίνα περηφανεύεται ότι διαθέτει τη μεγαλύτερη γέφυρα του κόσμου (μεταξύ του Μακάο και της Ζουχάι), την πιο ψηλή γέφυρα στην επαρχία Γκουιζού, το μεγαλύτερο δίκτυο τραίνων υψηλής ταχύτητας, το μεγαλύτερο ενυδρείο και φυσικά το μεγαλύτερο τείχος παγκοσμίως.
Με πληθυσμό 1,4 δισεκατομμύριο η Κίνα είναι η μεγαλύτερη αγορά αυτοκινήτων παγκοσμίως, καταναλώνει το μεγαλύτερο ποσοστό χοιρινού κρέατος και καπνού, ενώ διαθέτει τα περισσότερα νοσοκομεία από οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Όμως η Κίνα διατηρεί και τη θλιβερή πρωτιά των περισσότερων εκτελέσεων κρατουμένων παγκοσμίως, ο αριθμός των οποίων εκτιμάται ότι φτάνει τις πολλές χιλιάδες, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία.