Από την αρχή του χρόνου έφτασαν στην Ιταλία 98 χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες. Όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Eσωτερικών της Ρώμης, τους τελευταίους δυο μήνες η μείωση των αφίξεων ήταν εντυπωσιακή. Τον Ιούλιο η μείωση ήταν της τάξης του 51% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2016. Μέσα στον Αύγουστο οι αφίξεις μειώθηκαν κατά 85% σε σχέση με πέρσι. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η συνεργασία με την Τρίπολη, φέρνει αποτελέσματα.
«Πρέπει να διατεθούν μεγάλα χρηματικά ποσά, υπέρ της Αφρικής», δηλώνει ο Ιταλός υπουργός Εσωτερικών, Μάρκο Μινίτι. Προσθέτει μάλιστα ο ίδιος ότι η συνεργασία της Ρώμης με της λιβυκές αρχές θα συνεχισθεί και ότι η Ιταλία δεν θα πάψει να υποδέχεται πρόσφυγες και μετανάστες.
Κάποιοι πολιτικοί αναλυτές υπογραμμίζουν ότι ο Μινίτι, με την κινητικότητά του και τα απτά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την μείωση των ροών, δεν αποκλείεται να καταφέρει να απειλήσει ακόμη αι τον Ματέο Ρέντσι, ως νέος υποψήφιος ηγέτης της κεντροαριστεράς.
Ρεαλιστική στρατηγική επιλέγει ο Π. Τζεντζιλόνι
Την ίδια ώρα όμως υπάρχουν και επικρίσεις. Το ιταλικό ραδιόφωνο Radio Radicale (του μικρού ριζοσπαστικού κόμματος) ασκεί κριτική στην κυβέρνηση και με αναφορά σε δημοσιεύματα του γαλλικού τύπου και διεθνών πρακτορείων ειδήσεων, σημειώνει ότι υπάρχει κίνδυνος τα χρήματα της ιταλικής κυβέρνησης να καταλήξουν ακόμη και στα χέρια φύλαρχων της Λιβύης.
Και ότι οι φύλαρχοι μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα στην κυβέρνηση της Τρίπολης, και να μπλοκάρουν -αλλά μόνον προσωρινά-τα μεταναστευτικά ρεύματα. Με στόχο, στην συνέχεια, να εκβιάσουν για να προσπαθήσουν να λάβουν περισσότερα χρήματα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θέλησε να σχολιάσει τα σενάρια αυτά, ενώ το ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών άφησε να διαρρεύσει ότι η κυβέρνηση της χώρας δεν διαπραγματεύεται με διακινητές μεταναστών. Είναι αναμφίβολο όμως ότι η κατάσταση στην Λιβύη είναι ιδιαίτερα ρευστή, και είναι δύσκολο να σταθμίσει με ακρίβεια, κανείς, πόσο αξιόπιστοι μπορεί να είναι οι διάφοροι τοπικοί παράγοντες. Προς το παρόν όμως η κυβέρνηση Τζεντιλόνι δείχνει να έχει επιλέξει μια άκρως ρεαλιστική πολιτική στρατηγική.
Πηγή: Deutsche Welle