Επιμέλεια: Γιάννα Μυράτ
Στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών, το προσωπικό του τελωνείου ψάχνει σε βαλίτσες και ψυγεία γεμάτα απανθρακωμένα κρέατα και ψάρια. Υπάρχουν κουτιά με μύγες, με ζαρωμένες νεκρές κάμπιες, κι άλλα με ζουμερές ζωντανές.
Είναι 6 το πρωί, και ελέγχουν όλες τις αποσκευές από τέσσερις πρωινές πτήσεις –τρεις από την Αφρική και μία από την Κίνα– σε μια προσπάθεια να ανακόψουν τη ροή παράνομου κρέατος άγριας ζωής που φτάνει στην Ευρώπη μέσω αυτού του μεγάλου διαμετακομιστικού κόμβου. Υπάρχει μια επίμονη μυρωδιά αποξηραμένων θαλασσινών.
Το προσωπικό εδώ έχει συνηθίσει να βρίσκει όλα τα είδη πλασμάτων στις αποσκευές, από καρχαρίες του 1,5 μέτρου διπλωμένοι μέσα σε ένα κουτί, μέχρι ολόκληρο καπνιστό πίθηκο. Αλλά τα περισσότερα κρέατα έρχονται αποξηραμένα, καπνιστά, απανθρακωμένα και ψιλοκομμένα, επομένως είναι δύσκολο να αναγνωριστούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλλον αυτό είναι το ζητούμενο. Ένα κομμάτι κρέατος που κατασχέθηκε μπορεί να είναι από αρουραίο ζαχαροκάλαμου, γατόψαρο, μαϊμού ή παγκολίνο – ή θα μπορούσε απλώς να είναι λίγο βοδινό κρέας.
Οι ερευνητές υπολογίζουν ότι 3.9 τόνοι κρέατος άγριας ζωής το μήνα διακινούνται λαθραία μέσω αυτού του αεροδρομίου, συμπεριλαμβανομένων κομματιών από ελέφαντες, παγκολίνους και κροκόδειλους, και η ζήτηση για τέτοιου είδους κρέας έχει γίνει ένας από τους κύριους παράγοντες διακίνησης άγριας ζωής. Το εμπόριο ορισμένων ειδών έχει δημιουργήσει μια «σημαντική απειλή εξαφάνισης» σε ορισμένους πληθυσμούς άγριας ζωής, ιδιαίτερα στην Ασία, την Αφρική και τη Νότια Αμερική, σύμφωνα με την πρώτη παγκόσμια αξιολόγηση της επίδρασης του κυνηγιού στα χερσαία θηλαστικά.
Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο βασίζονται στο κρέας άγριας ζωής ως πηγή τοπικής πρωτεΐνης. Ωστόσο, διοχετεύεται όλο και περισσότερο σε ένα επικερδές οργανωμένο εμπόριο, παρέχοντας προϊόντα πολυτελείας σε μια διεθνή αγορά που ωθεί τις τιμές προς τα πάνω.
Μια πρόσφατη ευρεία Ευρωπαϊκή προσπάθεια για την αντιμετώπισή του, η Επιχείρηση Thunder, είχε ως αποτέλεσμα περισσότερες από 2.000 κατασχέσεις ζώων υπό εξαφάνιση τον Οκτώβριο. Το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής είναι ένας από τους πιο κερδοφόρους τομείς για το οργανωμένο έγκλημα και συνεχίζει να αυξάνεται, προειδοποιεί η Ιντερπόλ. Ενέχει επίσης σημαντικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.
Ερευνητές που παρακολουθούν προσωπικές αποσκευές μέσω του αεροδρομίου Charles de Gaulle του Παρισιού βρήκαν ολόκληρα πρόβατα και μοσχάρια τυλιγμένα σε πλαστικό και τοποθετημένα σε θήκες, τα οποία προφανώς είχαν σφαγεί λίγο πριν την επιβίβαση.
Αυτά δεν ήταν προστατευόμενα είδη, αλλά η μετακίνηση σφαγίων και ζωικών προϊόντων κινδυνεύει να δημιουργήσει νέες μολυσματικές ασθένειες, καθώς και τη διάδοση υπαρχόντων, όπως το mpox (παλαιότερα γνωστό ως monkeypox, δηλαδή ευλογιά των πιθήκων) και ο Έμπολα. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος ελέγχου για παθογόνα σε αυτά τα κομμάτια κρέατος σε ένα αεροδρόμιο, ακόμα κι αν οι υπάλληλοι γνώριζαν ποιους παθογόνους να αναζητήσουν.
«Ο Covid ήταν μια προειδοποιητική βολή», λέει η Sandrella Morrison-Lanjouw, ερευνήτρια βιοεπιτήρησης από το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. «Το μολυσμένο κρέας από μια υγρή αγορά στην Αφρική μπορεί να βρεθεί στην Ευρώπη σε λιγότερο από οκτώ ώρες, αλλά δεν θα βρούμε αυτό που δεν ψάχνουμε».
Η κλίμακα του παράνομου εμπορίου κρέατος άγριας ζωής είναι άγνωστη, αλλά οι επιστημονικές ανασκοπήσεις δείχνουν ότι γίνεται όλο και πιο εμπορευματοποιημένο, με μεγαλύτερη ζήτηση σε υπερπόντιες πόλεις και αστικά κέντρα καθώς και σε αγροτικές περιοχές. Εντός της Αφρικής, αναφορές από χώρες όπως η Αγκόλα και η Νιγηρία δείχνουν ότι υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση στις μεγάλες πόλεις, με περισσότερα άτομα να εξαρτώνται από το εμπόριο για εισόδημα.
Καθώς το προσωπικό του τελωνείου ψάχνει τις σακούλες στις Βρυξέλλες, κατάσχει όλο το κρέας, καθώς και όλα τα ψάρια που δεν έχουν αποξηραθεί ή έχουν καθαριστεί από εντόσθια, απαλλαγμένα από έντομα, και ζυγίζουν λιγότερο από 20 κιλά.
Συνήθως, το κρέας που κατασχέθηκε αποτεφρώνεται, καθώς είναι πολύ δαπανηρό και περίπλοκο να μάθουν ποια θα μπορούσαν να είναι αυτά τα ζώα. Αυτό καθιστά αδύνατη την παροχή επιστημονικών δεδομένων σχετικά με την έκταση αυτού του εμπορίου μέσω αεροδρομίων.
Οι αρχές λένε ότι ορισμένα άτομα πετούν κάθε εβδομάδα, με αποσκευές έως και 80 κιλά. «Για αυτούς, είναι ένα εισόδημα», λέει ο Maarten Weyters, επικεφαλής της ομάδας των τελωνειακών ελέγχων του αεροδρομίου των Βρυξελλών. Τα περισσότερα αεροπλάνα δεν υποβάλλονται σε πλήρη έλεγχο των αποσκευών, όπως αυτό.
Το 2023, λέει ο Weyters, η ομάδα του βρήκε 56 είδη άγριας ζωής που καταγράφονται ως απειλούμενα από τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (Cites), συμπεριλαμβανομένων του παγκολίνου, των κοραλλιών και του κροκόδειλου. «Νομίζω ότι οι περισσότεροι από αυτούς γνωρίζουν ότι είναι παράνομο», λέει ο Weyters. «Είναι επίσης παράνομο κι εκεί που μένουν».
Το κρέας βρίσκεται κρυμμένο κάτω από αποξηραμένα ψάρια ή σακούλες με λαχανικά και βότανα, και συχνά είναι τυλιγμένο σε μαύρα δοχεία. Σε πολλές συσκευασίες, το κρέας είναι ήδη σε αποσύνθεση, διάστικτο από σκουλήκια και μύγες. Αυτά μπορεί να αποτελέσουν κίνδυνο για τη βιοποικιλότητα, εισάγοντας έντομα, παράσιτα και πιθανά παθογόνα σε νέα περιβάλλοντα.
«Οι πτήσεις είναι ο πιο γρήγορος τρόπος εισόδου, ενώ τα λιμάνια συνήθως απαιτούν μεγαλύτερο χρόνο διέλευσης», λέει η Anne-Lise Chaber, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας. Μια μελέτη της οποίας ηγήθηκε το 2010 διαπίστωσε ότι σχεδόν ένας στους 12 επιβάτες σε πτήσεις από χώρες της δυτικής και κεντρικής Αφρικής μετέφεραν κρέας άγριας ζωής.
Εμπορεύματα που δεν χρειάζεται να μεταφερθούν τόσο επειγόντως – όπως τα λέπια του παγκολίνου ή τα οστά των τίγρεων και των λιονταριών – είναι πιο πιθανό να βρίσκονται σε εμπορευματοκιβώτια.
Είναι πιθανό ότι αυτό που συμβαίνει στις Βρυξέλλες και το Παρίσι συμβαίνει σε αεροδρόμια σε όλη την Ευρώπη. Δείχνει ότι αν κάποιος θέλει να βρει παράνομα διακινούμενα άγρια ζώα, είναι εύκολο.
Από τις Βρυξέλλες, το κρέας που δεν “αλιεύεται” από το τελωνείο θα φτάσει στις αγορές ευρωπαϊκών πόλεων όπως το Παρίσι, όπου οι έμποροι μπορούν να πάρουν διπλάσια τιμή κρέατος των σούπερ μάρκετ, δείχνοντας ότι οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν υψηλότερες τιμές για αυτά τα προϊόντα.
Με πληροφορίες από Guardian