Το αμερικανικό Πεντάγωνο δείχνει «κόκκινη κάρτα» στην Κίνα, και ο στενός σύμμαχος του Ντόναλντ Τραμπ, Ίλον Μασκ κινδυνεύει να είναι παράπλευρη απώλεια. Το Πεντάγωνο θα προσθέσει στη «μαύρη λίστα» τον μεγαλύτερο κατασκευαστή μπαταριών EV (ηλεκτρικά οχήματα) της Κίνας και τη μεγαλύτερη τεχνολογική εταιρεία της ασιατικής χώρας από τον Ιούνιο του 2026, αποκλείοντάς τους από τις συμβάσεις του Υπουργείου Άμυνας και στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα στις αμερικανικές εταιρείες σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους από τις συναλλαγές μαζί τους σχολιάζει η.
Όπως γράφει σε εκτενές της ρεπορτάζ η αμερικανική εφημερίδα Washington Post, σε ανακοίνωσή του στο Ομοσπονδιακό Μητρώο τη Δευτέρα, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ δημοσίευσε έναν κατάλογο εταιρειών που θεωρεί ότι δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ για τον κινεζικό στρατό, ή για λογαριασμό του, ή συμβάλλουν στη στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας.
Η «λίστα 1260H», που ορίζεται ετησίως από το Κογκρέσο από το 2021, περιλαμβάνει την CATL, τη μεγαλύτερη εταιρεία μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων στον κόσμο, η οποία προμηθεύει την Tesla, τον κατασκευαστή EV που ανήκει στον σύμμαχο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, Ίλον Μασκ. Περιλαμβάνει επίσης τον γίγαντα των κοινωνικών δικτύων Tencent, την πιο πολύτιμη τεχνολογικής εταιρεία της Κίνας.
Άλλες αξιόλογες εταιρείες που προστέθηκαν στη λίστα είναι η κορυφαία εταιρεία κατασκευής εμπορικών τζετ της Κίνας και μια εταιρεία προσδιορισμού αλληλουχίας DNA με δεσμούς με τις ΗΠΑ.
«Όταν το Πεντάγωνο επιβεβαιώνει ότι είστε κινεζική στρατιωτική εταιρεία, είναι μια επίσημη, ‘’κατακόκκινη κάρτα’’ που μπορεί να επηρεάσει τα πάντα, από την αντίληψη για τον κίνδυνο συνεργασίας με μια εταιρεία που μπορεί να επηρεάσει την τιμή της μετοχής της μέχρι τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της στην αγορά των ΗΠΑ», σχολίασε ο Έρικ Σέιερς, συνεργάτης στο American Enterprise Institute και πρώην βοηθός του ανώτατου στρατιωτικού διοικητή των ΗΠΑ στον Ειρηνικό.
Η μαύρη λίστα του Πενταγώνου είναι μεταξύ των ενεργειών που έλαβε το Κογκρέσο, οι κυβερνήσεις Μπάιντεν και η πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, για να περιορίσουν τις επιθετικές στρατιωτικές και τεχνολογικές φιλοδοξίες της Κίνας. Το θέμα θεωρείται σε μεγάλο βαθμό ως δικομματικό, αν και η πολιτική άνοδος του μεγιστάνα της τεχνολογίας Μασκ – ο οποίος έχει σημαντικά επιχειρηματικά συμφέροντα στην Κίνα – μπορεί να περιπλέξει την εικόνα της πολιτικής υπό την επερχόμενη κυβέρνηση.
Η μεταβατική ομάδα του Τραμπ δεν απάντησε σε αίτημα της Washington Post για σχολιασμό.
Η εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Σελίνα Ροντς, χαρακτήρισε τη νέα λίστα ως «ένα σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση των αλυσίδων εφοδιασμού μας και την απομάκρυνση οντοτήτων που υποστηρίζουν» τη στρατηγική της Κίνας για ενοποίηση στρατιωτικών και πολιτικών τεχνολογιών.
Η καταχώριση της CATL (στη μαύρη λίστα) είναι σημαντική, επισήμανε ο Κρεγκ Σίνγκλετον, ανώτερος συνεργάτης για την Κίνα στο Foundation for the Defense of Democracies, επειδή ο έλεγχός της στα δεδομένα που συλλέγονται από τους σταθμούς φόρτισης και τα συστήματα διαχείρισης μπαταριών μπορεί να επιτρέψει την κατασκοπεία της κινεζικής κυβέρνησης. «Η κινεζική νομοθεσία απαιτεί από την CATL να παρέχει στην κινεζική κυβέρνηση πρόσβαση σε όλα τα ιδιόκτητα δεδομένα και τα δεδομένα πελατών της – χωρίς ερωτήσεις» υπογράμμισε.
Επιπλέον, είπε ο Σίνγκλετον, η ενσωμάτωση της CATL στο ηλεκτρικό δίκτυο των ΗΠΑ, μέσω της συνεργασίας της με αμερικανικές εταιρείες ενέργειας όχι μόνο είναι πιθανό να αυξήσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από την υποδομή φόρτισης της CATL αλλά δημιουργεί και πιθανές ευπάθειες ασφαλείας που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να προκληθούν προβλήματα σε βασικές υπηρεσίες, παρόμοιες ανησυχίες είχαν εκφραστεί σχετικά με την εκτεταμένη ενσωμάτωση του κινεζικού τεχνολογικού γίγαντα Huawei στα παγκόσμια δίκτυα τηλεπικοινωνιών.
Να σημειωθεί δε, ότι η επιλογή του Τραμπ για υπουργός Εξωτερικών, ο Μάρκο Ρούμπιο, ηγήθηκε των προσπαθειών για το μπλοκάρισμα μιας συνεργασίας ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων της CATL και της Ford για ηλεκτρικές μπαταρίες στο Μίσιγκαν. Ως ανώτατος Ρεπουμπλικανός της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, ο Ρούμπιο το 2023 εισήγαγε νομοθεσία για να εμποδίσει την CATL να λάβει περιβαλλοντικές επιδοτήσεις και ζήτησε επανεξέταση της συμφωνίας για την εθνική ασφάλεια, επικαλούμενος ανησυχίες για εξάρτηση από την Κίνα.
Η CATL και η κινεζική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον δεν απάντησαν σε αίτημα της WP για σχολιασμό.
Από την πλευρά της η Tencent, που εδρεύει στην πόλη Σεντζέν της Κίνας επιβλέπει τον δημοφιλή ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης WeChat και είναι ηγετική δύναμη στις διαδικτυακές πληρωμές, το ηλεκτρονικό εμπόριο και τα παιχνίδια. Κατέχει μεγάλο μερίδιο στην Epic Games, τον κατασκευαστή του δημοφιλούς παιχνιδιού Fortnite με έδρα τη Βόρεια Καρολίνα, και έχει επενδύσει στην ψυχαγωγία έχοντας παρουσίας στις Warner Music και Universal Music Group.
Με αξία άνω των 480 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Tencent είδε τη μετοχή της να πέφτει σχεδόν κατά 10% τη Δευτέρα μετά την ανακοίνωση.
«Η συμπερίληψη της Tencent σε αυτή τη λίστα είναι ξεκάθαρα λανθασμένη», ανέφερε η εταιρεία σε δήλωση. «Δεν είμαστε στρατιωτική εταιρεία ή προμηθευτής. Ωστόσο, θα συνεργαστούμε με το Υπουργείο Άμυνας (σ.σ των ΗΠΑ) για να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε παρεξήγηση».
Αν και η απαγόρευση δεν τίθεται σε ισχύ μέχρι το 2026, η μαύρη λίστα του Πενταγώνου θα μπορούσε να ενισχύσει τη δυναμική άλλων αμερικανικών υπηρεσιών στις έρευνες που διεξάγουν για τις κινεζικές εταιρείες. Πιθανότατα θα προειδοποιήσει επίσης αμερικανικές και τρίτες εταιρείες που πωλούν ή παρέχουν υπηρεσίες στο Υπουργείο Άμυνας ότι οι εν λόγω κινεζικές εταιρείες θεωρείται ότι υποστηρίζουν την κινεζική αμυντική βιομηχανική βάση, κάτι που έχει δυνητικές επιπτώσεις στο κύρος τους, δήλωσε η Ανν Κοβαλέφσκι, πρώην βοηθός στις Επιτροπές Εξωτερικών Σχέσεων και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία είναι πλέον ανώτερη συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Project 2049.
Η ανακοίνωση της αμερικανικής λίστας έρχεται μετά την προσθήκη 10 αμερικανικών εταιρειών στον «κατάλογο αναξιόπιστων οντοτήτων» από το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας την περασμένη εβδομάδα, επιβάλλοντας ελέγχους στις εξαγωγές ως απάντηση στις κυρώσεις των ΗΠΑ σε κινεζικές εταιρείες.
Η χρονική στιγμή είναι πιθανώς συμπτωματική, διευκρίνισε η Κοβαλέφσκι, καθώς το Πεντάγωνο υποχρεούται να εκδίδει τη λίστα ετησίως, και το έκανε πέρυσι την ίδια περίοδο. Ο αντίκτυπος της λίστας οντοτήτων της Κίνας είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολικός, σημείωσε: «Είναι ένας τρόπος να κάνουν τα παράπονά τους για την πώληση όπλων στην Ταϊβάν και για τους ελέγχους στις εξαγωγές μας».
Αρκετές εταιρείες στη λίστα του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου είναι σημαντικοί εργολάβοι άμυνας των ΗΠΑ που απαγορεύεται από το νόμο να εξάγουν όπλα και αμυντικές υπηρεσίες στην Κίνα, σχολίασαν αναλυτές.
Μια αξιοσημείωτη προσθήκη στη λίστα του Πενταγώνου είναι η Commercial Aircraft Corporation of China Limited, ή COMAC, η κορυφαία εταιρεία κατασκευής εμπορικών αεροσκαφών της Κίνας, η οποία ήταν υπεύθυνη για το πρώτο επιβατικό αεροσκάφος της Κίνας το 2017.
Στη λίστα προστέθηκαν επίσης η ChangXin Memory Technologies, Inc., κορυφαία εταιρεία ημιαγωγών μνήμης της Κίνας, η μονάδα προσδιορισμού αλληλουχίας DNA της BGI Genomic, MGI Tech Co., Ltd., η οποία έχει μια θυγατρική με έδρα το Σαν Χοσέ που ονομάζεται Complete Genomics. Επίσης στη λίστα περιλαμβάνεται η εταιρεία τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου Xiamen Meiya Zhongmin Electronic Technology Co., Ltd., της οποίας οι υπηρεσίες, μαζί με τις ανάλογες της SenseTime, σύμφωνα με τις ΗΠΑ χρησιμοποιούνται από την Κίνα για την καταστολή των εγχώριων εθνοτικών μειονοτήτων.
Μάλιστα, αν και η λίστα που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα δεν περιλαμβάνει τη Hesai, μια εταιρεία της οποίας το σύστημα LiDAR ((LIght Detection And Ranging) χρησιμοποιείται σε αυτόνομα οχήματα και ρομποτική, αξιωματούχος του Πενταγώνου ξεκαθάρισε ότι θα είναι στην τελική λίστα που θα εκδοθεί την Τρίτη.
Οι CXMT, SenseTime και MGI δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχολιασμό στη WP. Παρομοίως η COMAC και η Xiamen Meiya Zhongmin Electronic Technology δεν ήταν άμεσα προσβάσιμες για σχολιασμό.