Στη χώρα των ατομικών ελευθεριών, η ανακοίνωση του Τζο Μπάιντεν ότι ο εμβολιασμός κατά της Covid 19 θα γίνει σύντομα υποχρεωτικός για τα δύο τρίτα των Αμερικανών εργαζομένων σήκωσε θύελλα και κατακραυγή στις τάξεις των Ρεπουμπλικάνων, οι οποίοι προανήγγειλαν μηνύσεις κατά της κυβέρνησης του Δημοκρατικού προέδρου.

«Αυτό μοιάζει πολύ με δικτατορία», αντέδρασαν ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή των Αντιπροσώπων, πριν καν ακόμη ο πρόεδρος των ΗΠΑ ολοκληρώσει την ομιλία του την Πέμπτη.

Ο πρόεδρος τότε κατακεραύνωσε: «Κάναμε υπομονή, αλλά η υπομονή μας έφτασε στα όριά της».

Μετά από μήνες προσπαθειών να πείσει τους Αμερικανούς να εμβολιαστούν, ορισμένες φορές με ανταμοιβές για παρότρυνση, ο 78χρονος ένοικος του Λευκού Οίκου υιοθέτησε προχθές έναν ολοφάνερα διαφορετικό τόνο για να ανακοινώσει τη νέα του «στρατηγική»: να καταστήσει υποχρεωτικό τον εμβολιασμό για περίπου 100 εκατομμύρια Αμερικανούς.

Στην ομιλία του ο Μπάιντεν στηλίτευσε τη «μειονότητα» των Αμερικανών η οποία, όπως τόνισε, υποστηριζόμενη από μια «μειονότητα πολιτικών», εμποδίζει τις ΗΠΑ να «γυρίσουν τη σελίδα» της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, αρνούμενη να εμβολιαστεί.

«Σχεδόν 80 εκατομμύρια Αμερικανοί δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί» και κάνοντας τα πράγματα χειρότερα «αιρετοί εργάζονται ενεργά για να υπονομεύσουν τον αγώνα» εναντίον της πανδημίας, κάτι το οποίο «είναι απαράδεκτο», είπε ο αρχηγός του κράτους παρουσιάζοντας στον Λευκό Οίκο το σχέδιό του για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κατηγοριών εργαζομένων, για να κατανικηθούν αυτοί που «εμποδίζουν» την προστασία «της δημόσιας υγείας».

Αυτά τα 80 εκατομμύρια αντιπροσωπεύουν το 25% του πληθυσμού: αυτό «μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ζημιά, και το κάνει», τόνισε ο Μπάιντεν, επιμένοντας πως σκοπός του είναι οι ΗΠΑ να επιστρέψουν στη «φυσιολογική ζωή» το ταχύτερο.

Ώρες μετά την ομιλία του, η χιονοστιβάδα οργισμένων αντιδράσεων συντηρητικών που καλούσαν για «ελευθερία» ξεχύθηκε ξανά, συνοδευόμενη από απειλές άσκησης μηνύσεων.

«Στα τελευταία νέα, ζούμε σε μια ελεύθερη χώρα», είπε εξεγερμένος ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για συγκέντρωση χρημάτων.

Μια «επίθεση ενάντια σε ιδιωτικές εταιρείες», ήταν η αντίδραση του Ρεπουμπλικανού κυβερνήτη του Τέξας, Γκρεγκ Άμποτ, ανακοινώνοντας ότι υπέγραψε ένα εκτελεστικό διάταγμα «που προστατεύει το δικαίωμα των Τεξανών να επιλέγουν να εμβολιαστούν κατά της Covid».

«Ραντεβού στα δικαστήρια», είπε απευθυνόμενη στον Τζο Μπάιντεν η Κρίστι Νόεμ, συντηρητική κυβερνήτης της Νότιας Ντακότα.

Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (GOP) «θα μηνύσει αυτή τη κυβέρνηση για να προστατεύσει τους Αμερικανούς και τις ελευθερίες τους», πρόσθεσε η πρόεδρος του GOP, Ρόνα ΜακΝτάνιελ.

Μαζί με την τελευταία και πολλοί Ρεπουμπλικάνοι υποστηρίζουν ότι τάσσονται υπέρ του εμβολιασμού κατά της COVID-19, αλλά είναι ενάντιοι να ταχθεί ο εμβολιασμός υποχρεωτικός. Άλλοι είναι σκεπτικιστές απέναντι στα εμβόλια.

Ο νέος οξύς τόνος του Δημοκρατικού προέδρου έριξε λάδι στη φωτιά οργισμένων αντιδράσεων.

Αυτός «δεν είναι ο τρόπος που οι Αμερικανοί περιμένουν από τους αιρετούς αξιωματούχους τους να τους μιλούν», δήλωσε χθες Παρασκευή στο Fox News ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τραμπ, ο Μάικ Πενς .

Οι ΗΠΑ, που μετρούν πάνω από 654.000 νεκρούς εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 40,63 καταγεγραμμένων μολύνσεων από τον SARS-CoV-2, στον βαρύτερο απολογισμό της πανδημίας στον πλανήτη σε απόλυτους αριθμούς και βλέπουν το τελευταίο διάστημα τις εισαγωγές στα νοσοκομεία να αυξάνονται και πάλι.

Αντιμέτωπος με αυτήν την αναζωπύρωση της πανδημίας, εξαιτίας ιδίως της πιο μολυσματικής παραλλαγής Δέλτα, ενώ μέρος των Αμερικανών συνεχίζει να διστάζει να εμβολιαστεί ή να εναντιώνεται στα εμβόλια, ο πρόεδρος Μπάιντεν υπέγραψε την Πέμπτη ένα διάταγμα που απαιτεί από τα λειτουργούς του ομοσπονδιακού κράτους και υπάλληλους εταιρειών που εκτελούν δημόσιες συμβάσεις να εμβολιαστούν μέσα τις επόμενες εβδομάδες, χωρίς να έχουν την εναλλακτική να υποβάλλονται σε τακτικά τεστ. Αυτή η εντολή αφορά επίσης προσωπικό οίκων ευγηρίας και σχολείων που υπάγονται στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Ακόμα πιο ακανθώδες σε αυτήν τη χώρα όπου η κεντρική εξουσία αντιμετωπίζεται με καχυποψία από τους συντηρητικούς, το διάταγμα παρακάμπτει τη νομοθετική εξουσία και την εξουσία των Πολιτειών σε θέματα υγείας και εφαρμόζεται επίσης στον ιδιωτικό τομέα.

Εργαζόμενοι σε εταιρείες που απασχολούν περισσότερους από 100 εργαζόμενους απαιτούνται πλέον να εμβολιαστούν ή να υποβάλλονται σε εβδομαδιαία τεστ.

 

Σκληρή δικαστική μάχη

Σε όλους εκείνους που αντιδρούν οργισμένα, οι Δημοκρατικοί και οι υποστηρικτές των τελευταίων αποφάσεων Μπάιντεν απαντούν ότι άλλα εμβόλια είναι ήδη υποχρεωτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες για παιδιά στο σχολείο.

Επικαλούνται επίσης το δεδικασμένο και τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένης μιας που χρονολογείται από το 1905 που απεφάνθη ενάντια ενός Αμερικανού που αρνιόταν να εμβολιαστεί κατά της ευλογιάς.

Εντούτοις εκείνη η απόφαση αφορούσε τις εξουσίες μιας Πολιτείας και όχι της ομοσπονδιακής. Και το ερώτημα πλέον έγκειται αν ο Λευκός Οίκος μπορεί να επιβάλει αυτήν την υποχρέωση με διάταγμα.

Η νομική μάχη προμηνύεται σκληρή.

Οι αγωγές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος «είναι επιπόλαιες», δήλωσε στο Twitter ο Λόρενς Γκόστιν, καθηγητής Νομικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν. Και ο πρόεδρος «έχει όλες τις νομικές εξουσίες» να καθορίσει κανόνες ασφαλείας στους χώρους εργασίας, σύμφωνα με τον ίδιο.

Το λόμπι Business Roundtable, το οποίο εκπροσωπεί τις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες, έχει «καλωσορίσει» την πολιτική του Τζο Μπάιντεν απέναντι στον ιό.

Ερωτηθείς χθες Παρασκευή για τις απειλές των Ρεπουμπλικάνων για υποβολή μηνύσεων, ο Τζο Μπάιντεν ακούστηκε εκδικητικός:

«Ας προσπαθήσουν», είπε, δηλώνοντας «ιδιαίτερα απογοητευμένος που ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι κυβερνήτες συμπεριφέρθηκαν τόσο απερίσκεπτα με την υγεία των παιδιών».

«Δεν πρέπει να είμαστε καταδικασμένοι σε μια τέτοια πολιτική συζήτηση», συμπλήρωσε ο αρχηγός του κράτους.