Ο πρόεδρος της Νιγηρίας Μαχαμαντού Μπουχάρι θα συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο την 30ή Απριλίου, γνωστοποίησε η αμερικανική προεδρία.

Η συνάντηση θα σημειωθεί μερικές εβδομάδες αφότου ο Ρεξ Τίλερσον, ακόμη υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, επισκέφθηκε τη Νιγηρία και άλλες αφρικανικές χώρες τον Μάρτιο, πριν καθαιρεθεί μετά την επιστροφή του στην Ουάσινγκτον.

Το ταξίδι του τέως ΥΠΕΞ των ΗΠΑ εντασσόταν στις προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης προκειμένου να εξομαλυνθούν οι σχέσεις μετά τον σάλο που προκάλεσε ο υβριστικός τρόπος με τον οποίο ο Τραμπ αναφέρθηκε σε κράτη της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής τον Ιανουάριο, όταν είχε μιλήσει για «χώρες απόπατους». Αργότερα, ο Τραμπ αρνήθηκε ότι έκανε το επίμαχο σχόλιο.

Ο Τραμπ «αδημονεί να συζητήσει» με τον Μπουχάρι «τρόπους βελτίωσης της στρατηγικής εταιρικής μας σχέσης και προώθησης των κοινών προτεραιοτήτων μας», ανέφερε η εκπρόσωπος της αμερικανικής προεδρίας Σάρα Χάκαμπι Σάντερς.

Ανάμεσα στις προτεραιότητες αυτές είναι η «προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και των μεταρρυθμίσεων, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας κι άλλων απειλών για την ειρήνη και την ασφάλεια καθώς και η ενίσχυση του ρόλου της Νιγηρίας ως δημοκρατικής χώρας-ηγέτη της περιοχής».

Ο Μπουχάρι, 75 ετών, πρώην δικτάτορας της Νιγηρίας που εξελέγη στην προεδρία το 2015, γνωστοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι θα διεκδικήσει νέα θητεία στις εκλογές της επόμενης χρονιάς. Αναχώρησε για τη Βρετανία, όπου είχε συνομιλίες με την πρωθυπουργό Τερέζα Μέι αμέσως μετά την αναγγελία αυτή.

Η ανακοίνωση της συνάντησης έγινε την επομένη της ημέρας που συμπληρώθηκε η τέταρτη επέτειος της απαγωγής από την τζιχαντιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ των μαθητριών του Τσιμπόκ (βορειοδυτική Νιγηρία) την 14η Απριλίου 2014.

Η ομαδική απαγωγή των μαθητριών έγινε σύμβολο των ωμοτήτων που διαπράττουν οι τζιχαντιστές, η εξέγερση των οποίων και οι επιχειρήσεις για την καταστολή της έχουν στοιχίσει τη ζωή τουλάχιστον 20.000 ανθρώπων και έχουν προκαλέσει τον εκτοπισμό άλλων 2,6 εκατομμυρίων από το 2009. Η τραγωδία του Τσιμπόκ είχε συνεγείρει έντονη συγκινησιακή φόρτιση παγκοσμίως και αποτέλεσε έναυσμα για το κίνημα «φέρτε πίσω τα κορίτσια μας», στο πλευρό του οποίου είχε ταχθεί η Μισέλ Ομπάμα, η σύζυγος του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.