Μια από τις σημαντικότερες προεκλογικές υποσχέσεις του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, η μεγάλη εκλογική μεταρρύθμιση με στόχο την προστασία του δικαιώματος των Αφροαμερικανών στην ψήφο, κινδυνεύει να καταρρεύσει, αφού μια Δημοκρατική γερουσιαστής ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι διαφωνεί με την τακτική που ακολουθεί το κόμμα της.
Το νομοσχέδιο πέρασε νωρίτερα από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, με τους βουλευτές να τηρούν τις κομματικές γραμμές. Ο επόμενος σταθμός είναι η Γερουσία, όπου επρόκειτο να συζητηθεί με ειδική διαδικασία, ώστε να μην μπορέσουν οι Ρεπουμπλικάνοι να το μπλοκάρουν.
Ο Μπάιντεν συναντήθηκε το απόγευμα της Πέμπτης με Δημοκρατικούς γερουσιαστές, σε μια προσπάθεια να τους πείσει να στηρίξουν το σχέδιό του. Λίγο νωρίτερα όμως, η Κίρστεν Σίνεμα, από την Αριζόνα, ανέβηκε στο βήμα και εξανέμισε τις ελπίδες του προέδρου να περάσει το νομοσχέδιο, το οποίο θεωρεί ως συνέχεια των μεγάλων αγώνων της δεκαετίας του 1960 για τα πολιτικά δικαιώματα. Η Σίνεμα, που είναι κεντρώα Δημοκρατική, δεν διαφωνεί με το πνεύμα του νομοσχεδίου, αλλά στη διαδικασία με την οποία προωθείται. Χωρίς την ψήφο της, σε μια Γερουσία όπου Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι ισοψηφούν, το νομοσχέδιο είναι καταδικασμένο.
Ο Τζο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί ότι θα προστατεύσει την ψήφο των μειονοτήτων και τη διαφάνεια στις ψηφοφορίες, μετά τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις που υιοθέτησαν συντηρητικές Πολιτείες, ιδίως στον νότο. Μη κυβερνητικές οργανώσεις διαβεβαιώνουν ότι τα μέτρα που υιοθέτησαν οι Ρεπουμπλικάνοι πλήττουν κυρίως τους Αφροαμερικανούς, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ψήφισαν τον Μπάιντεν στις τελευταίες εκλογές. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, προτάθηκαν δύο νομοσχέδια (τα οποία στο μεταξύ ενοποιήθηκαν σε ένα) ώστε να εναρμονιστούν οι πρακτικές και να δοθεί στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση το δικαίωμα να επιβλέπει τις τοπικές πρωτοβουλίες.
Για να περάσει το νομοσχέδιο από τη Γερουσία χρειάζονταν θεωρητικά 60 ψήφοι, ώστε να τηρηθεί ο λεγόμενος κανόνες του filibuster, στόχος του οποίου είναι να ενθαρρυνθεί η μετριοπάθεια και ο διάλογος μεταξύ των κομμάτων. Στην πράξη, ο κανόνας αυτός δίνει στην αντιπολίτευση ένα τεράστιο πλεονέκτημα να μπλοκάρει τις προτάσεις, ιδίως όταν οι ισορροπίες είναι τόσο εύθραυστες.
Οι Δημοκρατικοί δεν είχαν παρά μόνο μία λύση για να σώσουν τη μεταρρύθμιση: να καταργήσουν τον κανόνα και να περάσουν το νομοσχέδιο με απλή πλειοψηφία. Αυτή ακριβώς τη ρύθμιση δεν επιθυμεί η Κίρστεν Σίνεμα γιατί θεωρεί ότι «απλώς θα τροφοδοτήσει τον διχασμό».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Σίνεμα και ένας άλλος Δημοκρατικός γερουσιαστής, ο Τζο Μάντσιν, μπαίνουν στον δρόμο του Μπάιντεν. Οι δύο μετριοπαθείς γερουσιαστές αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τα σχέδια του προέδρου, τα οποία κρίνουν ως πολύ παρεμβατικά, πολύ ακριβά, πολύ ιδεολογικά.
Μοναδική διέξοδος πλέον για τον Μπάιντεν θα ήταν να πείσει κάποιους Ρεπουμπλικάνους να στηρίξουν το σχέδιό του. Κάτι τέτοιο όμως φαντάζει εξαιρετικά απίθανο, αφού οι συντηρητικοί γερουσιαστές έχουν οργιστεί τόσο με το περιεχόμενο του νομοσχεδίου όσο και με τον τρόπο που επέλεξαν οι Δημοκρατικοί να το περάσουν. Ο επικεφαλής τους στη Γερουσία, ο Μιτς ΜακΚόνελ, κατηγόρησε σήμερα τον πρόεδρο ότι ακολουθεί «έναν σκανδαλώδη δρόμο που διχάζει».
Μια νέα αποτυχία θα ήταν δύσκολο να την ξεπεράσει ο Μπάιντεν, που ήδη εμφανίζεται αντιδημοφιλής στις δημοσκοπήσεις και κινδυνεύει να χάσει τελείως τον έλεγχο του Κογκρέσου, μετά τις μεσοεκλογές του φθινοπώρου.