Του Κώστα Μπετινάκη
Παίζοντας με τη μέθοδο «μαστίγιο-καρότο», ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ διατηρεί την ένταση στην Κορεατική Χερσόνησο, με την παγκόσμια κοινή γνώμη να αγωνιά για το απευκταίο ενδεχόμενο.
Με την εκτόξευση ενός μη εξοπλισμένου διηπειρωτικού πυραύλου (ICBM) Minuteman III, από αεροπορική βάση της Καλιφόρνια, σε μια προσπάθεια επιβεβαίωσης για την «αποτελεσματικότητα, την ετοιμότητα και την ακρίβεια» των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν επίδειξη των πυρηνικών τους δυνατοτήτων, στέλνοντας σαφές μήνυμα στη Βόρεια Κορέα. Η αμερικανική πυραυλική δοκιμή του Minuteman III έγινε σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή, καθώς το πυρηνοκίνητο αμερικανικό υποβρύχιο ναυλοχεί σε νοτιοκορεατικό λιμάνι και η ναυτική αρμάδα υπό το αμερικανικό αεροπλανοφόρο Carl Vinson πλησιάζει τα κορεατικά ύδατα.
Η συγκυρία όλων αυτών των κινήσεων πυροδοτεί την επικίνδυνη αντιπαράθεση στην Κορεατική, παρόλο που εκπρόσωπος της στρατηγικής διοίκησης «Παγκοσμίων Πληγμάτων» της Αμερικανικής Αεροπορίας διευκρίνισε πως «η δοκιμή είχε σχεδιαστεί από καιρό και δεν σχετιζόταν με την κατάσταση που επικρατεί στη Βόρεια Κορέα».
Ωστόσο, η άρνηση της αμερικανικής στρατηγικής διοίκησης ότι η πυραυλική δοκιμή σχετίζεται με την ένταση Ουάσινγκτον-Πιονγκγιάνγκ προκάλεσε ανησυχία και επικρίσεις από το Ίδρυμα Ειρήνης στην Πυρηνική Εποχή. Με ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του ιδρύματος David Krieger κατηγορεί τις ΗΠΑ «για τη χρήση διπλών standards» και προτρέπει, μάλιστα, την Ουάσινγκτον «να ακολουθήσει τη διπλωματική οδό αντί των στρατιωτικών προκλήσεων», όπως γράφουν οι «Los Angeles Times».
Μάλιστα, έγραψε στο Τwitter πως «οι πυρηνικοί πύραυλοι αποτελούν απλώς σπατάλη χρημάτων».
Φόβοι για αμερικανικό χτύπημα
Η επικίνδυνη ατμόσφαιρα που καλλιεργείται στις ΗΠΑ σε σχέση με τη Β. Κορέα αντικατοπτρίζεται όμως και από τρία άρθρα-απόψεις, που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα στους «New York Times.
Η πολιτική της Ουάσινγκτον εδώ και έξι δεκαετίες δημιουργεί εμπόδια ώστε να μην είναι δυνατή η πραγματοποίηση συνομιλιών με τη Β. ΚορέαΣε ένα απ’ αυτά ο Nicholas Kristof επισημαίνει πως «δεν είναι δυνατόν να βασίζεται κάποιος στην πίεση που ασκεί η Κίνα στην Πιονγκγιάνγκ για το πυρηνικό της πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος να επιλέξει ο Τραμπ το πολεμικό μονοπάτι».
Στο δεύτερο άρθρο ο Max Fisher συμφωνεί πως «δεν υπάρχουν ευοίωνες προοπτικές για την αντιμετώπιση της Β. Κορέας πέρα από πλέον αυστηρότερες κυρώσεις και την απειλή πυραυλικής επίθεσης -διατηρώντας μία κατάσταση σχεδόν εμπόλεμη». Αλλά και κύριο άρθρο των «New York Times» εκφράζει ανησυχίες «για ενδεχόμενο παρορμητικό προληπτικό πλήγμα του Τραμπ εναντίον της Β. Κορέας».
Και τα τρία άρθρα αντιπροσωπεύουν τη μικρονοϊκή άποψη χωρίς να δίνουν σημασία στα κίνητρα που θα μπορούσαν να δώσουν ευκαιρία στη βορειοκορεατική ηγεσία να «παγώσει» ή να μειώσει το πυρηνικό της πρόγραμμα, μέσω της διπλωματικής οδού αντί των απειλών.
Αλλά και η πολιτική της Ουάσινγκτον εδώ και έξι δεκαετίες δημιουργεί εμπόδια ώστε να μην είναι δυνατή η πραγματοποίηση συνομιλιών με τη Β. Κορέα, πραγματοποιώντας συνεχώς -τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο- μεγάλης κλίμακας στρατιωτικά γυμνάσια με τις αμερικανικές δυνάμεις που σταθμεύουν στη Νότια Κορέα.
Γρίφος η σχέση ΗΠΑ-Κίνας
Ύστερα, είναι και η περίεργη κατάσταση που επικρατεί στις σχέσεις των ΗΠΑ με την Κίνα, η οποία αποτελεί από τη μία σημαντικό οικονομικό εταίρο των Ηνωμένων Πολιτειών (150 δις δολάρια) και από την άλλη αντίπαλο της Ουάσινγκτον, με την κρίση που έχει δημιουργηθεί στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Το παράδοξο είναι πως η Κίνα στην κρίση με τη Β. Κορέα έχει στείλει σήμα να μειωθεί η ένταση με την επικράτηση μετριοπάθειας
Με κομμένη την ανάσα
Χωρίς να γνωρίζει, όμως, τι ακριβώς ειπώθηκε ή συμφωνήθηκε στην πρόσφατη συνάντηση στις ΗΠΑ των προέδρων Τραμπ και Σι, ο κόσμος εξακολουθεί να βιώνει την αγωνία από τις δραματικές στιγμές έντασης που προκαλεί η αδιάλλακτη στάση δύο ηγετών.
Και, δυστυχώς, η Β. Κορέα δεν αποτελεί απλώς «το ποντίκι που βρυχάται» με τις δυνατότητες που έχει επιδείξει πως διαθέτει. Όχι εναντίον των ΗΠΑ, αλλά των κοντινών χωρών της -συμμάχων των Αμερικανών. Όπως αποκάλυψε ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Christopher Coons, μετά τη συνάντηση που είχε ο πρόεδρος Τραμπ με το σύνολο των γερουσιαστών, εκτός από την ένταση των κυρώσεων εναντίον της Β. Κορέας ενημερώθηκαν και για «τις στρατιωτικές προοπτικές».
Επιπλέον, είναι και η δήλωση του διοικητή των αμερικανικών δυνάμεων Ειρηνικού, ναυάρχου Harry Harris Jr., ο οποίος ενημερώνοντας το Κογκρέσο είπε πως «το αμυντικό πυραυλικό σύστημα στη Νότια Κορέα θα είναι λειτουργικό εντός των ημερών, καταστρέφοντας κάθε απόπειρα πυραυλικής επίθεσης από τη Β. Κορέα».
Από την αποστολή της Βόρειας Κορέας στον ΟΗΕ έγινε γνωστό ότι «σε περίπτωση που ξεσπάσει ολοκληρωτικός πόλεμος με τις ΗΠΑ, η Πιονγκγιάνγκ θα απαντήσει με πυρηνική προοπτική».
Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Wang Yi δήλωσε την Τετάρτη στο Βερολίνο ότι «η Β. Κορέα θα πρέπει να αναστείλει όλες τις πυρηνικές της δραστηριότητες, αλλά ταυτόχρονα να σταματήσουν και όλα τα πολεμικά γυμνάσια στα κορεατικά ύδατα».
Ποιο είναι το «καρότο»
Λίγο μετά την ενημέρωση του συνόλου της Γερουσίας που κλήθηκε στον Λευκό Οίκο -πράγμα που δεν συνηθίζεται- από τον Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ προέβησαν στην προαναφερόμενη πυραυλική δοκιμή.
Αμέσως μετά, ωστόσο, και αφού τα μηνύματα είχαν «περάσει» προς όλες τις κατευθύνσεις, η αμερικανική διακυβέρνηση αιφνιδίασε. Ούτε λίγο ούτε πολύ μετά την κλιμάκωση της πολεμικής ρητορικής η Ουάσινγκτον πρότεινε τη συνολική αποπυρηνικοποίηση της Κορεατικής μέσω ειρηνικών μέσων και διαλόγου. Προφανώς, είτε κάτι συνέβη κατά την ενημέρωση της Γερουσίας και ο Τραμπ έγινε αποδέκτης συμβουλών και σκέψεων εκ μέρους των γερουσιαστών ή κάτι συνέβη στο τρίγωνο συνεννόησης μεταξύ Ουάσινγκτον-Μόσχας και Πεκίνου. Υφίσταται και μια τρίτη εκδοχή. Μέσω των γνωστών διαύλων επικοινωνίας που είναι διαχρονικοί με τη Β. Κορέα να υπήρξαν κάποια «σημάδια» που υποδηλώνουν διάθεση της Πιονγκγιάνγκ να συνομιλήσει σοβαρά.
Είναι, όμως, έτοιμοι εκείνοι που φούντωσαν την ένταση να ακολουθήσουν τον δρόμο της λογικής; Οι επόμενες ημέρες θα δείξουν αν η ένταση μπορεί να αποκλιμακωθεί.