Η Βόρεια Κορέα δεν έχει ανταποκριθεί σε μια παρασκηνιακή διπλωματική προσέγγιση που έκανε η αμερικανική κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν στα μέσα Φεβρουαρίου, συμπεριλαμβανομένης της αποστολής της Πιονγκγιάνγκ στα Ηνωμένα Έθνη, δήλωσε χθες στο Reuters ένας ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Η αποκάλυψη της μέχρι στιγμής ανεπιτυχούς προσέγγισης των ΗΠΑ εγείρει ερωτήματα σχετικά με το πώς ο Αμερικανός πρόεδρος θα αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες εντάσεις με την Πιονγκγιάνγκ σχετικά με με τα πυρηνικά της όπλα και τα προγράμματα βαλλιστικών πυραύλων.
Δίνει επίσης μια νέα διάσταση στην επίσκεψη των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας των ΗΠΑ την επόμενη εβδομάδα στη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία, όπου οι ανησυχίες σχετικά με το πυρηνικό οπλοστάσιο της Βόρειας Κορέας αναμένεται να βρεθούν ψηλά στην ατζέντα των συνομιλιών.
Ο ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν, μιλώντας υπό τον όρο να μην κατονομαστεί, έδωσε λίγες λεπτομέρειες αναφορικά με τη διπλωματική ώθηση. Ωστόσο, ανέφερε πως έγιναν προσπάθειες προσέγγισης με την κυβέρνηση της Βόρειας Κορέας «μέσω διαφόρων διαύλων, με αφετηρία τα μέσα Φεβρουαρίου», συμπεριλαμβανομένης της βορειοκορεατικής αποστολής στον ΟΗΕ.
«Μέχρι σήμερα, δεν έχουμε λάβει καμία αντίδραση από την Πιονγιάνγκ», δήλωσε ο αξιωματούχος.
Η αποστολή της Βόρειας Κορέας στα Ηνωμένα Έθνη δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα για σχόλιο.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν μέχρι στιγμής είναι επιφυλακτική να περιγράψει δημόσια την πολιτική της απέναντι στη Βόρεια Κορέα, τονίζοντας ότι πραγματοποιεί μια ολοκληρωμένη αναθεώρηση της πολιτικής μετά από την πρωτόγνωρη προσέγγιση του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν, που απέτυχε να πείσει την Πιονγκγιάνγκ να εγκαταλείψει το πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Ο αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν δήλωσε ότι φαίνεται να μην υπάρχει ενεργός διάλογος μεταξύ των ΗΠΑ και της Βόρειας Κορέας για περισσότερο από ένα χρόνο, συμπεριλαμβανομένης της τελευταίας περιόδου της διακυβέρνησης Τραμπ, «παρά τις πολλές προσπάθειες αυτό το χρονικό διάστημα από την πλευρά των ΗΠΑ να εμπλακούν» σε συνομιλίες.
Ο Αμερικανός αξιωματούχος αρνήθηκε να προβεί σε εικασίες για το πώς η σιωπή της Πιονγιάνγκ θα επηρεάσει την αναθεώρηση της πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν απέναντι στη Βόρεια Κορέα.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Μπάιντεν χαρακτήρισε τον Κιμ «αλήτη» και είπε ότι θα τον συναντούσε μόνο «υπό την προϋπόθεση ότι θα συμφωνούσε να μειώσει την πυρηνική ικανότητα» της Βόρειας Κορέας.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν δεν έχει ακόμη προβεί σε επιβολή πρόσθετων κυρώσεων, σε συντονισμό με συμμάχους, για να πιέσει τη Βόρεια Κορέα για αποπυρηνικοποίηση.
Οι κυρώσεις μέχρι στιγμής δεν έχουν καταφέρει να πείσουν τον Κιμ να εγκαταλείψει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.
Ο Μπλίνκεν πρόκειται να έχει τις πρώτες κατ’ ιδίαν συνομιλίες μεταξύ ανώτερων αξιωματούχων της κυβέρνησης Μπάιντεν και Κινέζων αξιωματούχων στις 18 Μαρτίου στην Αλάσκα. Η κυβέρνηση Τραμπ κατηγορούσε την Κίνα ότι δεν επέβαλε κυρώσεις εναντίον της Βόρειας Κορέας.
Μια εμπιστευτική έκθεση του ΟΗΕ διαπίστωσε ότι η Βόρεια Κορέα διατήρηση και ανέπτυξε τα προγράμματα πυρηνικών και βαλλιστικών πυραύλων κατά τη διάρκεια του 2020 κατά παράβαση των διεθνών κυρώσεων.
Η έκθεση ανεξάρτητων επιθεωρητών για την επιβολή των κυρώσεων ανέφερε ότι η Πιονγκγιάνγκ «παρήγαγε σχάσιμο υλικό, διατηρούσε πυρηνικές εγκαταστάσεις και αναβάθμισε τις υποδομές βαλλιστικών πυραύλων» συνεχίζοντας να αναζητά από το εξωτερικό υλικό και τεχνολογία για αυτά τα προγράμματα.