Οι Αρχές της Ιντιανάπολις θεωρούν ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς για να κρίνουν ποιο ήταν το κίνητρο του ενόπλου ο οποίος σκότωσε οκτώ εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις της εταιρείας ταχυμεταφορών FedEx και τραυμάτισε πολλούς άλλους, προτού να βάλει τέλος στη ζωή του.

Η επίθεση αυτή, η πιο πρόσφατη μιας σειράς πολύνεκρων επεισοδίων το τελευταίο διάστημα στις ΗΠΑ, έγινε στα γραφεία της εταιρείας κοντά στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Ιντιανάπολις, λίγα λεπτά μετά τις 23.00 το βράδυ της Πέμπτης, τοπική ώρα. Κράτησε μόλις μερικά λεπτά και όλα είχαν τελειώσει πριν φτάσουν στο σημείο οι πρώτοι αστυνομικοί, όπως ανέφερε ο αναπληρωτής διευθυντής της αστυνομίας της πόλης, Κρεγκ Μακάρτ.

Οι μάρτυρες περιέγραψαν μια χαοτική επίθεση, με τον ένοπλο να ανοίγει πυρ αρχικά στο πάρκινγκ και κατόπιν να μπαίνει μέσα στο κτήριο, όπου συνέχισε να πυροβολεί. Οι αστυνομικοί τον βρήκαν νεκρό, αφού προφανώς αυτοπυροβολήθηκε.

Ο ειδικός πράκτορας του FBI Πολ Κίναν είπε ότι «θα ήταν πρόωρο να εικάσει» ποιο ήταν το κίνητρο του δράστη. Πηγές των υπηρεσιών ασφαλείας ανέφεραν ότι ο ένοπλος ονομαζόταν Μπράντον Σκοτ Χόουλ και ήταν 19 ετών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, σε ανακοίνωσή του, ανέφερε ότι διέταξε να κυματίζουν μεσίστιες οι σημαίες στη μνήμη των θυμάτων και επανέλαβε την έκκλησή του προς το Κογκρέσο να εγκρίνει νόμους που θα επιβάλουν περιορισμούς στην οπλοκατοχή. «Πάρα πολλοί Αμερικανοί πεθαίνουν καθημερινά από τη βία των όπλων. Αυτό το πράγμα κηλιδώνει τον χαρακτήρα μας και ξεσκίζει την ψυχή του έθνους μας. Μπορούμε και πρέπει να κάνουμε περισσότερα για να σώσουμε ζωές», τόνισε.

Από τις αρχές του 2021 έχουν καταγραφεί 147 «μαζικές επιθέσεις», δηλαδή επεισόδια στα οποία τουλάχιστον τέσσερις άνθρωποι πυροβολήθηκαν, σύμφωνα με το Gun Violence Archive, έναν μη κερδοσκοπικό ιστότοπο που καταγράφει συμβάντα με χρήση όπλων.

Σήμερα ήταν εξάλλου η 14η επέτειος από την πιο φονική επίθεση σε σχολείο στην ιστορία των ΗΠΑ, όταν 32 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Πολυτεχνικό Ινστιτούτο της Βιρτζίνια.

Οργή και οδύνη στην Ινδιανάπολη

Ένας εργαζόμενος στη FedEx, ο Λιβάι Μίλερ, είπε στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC ότι είδε έναν «κουκουλοφόρο» να κρατάει ένα ημιαυτόματο τουφέκι, να φωνάζει και να ανοίγει πυρ έξω από το κτήριο.

«Νόμισα ότι με είδε και έσκυψα αμέσως να καλυφθώ», περιέγραψε.

Ένας άλλος εργαζόμενος είπε στο τοπικό κανάλι WRTV ότι έτρωγε το βραδινό του όταν άκουσε κάτι σαν «δύο δυνατούς μεταλλικούς ήχους» και ακολούθησαν πυροβολισμοί. «Κάποιος πήγε πίσω από το αυτοκίνητο, στο πορτ-μπαγκάζ και μετά πήρε ένα άλλο όπλο. Είδα έναν άνθρωπο πεσμένο στο πάτωμα», είπε.

Πέντε άνθρωποι μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία με τραύματα από σφαίρες και ο ένας είναι σε κρίσιμη κατάσταση. Άλλοι δύο δέχτηκαν τις πρώτες βοήθειες επί τόπου και στη συνέχεια έφυγαν για τα σπίτια τους.

Μερικές ώρες μετά την επίθεση, συγγενείς, φίλοι και συνάδελφοι των υπαλλήλων συγκεντρώθηκαν σε ένα «κέντρο επανένωσης οικογενειών» που οργάνωσαν οι Αρχές σε κοντινό ξενοδοχείο. Κάποιοι συγγενείς εξέφρασαν την οργή τους γιατί δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τους εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις επειδή η εταιρεία τους απαγορεύει να έχουν μαζί τους κινητά τηλέφωνα για να μην τους αποσπούν την προσοχή.

Σε ένα μήνυμα προς το προσωπικό, ο Φρέντερικ Σμιθ, υψηλόβαθμο στέλεχος της FedEx, ανέφερε ότι και τα οκτώ θύματα ήταν εργαζόμενοι της εταιρείας.