Του Κώστα Μπετινάκη
Οι τζιχαντιστές συνεχίζουν την προέλασή τους με κατεύθυνση τη Βαγδάτη, ενώ μάχες σημειώθηκαν στην πόλη Μουκταντίγια της επαρχίας Ντιάλα. Ο γερμανικός Τύπος κάνει λόγο για σπίθα που απειλεί να προκαλέσει μεγαλύτερη ανάφλεξη.
Ο ανώτερος σιίτης κληρικός του Ιράκ, ο «Μεγάλος Αγιατολάχ» Αλί αλ Σιστανί, στην προσευχή της Παρασκευής στην ιερή πόλη Καρμπάλα, κάλεσε τους πιστούς να πάρουν τα όπλα για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους από τους σουνίτες μαχητές.
«Όσοι μάχονται εναντίον του ISIL θα γίνουν μάρτυρες» είπε ο Αγιατολάχ.
Με τον τρόπο αυτό κλιμακώνεται η θρησκευτική διαμάχη που έχει τις ρίζες της στην επιλεκτική προώθηση των σιιτών σε βάρος των σουνιτών από τη διακυβέρνηση του εκλεκτού της Ουάσιγκτον Νούρι αλ Μαλίκι αφότου ανέλαβε την πρωθυπουργία το 2006.
Οι μαχητές με τη μαύρη σημαία δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν τις μεγάλες πετρελαιαποθήκες, μια και οι Κούρδοι έσπευσαν να καταλάβουν το Κιρκούκ, ενώ ο ιρακινός στρατός το εγκατέλειπε.
Παρά τις αμερικανικές διαβεβαιώσεις που έδωσε ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν στον Αλ Μαλίκι -σε τηλεφωνική τους επικοινωνία- ότι οι ΗΠΑ θα εντείνουν την υποστήριξή τους, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε πως στόχος είναι η ενίσχυση του ιρακινού στρατού παρά μια αμερικανική στρατιωτική επέμβαση.
Δυόμισι χρόνια μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ η χώρα βυθίζεται στο χάος. Τζιχαντιστές της πιο επικίνδυνης ισλαμιστικής οργάνωσης, που ονομάζεται Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (Μεγάλης Συρίας), συνεχίζουν την προέλασή τους, έχοντας καταλάβει το 10% της ιρακινής επικράτειας, με αρχή τη Μοσούλη, και βρίσκονται μερικές δεκάδες χιλιόμετρα έξω από τη Βαγδάτη.
Εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι έχουν τραπεί σε φυγή και η οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Watch κάνει λόγο για μαζικές εκτελέσεις, βασανιστήρια και βομβιστικές επιθέσεις σε βάρος των αμάχων.
Οι αναλυτές υποστηρίζουν πως οι γειτονικές αραβικές χώρες αλλά και το Ιράν και η ΕΕ θα πρέπει να συμβάλουν ώστε να υπάρξει σταθεροποίηση στην περιοχή. Αλλά θα πρέπει να σταματήσει κάποιος την εξτρεμιστική οργάνωση Ισλαμιστικό κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε με στρατιωτικά μέσα. Αυτό είναι θέμα του ιρακινού στρατού, αλλά ο σημερινός στρατός του Ιράκ δεν είναι σε θέση να κάνει κάτι τέτοιο.
Οι μόνες δυνάμεις που εν μέρει είναι σε θέση να πολεμήσουν είναι οι Κούρδοι. Αλλά ούτε αυτοί δεν συνεργάζονται με την κυβέρνηση. Χρειάζεται μια κυβέρνηση στο Ιράκ που να εκπροσωπεί όλες τις δυνάμεις, ακόμα και τη σουνιτική μειοψηφία και όχι μόνο τους σιίτες.
Αμηχανία και επικρίσεις
Η ιρακινή κυβέρνηση βρίσκεται σε κατάσταση σοκ και έχει ζητήσει βοήθεια από τις ΗΠΑ. Αλλά στην Ουάσιγκτον επικρατεί αμηχανία. Αν και ο πρόεδρος Ομπάμα έκανε λόγο για κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, δεν πέρασαν μερικά λεπτά και ο Λευκός Οίκος σε ανακοίνωσή του απέκλεισε τη ενεργοποίηση χερσαίων δυνάμεων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος γνωρίζει ότι δεν μπορεί να εξαγνίσει τις παλιές αμαρτίες του προκατόχου του με νέα εισβολή του αμερικανικού στρατού. Οι αντίπαλοί του ωστόσο τον επικρίνουν, καταλογίζοντάς του ευθύνες για το ιρακινό χάος.
«Η έλλειψη στρατηγικής στη Μ. Ανατολή έχει μοιραίες συνέπειες για το Ιράκ και τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή» δήλωσε ο ρεπουμπλικάνος Τζο Μπένερ, πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τζον Μακέιν κάλεσε σε παραίτηση ολόκληρη την ομάδα συμβούλων του Ομπάμα για την εθνική ασφάλεια, για «κολοσσιαία λάθη στην αμερικανική πολιτική ασφάλειας».
«Ακόμη χειρότερα»
Η κριτική είναι σωστή, αλλά τα αίτια ανάγονται σε άλλες εποχές και αιτίες. Σε μια χώρα τόσο νευραλγική όσο το Ιράκ, που διαθέτει τις μεγαλύτερες πετρελαιοπηγές του κόσμου, τα αμερικανικά συμφέροντα είναι τεράστια και απόδειξη γι’ αυτό η μαζική εισβολή αμερικανικών εταιρειών μετά την πτώση του καθεστώτος Σαντάμ. Ο στρατηγός ε.α. Γουέσλι Κλαρκ, πρώην αρχηγός του αμερικανικού στρατού, βλέπει εκεί ακριβώς την αιτία του «κακού», που περιγράφει στην αυτοβιογραφία του. Λίγο μετά τις βομβιστικές επιθέσεις το Σεπτέμβρη του 2001 ο Κλαρκ ήταν στο Πεντάγωνο, όταν του τηλεφώνησε ένας εργαζόμενος για να του ανακοινώσει ότι οι ΗΠΑ θα επιτίθεντο στο Ιράκ χωρίς να το αιτιολογήσει. Όταν έπειτα από εβδομάδες τον ξανασυναντά και τον ρωτά αν παραμένει το σχέδιο, του απαντά: «ακόμη χειρότερα». Και του παρουσιάζει ένα μυστικό μνημόνιο του Πενταγώνου. «Μέσα σε πέντε χρόνια θα καταστρέψουμε επτά χώρες».
Πρόσχημα οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου
Το μνημόνιο έκανε αναφορά στο Ιράκ, στη Συρία, στον Λίβανο, στη Λιβύη, στη Σομαλία, στο Σουδάν και στο Ιράν, με αυτήν ακριβώς της σειρά. «Η χώρα μας ήταν στα χέρια ανθρώπων όπως του Πολ Βόλφοβτς, του Ντικ Τσένι, του Ντόναλντ Ράμσφελντ και άλλων, που ήθελαν να αποσταθεροποιήσουν χώρες της Μέσης και Εγγύς Ανατολής, να τις οδηγήσουν στο χάος και να τις θέσουν υπό τον έλεγχό τους» συνοψίζει σήμερα ο 69χρονος στρατηγός και βετεράνος του πολέμου στο Βιετνάμ.
Ο στόχος ως προς το χάος επετεύχθη, όχι όμως και ως προς τον έλεγχο. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Κλαρκ δεν είναι ο μόνος που εκφράζει αυτήν την άποψη. Στη διαδικτυακή σελίδα της πολιτικής οργάνωσης Μotherjones γίνεται λόγος για την προεκλογική εμφάνιση του γερουσιαστή Ραντ Πολ από το υπερσυντηρητικό κίνημα Tea Party των Ρεπουμπλικάνων, που εξηγούσε πώς το διπλό τρομοκρατικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους αποτέλεσε το πρόσχημα για την εισβολή στο Ιράκ, καθώς και ποιος ωφελήθηκε από αυτό.
Δισ. δολάρια για την Halliburton
Ποιος; Η πετρελαϊκή εταιρεία Halliburton, στην οποία μέχρι το 2000 γενικός διευθυντής ήταν ο πρώην αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι. Σύμφωνα με τον Ραν Πολ, αμέσως μετά την έναρξη του πολέμου πήρε συμβόλαιο ύψους δισ. δολαρίων χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού. Ακριβή στοιχεία δεν υπάρχουν, αλλά το 2013 οι «Financial Times» επιχείρησαν να συνοψίσουν ό,τι είχε μαθευτεί.
Συνολικά έρευσαν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις τουλάχιστον 138 δισ. δολάρια, χρήματα φορολογουμένων, για παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών ασφαλείας ή υλικού για τον πόλεμο στο Ιράκ. Μεγαλύτερος αποδέκτης των χρημάτων ήταν η εταιρία Halliburton με 39 δισ. δολ. Υπάρχουν κι άλλοι αριθμοί: 4488 Αμερικανοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους. Το 70% των 190.000 νεκρών ήταν από τον άμαχο πληθυσμό, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Μπράουν στο Ρόουντ Άιλαντ. Το συνολικό κόστος, συμπεριλαμβανομένων της ανοικοδόμησης και της θεραπείας των Αμερικανών στρατιωτών, ανέρχεται σύμφωνα με την ίδια μελέτη στα 2,2 τρισ. δολάρια, πολύ πάνω από τα 60 δισ. που υπολόγιζαν οι αισιόδοξοι κατά την έναρξη του πολέμου.
Μόνο το πρελούδιο
Ύστερα από όλα αυτά η Ουάσιγκτον βλέπει με ζήλια προς την κατεύθυνση της Ρωσίας. Η προσάρτηση της Κριμαίας από του Ρώσους, σε σύγκριση με τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν ή στο Ιράκ, ήταν υποδειγματική και πολύ καλά οργανωμένη.
Βέβαια και τη Ρωσία την απειλεί ισλαμιστική βία και η χώρα πλήρωσε μεγάλο φόρο αίματος στο Αφγανιστάν πολεμώντας τους Ταλιμπάν, που τους εξόπλιζαν τότε οι Αμερικανοί με όπλα τελευταίας τεχνολογίας. Ή και κατά την «αποκατάσταση της τάξης» στην Τσετσενία, που είχε ως επακόλουθο σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων στην καρδιά της Ρωσίας.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ χαρακτήρισε ανησυχητικές τις εξελίξεις. «Δεν θα χαρούμε εάν η περιπέτεια που λέγεται Ιράκ τελειώσει αρνητικά για τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς» είπε.
Οι ανησυχίες του είναι απόλυτα κατανοητές, υποστηρίζουν Γερμανοί αναλυτές. Το Ιράκ θα μπορούσε να είναι το πρελούδιο εκείνου που περιμένει τον υπόλοιπο κόσμο, όταν οι Αμερικανοί αποσυρθούν και από το Αφγανιστάν. Τότε η Ρωσία θα βρισκόταν και πάλι στην πρώτη γραμμή του μετώπου.
Πηγή: Deutsche Welle / Handelsblatt