Ο ειδικός ανακριτής με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μιούλερ σημείωσε μία νίκη σε δικαστήριο της Βιρτζίνιας, όταν ένας ομοσπονδιακός δικαστής απέρριψε αίτημα του πρώην προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, Πολ Μάναφορτ, για την ελάφρυνση του κατηγορητηρίου που του έχει απαγγελθεί, μεταδίδει το ABC News.
Ο Μάναφορτ στην αίτησή του υποστήριξε ότι ο Μιούλερ έχει υπερβεί το πλαίσιο διεξαγωγής της έρευνας που διεξάγει, σύμφωνα με την εντολή που του έχει δοθεί από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Από την άλλη μεριά, ο δικαστής Τ.Σ. Έλις ανέφερε στην απόφασή του ότι η διαταγή της 17ης Μαΐου 2017 που προβλέπει τη διεξαγωγή έρευνας για την υπόθεση εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016 «δεν περιορίζει την εξουσία απαγγελίας κατηγοριών του Μιούλερ, αναφορικά με την τέλεση ομοσπονδιακών εγκλημάτων σχετικά με την εμπλοκή στην εκλογική διαδικασία ή τη διάπραξη συνωμοσίας. Αντίθετα, ο ειδικός ανακριτής επί τη βάσει των εισαγγελικών καθηκόντων του έχει την αρμοδιότητα να ασκήσει δίωξη για την τέλεση ομοσπονδιακών εγκλημάτων, όπως προκύπτει από τη διεξαγωγή της ειδικά εξουσιοδοτημένης έρευνάς του».
«Οι κατηγορίες που έχουν απαγγελθεί προκύπτουν από την έρευνα σχετικά με τις πληρωμές που έλαβε ο κατηγορούμενος από ηγέτες και πολιτικούς αξιωματούχους που είχαν την υποστήριξη της Ρωσίας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο δικαστής.
Η απόφαση αυτή δημοσιοποιήθηκε περίπου δύο μήνες μετά, από τα ερωτήματα που είχε εκφράσει ο ίδιος δικαστής, σχετικά με το εύρος διεξαγωγής της έρευνας του Μιούλερ, αναφορικά και με το ενδεχόμενο διάπραξης συνωμοσίας μεταξύ της Ρωσίας και της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, το 2016. Τα σχόλιο του αυτό στη διάρκεια ακρόασης προκάλεσε την προσοχή του προέδρου Τραμπ, ο οποίος λίγο μετά δήλωσε αναφορικά με τον Έλις: «Πρόκειται για κάτι εξαιρετικό… Είναι ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο».
Ο δικαστής Έλις στην απόφασή του εντόπισε ότι ο Αμερικανός αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Ροντ Ρόζενσταϊν προχώρησε σωστά στον διορισμό του Μιούλερ, ο οποίος έψαχνε για διασυνδέσεις με Ρώσους, κατά την έρευνά του για τον Μάναφορτ. Ο δικαστής, σημείωσε «το γεγονός ότι ο [τότε, πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανούκοβιτς] ήταν ένας πρόεδρος που είχε ισχυρούς δεσμούς με τη Ρωσία, επιβάλλοντας τη διεξαγωγή της έρευνας».
Ωστόσο, και η απόφαση αυτή του Έλις δεν ήταν χωρίς κριτική για την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Έτσι, ο δικαστής επέστρεψε στην κριτική του κατά της εισαγγελικής αρχής, αμφισβητώντας το πραγματικό κίνητρο της έρευνας αυτής, όπως είχε πράξει και στις αρχές Μαΐου, γράφοντας σε μία σημείωση: «Με δεδομένη την έμφαση που δίνει η έρευνα στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, ακόμη κι ένας τυφλός μπορεί να δει ότι ο πραγματικός στόχος της έρευνας αυτής είναι ο πρόεδρος Τραμπ, που δεν είναι κατηγορούμενος, ενώ η δίωξη του κατηγορουμένου αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου σχεδίου».
Ο ίδιος δικαστής επανέλαβε την κριτική που έχει ασκήσει και σύμφωνα με την οποία ο Μιούλερ απήγγειλε περισσότερες κατηγορίες κατά του Μάναφορτ, κλιμακώνοντας την άσκηση της πίεσης προς τον ίδιο, ώστε να τον αναγκάσει να παράσχει αποδείξεις σε βάρος του Τραμπ.
«Ειδικότερα, οι κατηγορίες σε βάρος του εναγομένου στοχεύουν στο να τον αναγκάσουν να συνεργαστεί με τον ειδικό ανακριτή, μέσω της αποκάλυψης αποδείξεων σε βάρος του προέδρου ή άλλων μελών της προεκλογικής εκστρατείας» είπε χαρακτηριστικά ο δικαστής. «Παρά το γεγονός ότι αυτές οι τακτικές άσκησης πίεσης από την εισαγγελία δεν είναι ασυνήθεις ή παράνομες, είναι προσβλητικές» τόνισε.