Ένα σχόλιο που έκανε ο Aμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την Κυριακή, ότι η ExxonMobil ή κάποια άλλη αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία μπορεί να κληθεί να αναλάβει τη διαχείριση των πετρελαιοπηγών στην ανατολική Συρία, προκάλεσε αντιδράσεις από πλευράς νομικών και ειδικών στον ενεργειακό τομέα.
«Αυτό που έχω σκοπό να κάνω — ίσως — είναι να κλείσω συμφωνία με την ExxonMobil, ή κάποια άλλη από τις μεγάλες εταιρείες μας, για να πάει εκεί πέρα, να το κάνει σωστά (…) και να μοιράσει τον πλούτο», ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με θέμα την επιχείρηση των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων η οποία οδήγησε στον θάνατο του ηγέτη της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), του Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι.
Η ExxonMobil και η Chevron, δύο από τις μεγαλύτερες αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στη Μέση Ανατολή, απέφυγαν να κάνουν οποιοδήποτε σχόλιο.
«Το διεθνές δίκαιο προβλέπει προστασία έναντι ακριβώς αυτού του είδους της εκμετάλλευσης», τόνισε η Λόρι Μπλανκ, καθηγήτρια στη Σχολή Νομικής Έμορι (Emory Law School) και διευθύντρια του Κέντρου Διεθνούς και Συγκριτικού Δικαίου (Center for International and Comparative Law) που έχει ιδρύσει το πανεπιστήμιο.
«Η κίνηση αυτή όχι μόνο θα ήταν αμφισβητήσιμη από νομική άποψη, αλλά θα έστελνε το μήνυμα σε όλη την περιοχή [της Μέσης Ανατολής] και στον κόσμο ότι η Αμερική θέλει να κλέψει το πετρέλαιο», προειδοποίησε ο Μπρους Ρίντελ, άλλοτε σύμβουλος εθνικής ασφαλείας στον Λευκό Οίκο, σήμερα στέλεχος του κέντρου μελετών Brookings Institution.
«Η ιδέα ότι οι ΗΠΑ θα “κρατήσουν το πετρέλαιο” στα χέρια της ExxonMobil ή κάποιας άλλης αμερικανικής εταιρείας είναι ανήθικη και πιθανόν παράνομη», σχολίασε ο Τζεφ Κόλγκαν, επισκέπτης καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών μελετών στο πανεπιστήμιο Μπράουν. Ακόμη, ο Κόλγκαν προειδοποίησε ότι οι αμερικανικές εταιρείες θα αντιμετώπιζαν σωρεία «πρακτικών προκλήσεων» εάν αποφάσιζαν να δραστηριοποιηθούν στη Συρία.
Το να πειστεί η ExxonMobil ή κάποια άλλη μεγάλη αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία να πάει να εκμεταλλευθεί συριακές πετρελαιοπηγές θα ήταν «δύσκολο», σύμφωνα με την Έλεν Ουόλντ, ειδικό στο Κέντρο για την Παγκόσμια Ενέργεια (Global Energy Center) του ινστιτούτου μελετών Ατλαντικό Συμβούλιο (Atlantic Council), λαμβανομένων υπόψη παραγόντων όπως η κατάσταση των υποδομών και η περιορισμένη παραγωγική δυνατότητα.
Η Συρία παρήγαγε περίπου 380.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στη χώρα, το 2011. Μια εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που συμπεριλήφθηκε σε τεχνικό έγγραφό του το 2016 ήταν πως η παραγωγή είχε μειωθεί τότε σε μόλις 40.000 βαρέλια αργού την ημέρα.
Οι ΗΠΑ θα πρέπει να εξετάσουν την τύχη των πετρελαιοπηγών της Συρίας, σύμφωνα με τον Άλεξ Κράνμπεργκ, πρόεδρο της ενεργειακής εταιρείας Aspect Holdings, η οποία στο παρελθόν είχε εξετάσει το ενδεχόμενο να αναλάβει την παραγωγή πετρελαίου στο ιρακινό Κουρδιστάν, πάντως δεν δραστηριοποιείται πλέον στην περιοχή.
«Δεν είναι τόσο το ότι το ίδιο το [συριακό] πετρέλαιο έχει ιδιαίτερη σημασία για τις ΗΠΑ, αλλά είναι το ότι η κατάχρησή του θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα για εμάς στο μέλλον», εάν οι πετρελαιοπηγές βρεθούν σε λάθος χέρια, συνέχισε ο Κράνμπεργκ, σπεύδοντας να διευκρινίσει ότι ο Λευκός Οίκος δεν έχει έλθει σε επαφή με την εταιρεία του.
«Ο έλεγχος της εκμετάλλευσης των πετρελαιοπηγών και του σκληρού συναλλάγματος που γεννούν από πλευράς των ΗΠΑ θα τους δώσει σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Συρίας», εξήγησε.
Ο Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, μέλος του συμβουλίου της αμερικανικής προεδρίας για θέματα εθνικής ασφάλειας, υποστήριξε ότι απαιτείται στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ για την προστασία των συριακών πετρελαιοπηγών και ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να έχει λόγο όσον αφορά τα έσοδα από τις πωλήσεις αργού. «Θα είμαστε εκεί για μια χρονική περίοδο για να διατηρήσουμε τον έλεγχό τους, να εγγυηθούμε ότι δεν θα υπάρξει εκ νέου ισχυροποίηση του ΙΚ [λόγω της εκμετάλλευσής τους] και επίσης για να εξασφαλίσουμε ότι οι Κούρδοι θα έχουν κάποια έσοδα από αυτές τις πετρελαιοπηγές», δήλωσε ο Ο’ Μπράιεν κατά τη διάρκεια της εκπομπής «Meet the Press» στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC News.