Η πόλη της Ουάσιγκτον κατέθεσε σήμερα αγωγή κατά των ακροδεξιών οργανώσεων Proud Boys και Oath Keepers και περίπου 30 ηγετικών στελεχών τους, που κατηγορούνται ότι «σχεδίασαν, προώθησαν και συμμετείχαν» στην επίθεση εναντίον του Καπιτωλίου στις 6 Ιανουαρίου.
Αυτή η αστική αγωγή στοχεύει «στο να αποθαρρύνει μελλοντικές πράξεις βίας» και να αποζημιώσει τα θύματα, μεταξύ αυτών τους αστυνομικούς της αμερικανικής πρωτεύουσας, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο γενικός εισαγγελέας της Ουάσιγκτον Καρλ Ρέισιν.
Τα περισσότερα από τα άτομα που αναφέρονται στην αγωγή βρίσκονται ήδη στο στόχαστρο ποινικών διώξεων ενώπιον της ομοσπονδιακής δικαιοσύνης και μπορεί να δικαστούν την άνοιξη.
Η αστική αγωγή βασίζεται σε έναν νόμο του 1871 για την προστασία των δικαιωμάτων Αφροαμερικανών μετά την κατάργηση, το 1865, της δουλείας, ιδίως κατά εξτρεμιστικών οργανώσεων, όπως η Κου Κλουξ Κλαν.
Τις δεκαετίες 1980 και 1990, αγωγές που κατατέθηκαν σε αυτό το πλαίσιο από αντιρατσιστές ακτιβιστές επέφεραν πλήγμα σε διάφορες εξτρεμιστικές οργανώσεις που υποχρεώθηκαν να παραδώσουν τα περιουσιακά στοιχεία τους προκειμένου να καταβάλουν αποζημιώσεις που είχε ορίσει η δικαιοσύνη.
Τον Νοέμβριο, ακροδεξιές οργανώσεις και μέλη τους καταδικάστηκαν με αυτόν τον τρόπο να καταβάλουν περισσότερα από 25 εκατομμύρια δολάρια σε θύματα μιας διαδήλωσης, που είχαν οργανώσει το 2017 στο Σάρλοτσβιλ, στη Βιρτζίνια, η οποία είχε καταλήξει σε τραγωδία.
Τον Φεβρουάριο, ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μπένι Τόμπσον κατέθεσε ήδη αστική αγωγή κατά των Proud Boys και των Oath Keepers, όπως και κατά του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του δικηγόρου του Ρούντι Τζουλιάνι για τον ρόλο τους στην επίθεση της 6ης Ιανουαρίου εναντίον της έδρας του Κογκρέσου.
Όμως, «είναι η πρώτη φορά μια τοπική κυβέρνηση» επιχειρεί να λάβει αποζημιώσεις, διευκρίνισε ο Καρλ Ρέισιν.
Σύμφωνα με την αγωγή, «η επίθεση της 6ης Ιανουαρίου είναι μια συντονισμένη πράξη εσωτερικής τρομοκρατίας» και η πόλη της Ουάσιγκτον υποχρεώθηκε κατόπιν «να διαχειριστεί τις συνέπειες» αυτού του χτυπήματος.