Η συνάντηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να εξελιχθεί σε μια πολιτική καταστροφή για τις ΗΠΑ, εκτιμά το «Politico».
Εκατομμύρια Αμερικανοί πιστεύουν ότι ο Πούτιν ασκεί μία δόλια επιρροή στον Τραμπ.
Το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης απήγγειλε κατηγορίες την προηγούμενη εβδομάδα κατά 12 Ρώσων στρατιωτικών χάκερ για την εμπλοκή τους στις προεδρικές εκλογές του 2016.
Τόσο σχολιαστές όσο και μέλη του Κογκρέσου απαίτησαν από τον Τραμπ να ακυρώσει τη σημερινή συνάντησή του με τον πρόεδρο Πούτιν.
Από την άλλη μεριά, η οργή που προκαλεί η συνάντηση αυτή κάνει τον πρόεδρο Τραμπ να την επιζητεί ακόμη περισσότερο.
Για τους πολιτικούς υποστηρικτές του, η πολιτική αυτή του Αμερικανού προέδρου για τη συνάντησή του με τον Πούτιν μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, τουλάχιστον στη βάση των σκληροπυρηνικών ψηφοφόρων του Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι ψηφοφόροι αυτοί βλέπουν με συμπάθεια τον Ρώσο πρόεδρο, ενώ απορρίπτουν ως κατασκευασμένες ειδήσεις τις ερωτήσεις που έχουν τεθεί σχετικά με ενδεχόμενους δεσμούς, μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και της Ρωσίας.
Η τάση αυτή φάνηκε κατά τον καλύτερο τρόπο το Σάββατο στο Fox News, όταν ο Σον Χάνιτι, ο οποίος είναι ο σημαντικότερος σύμμαχος του προέδρου Τραμπ στον τομέα των αμερικανικών ΜΜΕ, εξέφρασε στον αέρα την άποψή του για το λάθος που κάνουν όσοι ασκούν κριτική στον Τραμπ πιστεύοντας ότι ο Πούτιν που είναι πρώην πράκτορας των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών θα προσπαθήσει να υπερισχύσει στη συνάντηση αυτή απέναντι στον Τραμπ.
Ο Χάνιτι πέταξε με το ιδιωτικό του τζετ στο Ελσίνκι και βρίσκεται εκεί από την προηγούμενη εβδομάδα.
«Όλοι στα ΜΜΕ το έχουν πιάσει λάθος. Θα είναι ωμός και ουσιαστικά ξεκάθαρος, όπως ήταν στο ΝΑΤΟ την προηγούμενη εβδομάδα» εξήγησε ο Χάνιτι.
Παράλληλα, ο ίδιος επικαλέστηκε τη συνάντηση που είχε ο Τραμπ με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν τον Ιούνιο. Η συνάντηση αυτή βρέθηκε στο επίκεντρο της άσκησης σκληρής κριτικής στις ΗΠΑ.
Από τη μεριά του, ο Χάνιτι θεωρεί τη συνάντηση αυτή ως μία επιτυχία του προέδρου Τραμπ, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την αποκλιμάκωση της κατάστασης πυρηνικής έντασης στην Κορεατική Χερσόνησο, μέσω του τερματισμού των δοκιμαστικών πυραυλικών εκτοξεύσεων.
Σχετικά με τις απαγγελίες κατηγοριών της Παρασκευής κατά Ρώσων από τον ειδικό ανακριτή με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μιούλερ; «Η χρονική στιγμή για μένα είναι ύποπτη» είπε ο Χάνιτι υπονοώντας την εξοργιστική εμπλοκή του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης στη διπλωματία που ασκεί ο πρόεδρος Τραμπ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος με χθεσινές αναρτήσεις του στο Twitter, όταν αναχωρούσε για το Ελσίνκι, παραπονέθηκε ότι ανεξάρτητα από τις παραχωρήσεις που θα αποσπάσει ο ίδιος από τον πρόεδρο Πούτιν, οι κινήσεις του αυτές δεν θα του αναγνωριστούν ποτέ. Έτσι, για ακόμη μία φορά ο πρόεδρος Τραμπ θεωρεί ως εχθρική τη συμπεριφορά των αμερικανικών ΜΜΕ απέναντί του.
«Μερικά από τα ΜΜΕ είναι πραγματικά εχθρικά για τον λαό» έγραψε ο ίδιος χαρακτηριστικά, ενώ δεν έχει διευκρινιστεί αν ο Αμερικανός πρόεδρος είχε καταλάβει πως χρησιμοποιούσε μία αγαπημένη έκφραση του Σοβιετικού δικτάτορα Ιωσήφ Στάλιν.
Από την άλλη μεριά, υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να εκτιμήσει κάποιος ότι η στάση αυτή του Αμερικανού προέδρου είναι αποδεκτή από τους ψηφοφόρους της σκληρής εκλογικής του βάσης. Τα ποσοστά δημοσκοπήσεων για τον Ρόμπερτ Μιούλερ έχουν πρόσφατα καταβυθιστεί μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων.
Στο μεταξύ, τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων του Πούτιν μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων έχουν αυξηθεί κατά την τελευταία διετία, από τότε που ο Τραμπ άρχισε να τον παρουσιάζει ως έναν πιθανό σύμμαχο των ΗΠΑ, ο οποίος κατηγορείται λανθασμένα για μοχθηρές πράξεις.
Από την άλλη μεριά, στο επίκεντρο της άσκησης κριτικής από τους συντηρητικούς ψηφοφόρους του προέδρου Τραμπ βρίσκεται ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ούν.
Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος κατόρθωσε να μετατρέψει τη συνάντηση που είχε μαζί του στη Σιγκαπούρη σε ένα υπερθέαμα, παρά το γεγονός ότι η συνάντηση αυτή χαρακτηρίστηκε ως φάρσα από τους ειδικούς στα πυρηνικά οπλοστάσια. Η επιφυλακτική στάση των αμερικανικών ΜΜΕ ως προς την παραπάνω συνάντηση και τα αποτελέσματά της είχε ως συνέπεια την ενίσχυση της ικανοποίησης των υποστηρικτών και του συντηρητικού ακροατηρίου του προέδρου Τραμπ.
«Αυτό που βλέπει η εκλογική του βάση στον ίδιο είναι έναν άνθρωπο που βάζει πρώτα τα συμφέροντα των ΗΠΑ» δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρώην στρατηγιστής του Λευκού Οίκου Στιβ Μπάνον.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι σκληροπυρηνικοί Ρεπουμπλικάνοι λαμβάνουν το μήνυμα του Τραμπ ότι η Ρωσία μπορεί να γίνει ένας συνεργάτης των ΗΠΑ. Ο Μπάνον επικαλείται τη ρεαλιστική συμμαχία μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Μόσχας κατά της ναζιστικής Γερμανίας.
«Στην εκλογική βάση συμμετέχουν τόσοι πολλοί βετεράνοι. Οι ίδιοι αναγνωρίζουν ότι ουσιαστικά δεν θα είχαμε κερδίσει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς να έχουμε συμμάχους τους Ρώσους. Αυτό είναι βασικό. Οι Ρώσοι είναι αυτοί που πραγματικά έσπασαν τη σπονδυλική στήλη του γερμανικού στρατού» εξήγησε ο Μπάνον.
Ο πρώην στρατηγιστής του Λευκού Οίκου έχει ασκήσει κριτική στον Πούτιν κατά το παρελθόν, ενώ συνέχισε: «Δεν χρειαζόμαστε περισσότερους εχθρούς. Έχουμε αρκετά ανοιχτά ζητήματα σε ολόκληρο τον κόσμο με τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε με τον Ιράν, την Κίνα και την Κορέα».
Μερικοί από τους πολιτικούς συμμάχους του προέδρου Τραμπ πιστεύουν πως το κόστος του προβληματισμού για το αν ο Αμερικανός πρόεδρος υποκύπτει κατά κάποιον τρόπο στη δόλια επιρροή του Πούτιν θα αντισταθμιστεί τουλάχιστον μερικώς από τις φωτογραφίες του Τραμπ να συνομιλεί για διεθνή θέματα, όπως τα πυρηνικά οπλοστάσια και η Μέση Ανατολή, με έναν ηγέτη παγκόσμιας επιρροής, όπως ο Πούτιν.
Για μία τέτοια εμφάνιση θα ενδιαφέρονταν όλοι οι προηγούμενοι πρόεδροι των ΗΠΑ.
Ο πρώην αξιωματούχος του Λευκού Οίκου Άντριου Σουράμπιαν συνέκρινε τη σημερινή προσωπική συνάντηση των δύο προέδρων με τις ιστορικές συναντήσεις που είχε ο Ρόναλντ Ρίγκαν με τον ηγέτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Οι δύο αυτοί ηγέτες συζήτησαν χωρίς την παρουσία μεταφραστών ή άλλων υψηλόβαθμων αξιωματούχων στην ίδια αίθουσα, όπως θα μπορούσαν να συζητήσουν ο Τραμπ κι ο Πούτιν, προκαλώντας απογοήτευση σε αρκετούς Δημοκρατικούς, αλλά και σε ειδικούς επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής που υποστηρίζουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος θα πέσει θύμα της τακτικής του Πούτιν.
Σύμφωνα με την άποψη του Σουράμπιαν, οι Συντηρητικοί «είναι πιο ανοιχτοί στην ιδέα ενός διαλόγου με κακούς παίκτες του διεθνούς συστήματος, σε σύγκριση με τη στάση τους πριν από μία δεκαετία. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε με τον πρώην πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, οι Συντηρητικοί δεν βλέπουν αδυναμία στο πρόσωπο του Τραμπ. Παράλληλα, δεν έχουν ανησυχίες ότι ο ίδιος θα είναι απολογητικός για τις ΗΠΑ. Όταν βλέπουν τον Τραμπ, όπως έκαναν και με τον Ρίγκαν, πριν από αυτόν βλέπουν δύναμη, η οποία μακροπρόθεσμα δίνει στον πρόεδρο μεγαλύτερο περιθώριο απέναντι στη βάση του, για να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τους αντιπάλους» τόνισε ο Σουράμπιαν.
Στο μεταξύ, ο Πούτιν γίνεται περισσότερο δημοφιλής μεταξύ των Συντηρητικών, καθώς ποσοστό 25% των Ρεπουμπλικάνων, αλλά και των ανεξαρτήτων που κλείνουν προς το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, δηλώνει ότι έχει θετική γνώμη για τον Ρώσο πρόεδρο.
Οι Δημοκρατικοί εκφράζονται θετικά για τον Πούτιν σε ποσοστό μόλις 9%, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση (Pew Research Center).
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η εκλογική βάση των Συντηρητικών ψηφοφόρων επικροτεί τη διπλωματική τακτική προσέγγισης του προέδρου Τραμπ, η τακτική αυτή εμπεριέχει πολιτικό ρίσκο. Το ποσοστό αποδοχής του Αμερικανού προέδρου βρίσκεται γύρω στο 42% σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ενώ ο ίδιος δεν έχει κατορθώσει να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την υποστήριξη που λαμβάνει διασφαλίζοντας την επανεκλογή του.
Ένα μεγάλο ποσοστό του εκλογικού σώματος στις ΗΠΑ θεωρεί ότι η προσπάθεια της προσέγγισής του με τον πρόεδρο Πούτιν αποτελεί απόδειξη ότι ο ίδιος εξαρτάται από τη Ρωσία, θέτοντας σε κίνδυνο τα αμερικανικά συμφέροντα.
Πηγή: Politico, ΑΠΕ