Πολλές εκατοντάδες τόνοι χημικών προϊόντων που εξήχθησαν στη Συρία από βρετανικές εταιρείες τη δεκαετία του 1980 «ενδέχεται» να χρησιμοποιήθηκαν για την παρασκευή αερίου σαρίν, ανακοίνωσε την Τετάρτη ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ουίλιαμ Χέιγκ.
Τα προϊόντα αυτά, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και για νόμιμη χρήση –όπως για την παρασκευή πλαστικών ή φαρμάκων–, «εξήχθησαν στη Συρία από βρετανικές εταιρείες από το 1983 ως το 1986», επισημαίνει ο Χέιγκ σε γραπτή του αναφορά προς το κοινοβούλιο.
«Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτουμε εκτιμάμε ότι είναι πιθανό οι εξαγωγές αυτές χημικών που έγιναν από βρετανικές εταιρείες να χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια από τη Συρία στα προγράμματά της για την παραγωγή νευροτοξικών παραγόντων, κυρίως αερίου σαρίν», πρόσθεσε.
Η κυβέρνηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε χημικά προϊόντα και κυρίως αέριο σαρίν σε μια επιχείρηση που εξαπέλυσε τον προηγούμενο Αύγουστο σε προάστιο της Δαμασκού από τον συριακό στρατό και προκάλεσε τον θάνατο 1.400 ανθρώπων.
Βάσει μιας ρωσοαμερικανικής συμφωνίας που συνήφθη τον Οκτώβριο του 2013 η Συρία έπρεπε να παραδώσει το σύνολο του χημικού της οπλοστασίου για να καταστραφεί έως τις 30 Ιουνίου.
Τα τελευταία χημικά όπλα της Συρίας βγήκαν από τη χώρα στις 23 Ιουνίου και τα πιο επικίνδυνα από αυτά μεταφέρθηκαν στις αρχές Ιουλίου σε ένα λιμάνι της νότιας Ιταλίας στο αμερικανικό πλοίο «Cape Ray» όπου και θα καταστραφούν.
Η Βρετανία συμμετέχει στο πρόγραμμα καταστροφής των χημικών όπλων και «δέχθηκε να λάβει 150 τόνους πρόδρομης ουσίας Β από τα χημικά αποθέματα της Συρίας», διευκρίνισε ο Χέιγκ «Πενήντα επιπλέον τόνοι βιομηχανικών χημικών προϊόντων με βάση το υδροχλώριο και το υδροφθόριο θα καταστραφούν σε ειδικές εγκαταστάσεις στη Βρετανία», κατέληξε.