Ένα εικοσιτετράωρο πριν τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και οι δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο εξακολουθούν να αναδεικνύουν τον Τζο Μπάιντεν, υποψήφιο των Δημοκρατικών, τον πιθανότερο νικητή.
Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων που διεξάγονται αυτή την ύστατη ώρα από τα γνωστά και κοινώς αποδεκτά ινστιτούτα μετρήσεων. Ωστόσο τίποτα δεν είναι σίγουρο μετά και
Ο μέχρι σήμερα πρόεδρος των ΗΠΑ είχε καταφέρει να διασφαλίσει τους απαραίτητους εκλέκτορες για την εκλογή του αφού κέρδισε στο «νήμα» σε κάποιες πολιτείες-κλειδιά με μία διαφορά ψήφων της τάξης των 80.000 και μόνο. Αυτό το «δημοσκοπικό τραύμα» υποχρεώνει του αναλυτές να είναι προσεκτικοί και εξαιρετικά «φειδωλοί» ως προς τις προβλέψεις τους. Αυτή η «αυτοπροστασία» οδηγεί αναπόφευκτα σε μία έστω και υπερβάλλουσα «σύνεση» εκ μέρους των δημοσιογράφων και των τηλεοπτικών σχολιαστών, οι οποίοι σιωπούν.
Πάντως τα αποτελέσματα των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων στις 2 Νοεμβρίου του 2020 από τα τρία ινστιτούτα-φορείς που τις διεξήγαγαν δείχνουν ορατή νίκη του υποψηφίου των Δημοκρατικών.
Στον παραπάνω πίνακα βλέπουμε τρεις διαφορετικές δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο, όπου ο Τζο Μπάιντεν προηγείται με 6%, 3% και 8% αντίστοιχα. Τα παραπάνω αποτελέσματα δημοσίευσε στην ηλεκτρονική της μορφή η εφημερίδα New York Times τη Δευτέρα 2 Νοεμβρίου.
Σε αντίστοιχα συμπεράσματα καταλήγει και η Huffington Post, η οποία στην ιστοσελίδα της έχει αναρτήσει τα γραφήματα με τις δημοσκοπικές ενδείξεις από την αρχή της προεκλογικής καμπάνιας και εντοπίζει τη διαφορά μεταξύ των δύο υποψηφίων στο 7,2%, με τον Τζο Μπάιντεν να προηγείται.
Δείτε τα δεδομένα των μετρήσεων και τα διαδραστικά γραφήματα https://www.huffpost.com/elections
Όσον αφορά τώρα τον βρετανικό Guardian, η γενική εικόνα είναι περίπου η ίδια. Συγκεκριμένα, στην ηλεκτρονική έκδοση της 2ας Νοεμβρίου, η διαφορά μεταξύ των υποψηφίων εντοπίζεται σε εθνικό επίπεδο στις 8,6 ποσοστιαίες μονάδες. Ο Τζο Μπάιντεν δείχνει να προηγείται με 51,6%, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να συγκεντρώνει το 43% των ψηφοφόρων.
Ωστόσο, όπως σημειώνουν όλα τα αγγλοσαξονικά ΜΜΕ, ο δημοσκοπικός δείκτης σε εθνικό επίπεδο δεν είναι σίγουρη προσέγγιση για κάποια έστω αξιόπιστη πρόβλεψη του τελικού αποτελέσματος. Πιο σίγουρη μέθοδος είναι η προσέγγιση του τελικού αποτελέσματος σε πολιτείες-κλειδιά, όπως είναι η Αριζόνα, το Οχάιο, η Πενσιλβάνια, η Φλόριντα, η Αϊόβα, η Μινεσότα, η Τζόρτζια, η Πολιτεία του Μίσιγκαν, το Τέξας, το Ουισκόνσιν, η Νεβάντα, η Νεμπράσκα και το Μέιν. Δείτε παρακάτω πώς έχει διαμορφωθεί ο δημοσκοπικός χάρτης στις πολιτείες αυτές έως και τις πρωινές ώρες της Δευτέρας. Το πρώτο ποσοστό αφορά το εθνικό επίπεδο και ακολουθούν οι πολιτείες όπως το Νέο Χαμσάιρ, το Ουισκόνσιν, η Μινεσότα κ.λπ. Με μπλε χρώμα παρουσιάζεται η διαφορά με την οποία προηγείται ο Τζον Μπάιντεν. Με κόκκινο χρώμα αναγράφεται η διαφορά με την οποία προηγείται ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο παρακάτω πίνακας έχει αναρτηθεί στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας New York Times.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, ένα εικοσιτετράωρο πριν την εκλογική αναμέτρηση, ο Ντόναλντ Τραμπ μονοπώλησε και πάλι -επικοινωνιακά τουλάχιστον- το ενδιαφέρον προαναγγέλλοντας την απόλυση του δρα Φάουτσι, του εμβληματικού λοιμωξιολόγου, στον οποίον αναφέρεται συχνά και ο Σωτήρης Τσιόδρας. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει απομονώσει τον Φάουτσι εδώ και μήνες, έστω και εάν ο γνωστός επιστήμονας επίσημα τουλάχιστον είναι ο σύμβουλος του Λευκού Οίκου σε θέματα δημόσιας υγείας, πανδημιών, λοιμώξεων κ.λπ.
Η σύγκρουση άλλωστε των δύο ανδρών με επίκεντρο την πανδημία ήταν αναπόφευκτη και μάλλον άργησε να εκδηλωθεί δημόσια. Ο δρ Φάουτσι εξαρχής αμφισβήτησε την επίσημη στρατηγική που υιοθέτησε ο Ντόναλντ Τραμπ για την αντιμετώπιση της πανδημίας.