Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Ενώ η νέα επιτυχία της επιστήμης μπορεί να ανοίξει τα μάτια μας σε νέες αλήθειες για το σύμπαν, στη Γη ο πόλεμος κατά της πραγματικότητας συνεχίζεται.
Η επιτυχής προσγείωση του Perseverance rover στον Άρη είναι μια στιγμή επιστημονικού θριάμβου. Η αποστολή θα μπορούσε να αποκαλύψει βαθιά κρυμμένες αλήθειες για τον Κόκκινο Πλανήτη και για τη θέση μας στο σύμπαν. Όμως, δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε πιστεύοντας ότι η επιστήμη γιορτάζεται και γίνεται αποδεκτή παντού. Τον τελευταίο χρόνο έχει γίνει εμφανής ο τρόπος με τον οποίο η επιστήμη μπορεί να παραμεριστεί, όποτε κρίνεται πολιτικά σκόπιμο.
Οι περισσότερες από τις διαφορές μεταξύ του σύγχρονου και του αρχαίου κόσμου μπορούν να αποδοθούν στην επιστήμη. Η επιστημονική επανάσταση εισήγαγε μια εντελώς νέα στάση απέναντι σε αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί γεγονός (fact). Δεν ήταν αρκετό πια να δηλώνεις τι σκέφτεσαι γι’ αυτό, έπρεπε να εξηγήσεις γιατί το σκέφτηκες και πώς ακριβώς κατέληξες στο συμπέρασμά σου.
Συγκεκριμένα, οι ιδρυτές της σύγχρονης επιστήμης -μεταξύ αυτών εκείνοι οι «ευφυείς και περίεργοι κύριοι» (όπως περιέγραψαν οι ίδιοι τον εαυτό τους) της πρώιμης Βασιλικής Εταιρείας- υποστήριξαν ότι υπήρχε μόνο ένας τρόπος να ανακαλύψεις επιστημονικές αλήθειες για τη φύση: με το υπομονετικό πείραμα, την παρατήρηση και την αιτιολόγηση. Η ίδια αυτή προσέγγιση χρησιμοποιείται σήμερα, όχι μόνο από επιστήμονες -ερευνητές αλλά και από δικηγόρους, ντετέκτιβ και οποιονδήποτε του οποίου το έργο περιλαμβάνει την κατηγοριοποίηση φαινομένων, τη διαμόρφωση υποθέσεων και τη επιβεβαίωση της μαρτυρίας.
Όμως, η επιθυμία για καταστολή ή ακόμη και τον ασφυκτικό έλεγχο της πνευματικής ελευθερίας και της επιστημονικής σκέψης είναι εξίσου ανθεκτική. Τέτοιες απόπειρες αποτυγχάνουν μακροπρόθεσμα, αλλά μπορούν ωστόσο να προκαλέσουν πάγωμα στην πρόοδο της επιστήμης που μπορεί να διαρκέσει για δεκαετίες.
Ένα περίφημο παράδειγμα ήταν αυτό του Galileo Galilei. Μετά τη δίκη του από την Ιερά Εξέταση, στην οποία βρέθηκε «έντονα ύποπτος για αίρεση», ο επιστήμονας και ο φιλόσοφος Rene Descartes έγραψε σε έναν φίλο του, μαθηματικό: «Ρώτησα στο Λέιντεν και στο Άμστερνταμ αν ήταν διαθέσιμο το Παγκόσμιο Σύστημα του Galileo και άκουσα ότι δημοσιεύθηκε στην Ιταλία πέρυσι. Μου είπαν ότι είχε πράγματι δημοσιευτεί, αλλά ότι όλα τα αντίγραφα είχαν καεί αμέσως στη Ρώμη και ότι ο Galileo είχε καταδικαστεί και τιμωρηθεί. Έμεινα τόσο εμβρόντητος με αυτό, που σχεδόν αποφάσισα να κάψω όλα τα κείμενα μου, ή τουλάχιστον να μην αφήσω κανέναν να τα δει».
Ο μεγάλος ποιητής John Milton, ο οποίος επισκέφθηκε τον Galileo το 1638, έγραψε ότι οι περιορισμοί της Ιεράς Εξέτασης στην «φιλοσοφική ελευθερία» στην Ιταλία σήμαιναν ότι «τίποτα το ουσιαστικό δεν είχε γραφτεί εδώ αυτά τα χρόνια, παρά μόνο κολακείες και πομπώδη κείμενα».
Αλλά όπως η επιστήμη επιμένει, το ίδιο ισχύει και για την άρνηση της. Ο Donald Trump, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η κλιματική αλλαγή ήταν «μια ακριβή φάρσα» και ότι «η έννοια της υπερθέρμανσης του πλανήτη δημιουργήθηκε από και για τους Κινέζους – για να καταστήσει την αμερικανική κατασκευή μη ανταγωνιστική», αρνήθηκε τα ανησυχητικά συμπεράσματα χιλιάδων μελετών για το κλίμα παγκοσμίως. Καθώς η κυβέρνηση του ξεκίνησε τη διαδικασία απόσυρσης από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, προσπάθησε να παγώσει τα πρότυπα απόδοσης καυσίμου που επιβλήθηκαν σε νέα οχήματα και στόχευσε την ίδια την επιστήμη, καταστέλλοντας την έρευνα που αναδείκνυε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις ΗΠΑ, αποσύροντας επιστημονικούς συμβούλους και περιορίζοντας το εύρος των δεδομένων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι κυβερνητικές υπηρεσίες για τη λήψη αποφάσεων, σχετικά με τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
Τον Μάρτιο του 1616, ο πρεσβευτής της Τοσκάνης στη Ρώμη έγραψε ότι «το κλίμα στην Ρώμη γίνεται πολύ επικίνδυνο (για τον Galileo), γιατί ο σημερινός Πάπας [Paul V], που μισεί τις φιλελεύθερες τέχνες και αυτού του είδους τα μυαλά, δεν αντέχει τις καινοτομίες και τις λεπτές διακρίσεις – όλοι εδώ προσπαθούν να προσαρμόσουν το μυαλό και τη φύση τους σε αυτό του κυβερνήτη». Τέσσερις αιώνες αργότερα, λίγα έχουν αλλάξει στη σχέση μεταξύ εξουσίας και αλήθειας.
Η πανδημία του κορωνοϊού, χαρακτηρίστηκε επίσης από την απόρριψη της επιστημονικής γνώμης. Τον Ιανουάριο του 2020, ο Trump είπε σε συνέντευξή του ότι η ασθένεια ήταν «εντελώς υπό έλεγχο». «Είναι μόλις ένα άτομο που ήρθε από την Κίνα και το έχουμε υπό έλεγχο. Θα είμαστε μια χαρά». Ακόμα και τον Μάρτιο, σε μια συνάντηση με τον Leo Varadκar, πρωθυπουργό (τότε) της Ιρλανδίας, συνέχισε να καυχιέται: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες, χάρις σε αυτά που έκανα εγώ και η κυβέρνηση μου με την Κίνα, έχουν μόνον 32 θανάτους μέχρι στιγμής. Άλλες, μικρότερες, χώρες έχουν πολλούς περισσότερους θανάτους».
Όλα αυτά, λιγότερο από ένα χρόνο πριν. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περισσότερα από 25 εκατομμύρια κρούσματα και έχουν ξεπεράσει τους 500.000 θανάτους.
Αυτή η στάση δεν περιορίστηκε στην κυβέρνηση Trump. Ο Boris Johnson ήταν εξοργιστικά αργός στο να αναγνωρίσει τους σοβαρούς κινδύνους που ελλόχευαν. Ακόμη και όταν η πανδημία είχε καταστεί αδύνατο να αγνοηθεί, η κυβέρνησή του δεν κατάφερε να παρουσιάσει μια γρήγορη και αποτελεσματική αντίδραση.
Όλες οι επιστημονικές θεωρίες είναι προσωρινές. Η γνώση πρέπει να επανεκτιμάται συνεχώς, καθώς διατίθενται νέα αποδεικτικά στοιχεία. Αλλά μόνο η επιστήμη μπορεί να υποσχεθεί μια συνεχή αυτο-διόρθωση καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, ακόμη και σε απλά πράγματα: όταν ήμασταν νέοι, το γάλα και τα αυγά ήταν καλά, μια δεκαετία αργότερα, μας προειδοποιούσαν για το κίνδυνο αύξησης της χοληστερόλης, ενώ σήμερα συνιστώνται με μέτρο. Αυτό δεν συμβαδίζει με την ανάγκη των πολιτικών να εμφανίζονται πάντα σωστοί (και να παραμένουν σωστοί).
Η ιδέα όμως, να ποντάρουμε ενάντια στην κρίση της επιστήμης, δεν είναι ποτέ καλή. Γιατί όταν διακυβεύεται η ανθρώπινη ζωή (όπως στην περίπτωση της πανδημίας) ή το μέλλον της βιόσφαιρας του πλανήτη (όπως στην περίπτωση της κλιματικής αλλαγής) είναι όχι μόνο ανεύθυνο, αλλά και επικίνδυνο.
Στη διάλεξη του για τους «δύο πολιτισμούς» το 1959, ο CP Snow, θρηνούσε την αποτυχία των μελετητών στις ανθρωπιστικές επιστήμες να εκτιμήσουν τη «δημιουργικότητα» και τη φαντασία που είναι απαραίτητες για την πρακτική της επιστήμης. Η επιστήμη θα πρέπει σίγουρα να έχει θέση στην κουλτούρα όλων και όχι είναι μόνο των δυνητικών επιστημόνων.
Υπάρχουν δύο κύριοι λόγοι: πρώτον, είναι μια πραγματική πνευματική στέρηση να μην μπορούμε καταλάβουμε τον φυσικό κόσμο γύρω μας και να είμαστε τυφλοί στα θαυμάσια πεδία που ανοίγει πχ η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ή τις ανακαλύψεις της σύγχρονης κοσμολογίας – η αλυσίδα της αναδυόμενης πολυπλοκότητας που οδηγεί από το «Big Bang» σε άστρα, πλανήτες, βιόσφαιρες και ανθρώπινα μυαλά ικανά να συλλάβουν το θαύμα και το μυστήριο όλων αυτών. Είναι σημαντικό να θαυμάζουμε τον περίπλοκο ιστό της ζωής από τον οποίο εξαρτώνται όλα και να κατανοούμε τα τρωτά σημεία του.
Δεύτερον, ζούμε σε έναν κόσμο όπου όλο και περισσότερες από τις αποφάσεις που πρέπει να λάβουν οι κυβερνήσεις αφορούν την επιστήμη. Προφανώς ο κορωνοϊός και η κλιματική αλλαγή βρίσκονται στο προσκήνιο σήμερα, αλλά οι πολιτικές για την υγεία, την ενέργεια, το περιβάλλον και τους υπαρκτούς κινδύνους που σχετίζονται με το διάστημα έχουν επιστημονική διάσταση. Αυτές οι πολιτικές έχουν επίσης οικονομικές, κοινωνικές και ηθικές πτυχές. Και σε αυτές τις πτυχές, οι επιστήμονες μιλούν μόνο ως πολίτες και όλοι οι πολίτες πρέπει να συμμετέχουν στις δημοκρατικές επιλογές.
Εάν είναι να υπάρξει μια σωστή συζήτηση, που να ξεπερνά τα απλά σλόγκαν, όλοι πρέπει να είναι ενημερωμένοι, να έχουν αρκετή επαφή με την επιστήμη ώστε να αποφευχθεί ο εκφοβισμός από την προπαγάνδα και τις στρεβλωμένες στατιστικές. Η ανάγκη για σωστή συζήτηση θα γίνει ακόμη πιο έντονη στο μέλλον, καθώς οι πιέσεις στο περιβάλλον και αυτές που προκύπτουν από λανθασμένη κατεύθυνση της τεχνολογίας γίνονται πιο ποικιλόμορφες και απειλητικές.
Οι ΗΠΑ έχουν ήδη επανέλθει στη συμφωνία του Παρισιού, αλλά ο πόλεμος εναντίων των υπαρκτών γεγονότων – που ξεκίνησε ο Trump – δεν έχει τελειώσει. Η συμφωνία για το τι ορίζει μια αξιόπιστη πηγή, παραμένει ακόμη ασαφής και αβέβαιη και φαίνεται ότι ίσως χρειαστεί να αποδεχτούμε την προκλητική ρήση του Galileo (όσο απόκρυφη κι αν ήταν). «Και όμως κινείται», ως κραυγή υπενθύμισης ότι: ανεξάρτητα από το τι μπορεί να πιστεύουμε, τα γεγονότα (facts) παραμένουν αμετάβλητα.
Στο «The Origins of Totalitarianism», η Hannah Arendt έγραψε προφητικά: «Το ιδανικό υποκείμενο που επιδιώκει να κυβερνά κάθε ολοκληρωτικό καθεστώς δεν είναι ο πεπεισμένος οπαδός του, αλλά οι άνθρωποι για τους οποίους η διάκριση μεταξύ γεγονότος και φαντασίας (δηλαδή η πραγματικότητα της εμπειρίας) και μεταξύ αληθινού και ψεύτικου (δηλαδή τα πρότυπα της σκέψης) δεν υπάρχει πλέον». Σας θυμίζει τίποτε πρόσφατο;
Πηγή: The New Statesman