Σύνταξη-επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Όταν χρειάστηκε διεθνής συνεργασία, οι πλούσιες χώρες φρόντισαν αποκλειστικά τον εαυτό τους. Οι φτωχές το έχουν σημειώσει και θα πράξουν ανάλογα στο μέλλον. Αν υπάρχει ένα μάθημα που έχουν πάρει από την πανδημία του κορωνοϊού είναι το εξής: δεν μπορούν να εξαρτώνται από τους υπόλοιπους για να τις βοηθήσουν.
Σε αντίθεση με τις παρασιτικές ασθένειες όπως το αγκυλόστομα ή η ελονοσία, που έχουν χρόνιο χαρακτήρα και μαστίζουν κυρίως τους φτωχούς, ο κορωνοϊός αποδείχθηκε ένα πρόβλημα (και) του αναπτυγμένου κόσμου. Δυστυχώς, αυτό σήμαινε ότι οι κυβερνήσεις των πλούσιων χωρών άρπαξαν όλα τα εμβόλια, τους αναπνευστήρες και το διαθέσιμο οξυγόνο.
Αυτή η πραγματικότητα – η παγκόσμια ανάγκη για ιατροφαρμακευτικά υλικά και το γεγονός ότι οι πλούσιες χώρες τα αποθήκευσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας – προκάλεσε ένα έντονο αίσθημα αμηχανίας μεταξύ των εμπειρογνωμόνων της δημόσιας υγείας. Παρά το γεγονός πως οι τεχνοκράτες, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ζητούν νέες παγκόσμιες κατευθυντήριες γραμμές – που θα βοηθήσουν να διασφαλιστεί ότι ο κόσμος θα ανταπεξέλθει καλύτερα την επόμενη φορά – οι πλούσιες χώρες συνεχίζουν να ακυρώνουν τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και τις προσπάθειες (όπως το σχέδιο COVAX) να διασφαλιστεί ισότιμη πρόσβαση στα εμβόλια.
Ως αποτέλεσμα, οι χώρες της Αφρικής και άλλες λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, αισθάνονται εγκαταλελειμμένες από το παγκόσμιο σύστημα υγείας και αρχίζουν να εξετάζουν τι μπορούν να κάνουν από μόνες τους. «Η ήπειρος δεν κάθεται με τα χέρια σταυρωμένα να περιμένει το COVAX να έρθει και να την σώσει», λέει ο John Nkengasong, Καμερουνέζος ιολόγος και διευθυντής των Αφρικανικών Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.
Όταν η Αφρικανική Ένωση συνειδητοποίησε ότι το COVAX δεν θα παρέδιδε εμβόλια, προσπάθησε να δημιουργήσει την Αφρικανική Ομάδα Εργασίας για την Απόκτηση Εμβολίων. Η ομάδα υπέγραψε συμφωνία για έως και 400 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου μιας δόσης Johnson & Johnson, καθώς το COVAX πάσχιζε να εξασφαλίσει τις υποσχεθείσες δόσεις του εμβολίου Oxford/AstraZeneca.
Ο Sani Aliyu, συντονιστής της ομάδας εργασίας της Νιγηρίας και πρώην γενικός διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας για τον Έλεγχο του AIDS στη Νιγηρία, πιστεύει ότι οι ρυθμίσεις της Αφρικανικής Ένωσης για τα εμβόλια ήταν στην πραγματικότητα «πολύ καλύτερες και πιθανώς γρηγορότερες από αυτές του COVAX». Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η έλλειψη εμβολίων στην αγορά.
Το γεγονός ότι ολόκληρες ήπειροι είναι νεκρές ζώνες για την παραγωγή εμβολίων, έγινε αισθητό απότομα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Χωρίς τη δυνατότητα να παράγει τις δικές της δόσεις, η Αφρική βασίστηκε σε αποστολές (και καλή θέληση) από άλλες πηγές. Το πρόβλημα έγινε ιδιαίτερα έντονο όταν η Ινδία σταμάτησε τις εξαγωγές του εμβολίου της AstraZeneca – στον οποίο βασίζονταν το COVAX – αφήνοντας πολλές χώρες να εξαρτώνται από μια μικρή ποσότητα δωρεών εμβολίων.
Ορισμένες αφρικανικές χώρες προσπαθούν να αλλάξουν οριστικά το τοπίο των εμβολίων, στοχεύοντας στην παραγωγή όχι μόνο ενός εμβολίου για τον κορωνοϊό αλλά ίσως ακόμη και ενός εμβολίου αιχμής mRNA για τη φυματίωση ή τον HIV. «Ο νέος κορωνοϊός είναι απίθανο να είναι ο τελευταίος που θα σαρώσει τον κόσμο, οπότε η Αφρική πρέπει να έχει τον έλεγχο της παραγωγής εμβολίων», λέει η Petro Terblanche, διευθύνουσα σύμβουλος της Afrigen, μιας νοτιοαφρικανικής εταιρείας που θα εκπαιδεύσει το προσωπικό της να παράγει τα εμβόλια mRNA ως μέρος ενός νέου κόμβου κοινής χρήσης τεχνογνωσίας στη χώρα, που υποστηρίζεται από τον ΠΟΥ και είναι ο πρώτος στο είδος του. Το κίνητρο, προσθέτει η Terblanche, είναι να αντιμετωπίσει τον «εθνικισμό των εμβολίων» της Δύσης με μια νέα «ασφάλεια εμβολίων» για την Αφρική.
Η Σενεγάλη χτίζει ένα εργοστάσιο για την παραγωγή εμβολίων Covid – 19 με στόχο την παραγωγή 25 εκατομμυρίων δόσεων έως το τέλος του 2022. Η Ρουάντα ελπίζει να προσελκύσει επενδύσεις στην κατασκευή εμβολίων. Τον Απρίλιο, η Αφρικανική Ένωση και το Αφρικανικό Κέντρο Ελέγχου Νόσων, ξεκίνησαν μια συνεργασία με στόχο να παράγει η ήπειρος το 60% των εμβολίων που χρειάζεται έως το 2040.
Η συζήτηση στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ μπορεί πλέον να έχει στραφεί προς τον συντονισμό του παγκόσμιου συστήματος υγείας, ώστε να λειτουργήσει καλύτερα την επόμενη φορά – αλλά στον Παγκόσμιο Νότο, η εμπιστοσύνη κλονίζεται. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump δεν έκρυψε τα σχέδιά του για μια απόκριση του τύπου: «πρώτα εμείς», στην διαχείριση της πανδημίας αλλά η Ευρώπη, σε (ηθελημένη ) αντίθεση, δήλωσε ότι «κανείς δεν είναι ασφαλής αν δεν είναι όλοι ασφαλείς» και ξεκίνησε εκστρατεία συγκέντρωσης πόρων για την παγκόσμια απάντηση. Ωστόσο, οι Αφρικανοί πολίτες δεν είδαν να μεταφράζεται αυτό σε πραγματική βοήθεια από τους πρώην αποικιστές τους που πλέον έχουν μετατραπεί σε αναπτυξιακούς εταίρους.
«Ο κορωνοϊός εξέθεσε τη Δύση», δήλωσε ο Peter Waiswa, ειδικός στη δημόσια υγεία της Ουγκάντας και μέλος της συμβουλευτικής ομάδας ανοσοποίησης της χώρας. Επισήμανε τις χώρες που αποθηκεύουν εμβόλια ή αρνούνται να αναγνωρίσουν την ινδική εκδοχή του εμβολίου AstraZeneca. «Αυτό δεν είναι το είδος της Δύσης που μας έχουν μάθει να πιστεύουμε – ότι είναι δημοκρατικές, ότι είναι δίκαιες», πρόσθεσε.
Ορισμένες πλούσιες χώρες αναγνωρίζουν ότι υπάρχει πρόβλημα. Η Γαλλία και η Γερμανία πρωτοστατούν σε μια ώθηση για την «ενίσχυση» του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας – μια προσπάθεια που έχει μετατραπεί σε νέα πρόταση για μια συνθήκη πανδημίας που μελετάται από ομάδα εργασίας. «Ένα βασικό μέλημα για τη Γερμανία είναι η αυξανόμενη ασυμφωνία μεταξύ των προσδοκιών του κόσμου έναντι του ΠΟΥ από τη μία πλευρά και των de facto δυνατοτήτων του, νομικά, τεχνικά και κυρίως οικονομικά», δήλωσε εκπρόσωπος του Γερμανικού υπουργείου Υγείας.
Το ανοιχτό ερώτημα είναι αν τέτοιες προσπάθειες θα κάνουν τη διαφορά. Όπως έδειξε η πανδημία, δεν έχει μεγάλη σημασία τι είδους συμφωνίες ή κατευθυντήριες γραμμές ισχύουν στο χαρτί – εάν οι φορείς εξουσίας δεν θέλουν να βοηθήσουν όταν ξεκινήσει μια κρίση. «Δεν υπάρχει πολιτική ηγεσία που να λογοδοτεί σε παγκόσμιο επίπεδο» λέει ο Lieve Fransen, αρχιτέκτονας της ανθρωπιστικής απάντησης της ΕΕ στην επιδημία του AIDS στη δεκαετία του 1990 και του 2000 και ιδρυτής του Παγκόσμιου Ταμείου για την καταπολέμηση του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας.
Για όλες τις χώρες του κόσμου, η πολιτική πίεση να δοθεί προτεραιότητα στην εσωτερική ζήτηση είναι αναπόφευκτη. Οι χώρες της ΕΕ – συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της Γαλλίας – αγνόησαν επανειλημμένα τις εκκλήσεις του ΠΟΥ, συμπεριλαμβανομένης της πιο πρόσφατης έκκλησης για μορατόριουμ σε τρίτες δόσεις έως ότου εμβολιαστεί το 10% του πληθυσμού κάθε χώρας.
Παρόμοια προβλήματα παρατηρήθηκαν στην Ινδία. Αρχικά, το Δελχί είδε την πανδημία ως μια ευκαιρία να αναδείξει την ικανότητά του στη φαρμακευτική παραγωγή, καυχόμενο στα τέλη Μαρτίου ότι είχε προμηθεύσει περισσότερα εμβόλια στο εξωτερικό παρά στη ίδια τη χώρα. Αλλά όταν η παραλλαγή Delta ξέσπασε στην υποήπειρο εβδομάδες αργότερα, η κυβέρνηση έκανε γρήγορα μια στροφή 180 μοιρών και απαγόρευσε τις εξαγωγές εμβολίων. «Νομίζω ότι το μάθημα που πήραμε από όλες τις χώρες τώρα – το οποίο σίγουρα θα θυμάται η Ινδία – είναι: πρώτα φροντίσετε τον πληθυσμό σας και στη συνέχεια να δείτε αν μπορείτε να βοηθήσετε άλλους», ανέφερε με θλίψη ο K. Srinath Reddy, πρόεδρος του Ιδρύματος Δημόσιας Υγείας της Ινδίας.
Το πρόβλημα για την Αφρική είναι ότι ενώ υπάρχει η αποφασιστικότητά της για περιφερειακή αυτοδυναμία, οι πόροι και η επιρροή της είναι τελείως άλλο θέμα. Με λιγοστές πραγματικές οικονομικές δυνάμεις, η «ικανότητα της ηπείρου να επηρεάζει τα πράγματα σε παγκόσμια κλίμακα είναι περιορισμένη», λέει ο Νιγηριανός Aliyu.
«Είναι καλό να υπάρχει περιφερειακή αλληλεγγύη», προσθέτει. «Αλλά, είναι επίσης σημαντικό για τη Δύση να καταλάβει ότι η συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση των μελλοντικών πανδημιών». Αυτή η αίσθηση ήταν πολύτιμη για τις φτωχές χώρες στο παρελθόν. Ασθένειες όπως ο Έμπολα και ο Ζίκα ενέπνευσαν πλούσιες χώρες να ρίξουν πόρους στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική με την ελπίδα να περιοριστούν οι απειλές σε αυτές τις ηπείρους. Η άνιση πρόσβαση στα φάρμακα για τον HIV οδήγησε στο Global Fund. Η επιδημία Έμπολα του 2014 συνέβαλε στη δημιουργία του Συνασπισμού για Καινοτομίες Ετοιμότητας για Επιδημίες (CEPI), ένα ίδρυμα που χρηματοδότησε την πρώιμη έρευνα για το εμβόλιο της Moderna για τον κορωνοϊό.
Ο Covid-19, ωστόσο, σηματοδοτεί μια «οπισθοδρόμηση» προς μια προσέγγιση «οχύρωσης εντός των τειχών» της ασφάλειας της υγείας των ανεπτυγμένων χωρών, λέει ο Ranu Dhillon, σύμβουλος του προέδρου της Γουινέας – κατά τη διάρκεια της επιδημίας του Έμπολα. Τα δυτικά κράτη «μπορεί να έχουν την τάση για ένα βήμα πιο μακριά από την παγκοσμιοποίηση στον τομέα της υγείας – κοιτάζοντας προς τα μέσα – προκειμένου να δημιουργήσουν καλύτερους μηχανισμούς στη χώρα τους», καταλήγει ο Dhillon, καθηγητής τώρα στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ.
Η φαρμακοβιομηχανία αντιστέκεται επίσης στις περισσότερες εκκλήσεις του Global South για μεγαλύτερη συνεργασία. Μέχρι στιγμής, καμία φαρμακευτική εταιρεία δεν έχει υπογράψει προκειμένου να μοιραστεί τις γνώσεις της – είτε με τον κόμβο mRNA της Νότιας Αφρικής είτε με το εργοστάσιο της Σενεγάλης για εμβόλια κατά του κορωνοϊού αν και η BioNTech συνεργάζεται με τη Ρουάντα και τη Σενεγάλη μέσω μιας συμφωνίας που υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την παραγωγή πειραματικών εμβολίων κατά της φυματίωσης και της ελονοσίας.
Μια άλλη βιομηχανική συμφωνία παραγωγής δείχνει ότι η Αφρική ξεπερνά ήδη τα εμπόδια στη νέα της στάση, «πρώτα εμείς». Οι πανηγυρισμοί για το ότι η Johnson & Johnson θα συνεργαζόταν με την Νοτιοαφρικανή εταιρεία Aspen (στη λεγόμενη φάση παραγωγής πλήρωσης και ολοκλήρωσης για το εμβόλιο κορωνοϊού μίας δόσης) γρήγορα μετατράπηκαν σε αποδοκιμασίες όταν προέκυψε πως η Ευρώπη σχεδίαζε να απορροφήσει περίπου 10 εκατομμύρια αφρικανικές δόσεις, έως το τέλος Σεπτεμβρίου. Ο πρώην πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Gordon Brown το αποδοκίμασε ως «νεοαποικιακή προσέγγιση της παγκόσμιας υγείας».
Ωστόσο, μετά από βιαστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Αφρικανικής Ένωσης και των Βρυξελλών, το σχέδιο καταργήθηκε, σύμφωνα με τον ειδικό απεσταλμένο της Ένωσης Strive Masiyiwa, την περασμένη εβδομάδα. «Δεν θα υπάρξει κοινή χρήση των εμβολίων Johnson & Johnson – Aspen», δήλωσε πρόσφατα στους δημοσιογράφους.
Να μια καλή είδηση, αν δεχτούμε πως «κανείς δεν είναι ασφαλής αν δεν είναι όλοι ασφαλείς».
Πηγή: POLITICO