Του Κώστα Μπετινάκη
Κάτω από αυστηρότατα μέτρα ασφαλείας, οι ηγέτες των επτά ισχυρότερων βιομηχανικών χωρών (ΗΠΑ, Γερμανίας, Καναδά, Βρετανίας, Γαλλίας, Ιαπωνίας και Ιταλίας) συναντώνται αύριο και μεθαύριο στο Ανάκτορο Έλμαου της Βαυαρίας, στην καθιερωμένη ετήσια σύνοδό τους. Θα βρίσκονται περικυκλωμένοι από χιλιάδες διαδηλωτές, που ήδη ξεκίνησαν χτες τις κινητοποιήσεις τους στο Μόναχο, την πρωτεύουσα της Βαυαρίας, 100 χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο όπου πραγματοποιείται η συνάντηση των G7.
Η ατζέντα τους -όπως έχει ανακοινωθεί- περιλαμβάνει σημαντικά ζητήματα, μεταξύ των οποίων:
– οι εξελίξεις στο πεδίο της παγκόσμιας οικονομίας
– οι διεθνείς εστίες κρίσης και
– το περιβάλλον.
Εκείνο που δεν έχει ανακοινωθεί ότι θα συζητηθεί είναι το κύριο θέμα που θα απασχολήσει τη σύνοδο των ισχυρών: η συμφωνία για τη Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία που προωθούν ασμένως οι ΗΠΑ.
«Οι αντιπρόσωποι των πλουσιότερων και ισχυρότερων κρατών του κόσμου θέλουν να αποφασίσουν την τύχη όλων των λαών χωρίς να έχουν κάποια νομιμοποίηση γι’ αυτό», γράφει η ομάδα «Stop G7 Elmau 2015» στην ιστοσελίδα της. Και συμπληρώνουν: «Η πολιτική των G7 σημαίνει επιμονή στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, πόλεμο, στρατιωτικοποίηση, εκμετάλλευση, φτώχεια, πείνα, οικολογική υποβάθμιση και αποκλεισμό των προσφύγων».
Η TTIP κύριο θέμα
Σε συνέντευξή της στη «Süddeutsche Zeitung» που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα, η Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε πως επιθυμεί «η συμφωνία για την TTIP να τεθεί σε εφαρμογή πριν ο Μπαράκ Ομπάμα εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο του 2017».
«Η πολιτική των G7 σημαίνει επιμονή στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, πόλεμο, στρατιωτικοποίηση, εκμετάλλευση, φτώχεια, πείνα, οικολογική υποβάθμιση και αποκλεισμό των προσφύγων»Υποστήριξε ακόμη ότι η ΤΤΙΡ (που έχει στόχο το άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών σε όλα τα αμερικανικά προϊόντα – και τα μεταλλαγμένα) έχει στόχο να ενισχύσει περαιτέρω τους εμπορικούς δεσμούς ανάμεσα στις δύο περιοχές και μεταξύ άλλων να προωθήσει την ανάπτυξη. Και ανέφερε πως ανάλογες συνομιλίες, για την υπογραφή της Trans-Pacific Partnership, γίνονται ανάμεσα στις ΗΠΑ και δώδεκα χώρες (στις οποίες περιλαμβάνονται η Αυστραλία, η Ιαπωνία το Βιετνάμ και η Νέα Ζηλανδία).
Ωστόσο η αντίδραση για την TTIP είναι ισχυρότατη στη Γερμανία, με μόνο τον εξαγωγικό βιομηχανικό τομέα να θεωρεί ότι ωφελείται από αυτή.
Αλλά και στην ευρύτερη Ευρωπαϊκή Ένωση αντιδρούν, ιδιαίτερα οι εταιρίες τροφίμων, επειδή γνωρίζουν πως η συμφωνία θα ευνοήσει τις αμερικανικές πολυεθνικές, αφού θα ανασταλούν οι περιορισμοί στην παραγωγή τροφίμων από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.
Η συμφωνία παρουσιάζεται ως «ευκαιρία για ευημερία» από τους υποστηρικτές της, ενώ οι πολέμιοι τη χαρακτηρίζουν «χούντα των πολυεθνικών». Επειδή όμως οι διαπραγματεύσεις κρατούνται μυστικές και προωθούνται πάση θυσία από την ολιγαρχία του πλούτου, οδηγούν σε λογικά συμπεράσματα.
Δεν είναι μόνο οι αντιρρήσεις των Ευρωπαίων πολιτών, αλλά και της πλειοψηφίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που επανεξετάζει την προτεινόμενη προς υπογραφή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ουάσιγκτον. Ο βασικός φόβος, ότι ένα από τα δυσάρεστα αποτελέσματα θα είναι η εξωδικαστική επίθεση από τις αμερικανικές εταιρείες σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Οι όροι που προστατεύουν τους επενδυτές είναι τόσο αυστηροί, που αναμένεται να προκληθεί γενική αναστάτωση στο νομικό καθεστώς των ευρωπαϊκών κρατών.
Υπάρχει και απόφαση του 2011 από το Ευρωκοινοβούλιο, σύμφωνα με την οποία «δεν γίνεται αποδεκτή καμία παράγραφος στη συμφωνία που θα επιτρέπει σε ανώνυμους διαιτητικούς οργανισμούς να καταστρατηγήσουν εθνικούς νόμους».
Θυμίζουμε όμως ότι ο ρόλος του Ευρωκοινοβουλίου είναι καθαρά «συμβουλευτικός» (βλέπε διακοσμητικός).
Η οικολογική διάσταση της συνόδου των G7
Σε πρόσφατο άρθρο της που δημοσιεύθηκε σε πολλές εφημερίδες ανά τον κόσμο, η Γερμανίδα καγκελάριος είχε χαρακτηρίσει την κλιματική αλλαγή ως μία από τις δύο παγκόσμιες προκλήσεις κλειδιά, που θα πρέπει να αποτελέσει θέμα συζήτησης στη σύνοδο των G7, σε συνδυασμό με το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης.
«Τα κύρια περιβαλλοντικά ζητούμενα για τη Μέρκελ στη σύνοδο θα είναι να αποσπάσει ισχυρές και μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις χώρες του G7 και να διασφαλίσει περισσότερες και βελτιωμένες δεσμεύσεις στο πεδίο της χρηματοδότησης προγραμμάτων για το περιβάλλον, με στόχο να προσεταιριστεί αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων», δήλωσε στη DW ο Κρίστιαν Χέι, γενικός γραμματέας του γερμανικού Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων για το Περιβάλλον.
Η σύνοδος των G7 αποτελεί μοναδική ευκαιρία να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το περιβάλλον στη Διεθνή Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι τον προσεχή Δεκέμβριο, εκτιμά ο Τομπίας Μινχμάγερ από την Greenpeace.
Η σύνοδος πραγματοποιείται «σε μια κρίσιμη στιγμή για την Ευρώπη και για τη Γερμανία, η οποία είτε θα κατορθώσει είτε θα αποτύχει να εκπληρώσει τους εθνικούς της στόχους για το κλίμα».
Μέρκελ: «Το ελληνικό ζήτημα δεν θα επισκιάσει τη Σύνοδο»
Η Ελλάδα δεν αποτελεί κεντρικό ζήτημα στην επικείμενη Σύνοδο των G7, τόνισε στην Deutsche Welle η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι θα εκφραστεί η ελπίδα για επιτυχή κατάληξη των διαπραγματεύσεων.
«Θα μας δοθεί η δυνατότητα να παραπέμψουμε στο γεγονός ότι η Ιρλανδία, που επίσης βρισκόταν σε πρόγραμμα, είναι σήμερα η χώρα με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και στο ότι η οικονομία αναπτύσσεται στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Και μετά θα μιλήσουμε και για την Ελλάδα. Αλλά, πραγματικά, αυτό δεν αποτελεί κεντρικό θέμα, απλώς θα αναφερθούμε στο πού βρισκόμαστε και θα εκφράσουμε την ελπίδα μας ότι οι συνομιλίες μπορούν να ολοκληρωθούν με επιτυχία» δήλωσε η καγκελάριος.