Η Κίνα διέψευσε σήμερα τις «αβάσιμες» κατηγορίες των ΗΠΑ και των συμμάχων της σχετικά με τη φερόμενη κυβερνοεπίθεση του Πεκίνου εναντίον της Microsoft, κατηγορώντας την Ουάσινγκτον ότι είναι «ο παγκόσμιος πρωταθλητής» των κυβερνοεπιθέσεων.
Η κυβερνοασφάλεια αποτελεί ένα ακόμα θέμα που προκαλεί ένταση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, μετά τον εμπορικό πόλεμο, τη Huawei, τους μουσουλμάνους Ουιγούρους, την Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ.
Η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της καταδίκασαν τη Δευτέρα, σε συντονισμένη κίνηση, τις «κακόβουλες» κυβερνοεπιθέσεις του Πεκίνου, το οποίο κατηγόρησαν και για τη μεγάλη επίθεση τον Μάρτιο εναντίον της εφαρμογής Exchange της Microsoft.
Οι ΗΠΑ , η Ε.Ε., η Βρετανία, η Νέα Ζηλανδία, η Ιαπωνία, η Αυστραλία, το ΝΑΤΟ και ο Καναδάς σε ξεχωριστές τους ανακοινώσεις ζήτησαν από την Κίνα να δρα «με υπεύθυνο τρόπο» στον κυβερνοχώρο. Αν και κάθε χώρα εξέδωσε διαφορετική ανακοίνωση, πρόκειται για την πιο ευρεία μέχρι στιγμής καταδίκη των ενεργειών της Κίνας στον κυβερνοχώρο.
Οι ΗΠΑ υιοθέτησαν αυστηρό τόνο, κάτι που δεν θα συμβάλει στη βελτίωση των σινοαμερικανικών σχέσεων. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε τις κινεζικές αρχές ότι «προστατεύουν» τους δράστες κυβερνοεπιθέσεων, ή ακόμη ότι «τους προσφέρει μέσα για να δρουν».
Η Κίνα «έχει μια ανεύθυνη συμπεριφορά, ενοχλητική και αποσταθεροποιητική στον κυβερνοχώρο, κάτι που αποτελεί μεγάλη απειλή για την οικονομία και την ασφάλεια» των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, πρόσθεσε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Το Λονδίνο υιοθέτησε αντίστοιχα αυστηρή ρητορική. «Η κινεζική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει το συστηματικό της κυβερνοσαμποτάζ και πρέπει να λογοδοτήσει, αν δεν το πράξει» τόνισε ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ.
«Παπαγάλος»
Σε μια πιο προσεκτική ανακοίνωση το ΝΑΤΟ από την πλευρά του ανέφερε ότι «έλαβε υπόψη του» τις δηλώσεις των μελών του για την Κίνα. «Καλούμε όλες τις χώρες, ανάμεσά τους και την Κίνα, να σέβονται τις διεθνείς τους υποχρεώσεις και δεσμεύσεις (…) περιλαμβανομένου στον κυβερνοχώρο», επισήμανε.
Στις ανακοινώσεις τους Βρυξέλλες, Λονδίνο και Ουάσινγκτον κατηγορούν την Κίνα για τη μεγάλη κυβερνοεπίθεση που εξαπολύθηκε τον Μάρτιο εναντίον της εφαρμογής Exchange της Microsoft.
Η εταιρεία έχει ήδη κατηγορήσει μια ομάδα χάκερ που φέρονται να συνδέονται με το Πεκίνο με το όνομα «Hafnium».
«Οι κυβερνοπειρατές εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να εκμεταλλεύονται τα κενά ασφαλείας» υπογράμμισε η ευρωπαϊκή διπλωματία, σημειώνοντας ότι αυτό αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Ε.Ε. και της προκαλεί «μεγάλη οικονομική ζημιά».
Η Ε.Ε. κατήγγειλε επίσης τις δραστηριότητες μιας ομάδας κυβερνοπειρατών που χρησιμοποιεί τα ονόματα APT40 APT31, η οποία, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, διεξήγαγε επιθέσεις «από το κινεζικό έδαφος με στόχο την υποκλοπή μυστικών ή την κατασκοπεία».
Η Κίνα διέψευσε σήμερα κατηγορηματικά ότι ευθύνεται για κυβερνοεπιθέσεις και κυρίως για αυτή εναντίον της Microsoft, με την πρεσβεία της στη Νέα Ζηλανδία να χαρακτηρίζει «αβάσιμες και ανεύθυνες» τις κατηγορίες, «χωρίς αποδείξεις», του Ουέλινγκτον για το θέμα.
Από την πλευρά της, η πρεσβεία της Κίνας στην Καμπέρα κατηγόρησε την Αυστραλία ότι «απολαμβάνει σαν παπαγάλος» την αμερικανική ρητορική. «Όπως γνωρίζουν όλοι, οι ΗΠΑ διεξήγαγαν ξεδιάντροπα μυστικές παρακολουθήσεις μεγάλης κλίμακας και χωρίς διακρίσεις σε πολλές χώρες του κόσμο, περιλαμβανομένων των συμμάχων τους. Πρόκειται για τον παγκόσμιο πρωταθλητή των κακόβουλων κυβερνοεπιθέσεων».
Σύμφωνα με την Ουάσινγκτον, η οποία ωστόσο δεν προσέφερε αποδείξεις για τους ισχυρισμούς της, η κινεζική κυβέρνηση «ζητεί τη συνδρομή κυβερνοπειρατών» για να διεξάγει επιθέσεις σε όλο τον κόσμο.
Η αμερικανική δικαιοσύνη ανακοίνωσε ότι απήγγειλε κατηγορίες εναντίον τεσσάρων Κινέζων χάκερ, ανάμεσά τους τρία «μέλη του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας», επειδή από το 2011 ως το 2018 εισήλθαν παράνομα στα ηλεκτρονικά συστήματα εταιρειών, πανεπιστημίων, αλλά και κυβερνητικών οργανισμών πολλών χωρών για να υποκλέψουν δεδομένα ή τεχνολογίες.
Οι Κινέζοι χάκερ, που κατηγορούνται ότι υπέκλεψαν και βιομηχανικά μυστικά, ενδέχεται επίσης να είχαν ως κίνητρο «το προσωπικό όφελος», δήλωσε υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του. Ο ίδιος έκανε λόγο για απόπειρες εκβιασμού και αιτήματα προς ιδιωτικές εταιρείες «για την καταβολή λύτρων ύψους εκατομμυρίων δολαρίων».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ