Οι Ιρλανδοί καλούνται να ψηφίσουν αύριο, Παρασκευή 8 Μαρτίου, σε ένα δημοψήφισμα για να αφαιρεθούν από το Σύνταγμά τους, που χρονολογείται από το 1937, ξεπερασμένες αναφορές στο γάμο και στη θέση των γυναικών μέσα στην οικογένεια, η επαναδιατύπωση των οποίων προκαλεί όμως επικρίσεις.
Αν εγκριθούν, αυτές οι δύο τροπολογίες θα αλλάξουν το άρθρο 41 του θεμελιώδους νόμου της χώρας που συντάχθηκε πριν από σχεδόν έναν αιώνα, όταν στη δημόσια και την ιδιωτική ζωή κυριαρχούσε ένας πουριτανικός κλάδος της ιρλανδικής Εκκλησίας. Το άρθρο αυτό ορίζει το ρόλο της γυναίκας ως συζύγου και μητέρας στο σπίτι.
Η πρώτη τροπολογία έχει στόχο να διευρυνθεί ο ορισμός της οικογένειας για να περιλάβει «σχέσεις με διάρκεια» που συνάπτονται εκτός γάμου και να προσφέρει προστασία σ’ αυτά τα ζευγάρια ή οικογένειες (μονογονεϊκές κλπ.).
Η δεύτερη τροπολογία προτείνει να διαγραφεί μια ξεπερασμένη αναφορά στον ρόλο των γυναικών στο σπίτι, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες έχουν το καθήκον να φροντίζουν τα άλλα πρόσωπα που βρίσκονται κάτω από τη στέγη τους. Μια νέα, ευρύτερη διατύπωση αποδίδει σε όλα τα μέλη μιας οικογένειας την ευθύνη να φροντίζουν το ένα το άλλο.
Το δημοψήφισμα αυτό, που θα διεξαχθεί στις 8 Μαρτίου, τη διεθνή ημέρα για τα δικαιώματα των γυναικών, έχει στόχο «να γίνει ένα νέο βήμα προς τα εμπρός για την ισότητα», λέει η Όρλα Ο’ Κόνορ, διευθύντρια του Εθνικού Συμβουλίου Γυναικών της Ιρλανδίας.
Σύμφωνα με την Ιβόν Γκάλιγκαν, πολιτειολόγο στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου, η νέα διατύπωση για τη διεύρυνση της έννοιας της οικογένειας αποτελεί μια «λογική πρόοδο».
Χώρα με ισχυρή καθολική παράδοση και πληθυσμό πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, η Ιρλανδία έχει ψηφίσει τα τελευταία χρόνια σε δημοψηφίσματα υπέρ της χαλάρωσης της νομοθεσίας για τις αμβλώσεις και έχει εγκρίνει τον γάμο μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου.
Οι αναφορές στο ρόλο της γυναίκας ως βοηθού είναι επίσης «αρχαϊκές και ξεπερασμένες», τονίζει η Κατρίν Κοξ της οργάνωσης Family Carers Ireland, η οποία υποστηρίζει οικείους ασθενών.
Τα κύρια ιρλανδικά πολιτικά κόμματα τάσσονται υπέρ αυτών των αλλαγών και μέχρι πρόσφατα οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η έγκρισή τους θα ήταν εύκολη, παρά το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής που προαναγγέλλεται.
Όμως η αόριστη διατύπωση των τροπολογιών έχει προκαλέσει τις τελευταίες ημέρες αυξανόμενες επικρίσεις και ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός, Λίο Βαράντκαρ, ο οποίος ανέλαβε την πρωτοβουλία για την πραγματοποίηση του δημοψηφίσματος, παραδέχθηκε πως η νίκη του «Ναι» στις δύο αλλαγές δεν είναι εγγυημένη.
«Όχι πραγματικά ικανοποιητική»
«Κανένας δεν ξέρει ακριβώς τι είναι μια “σχέση που διαρκεί”, ενώ όλοι ξέρουν ακριβώς τι είναι ένας γάμος», λέει ο Ντέιβιντ Κουίν, ιδρυτής του Ινστιτούτου Iona, που υπερασπίζεται τα συμφέροντα της καθολικής κοινότητας.
«Πολλοί θα ψηφίσουν “Όχι” εξαιτίας της σύγχυσης» που προκαλείται και της εξαφάνισης των λέξεων «γυναίκα» και «μητέρα», εκτιμά.
Άλλοι σχολιαστές, οι οποίοι πρόσκεινται στην άκρα δεξιά, επέσεισαν επίσης το φόβητρο των πολυγαμικών σχέσεων ή της οικογενειακής επανένωσης μεταναστών, που θα μπορούσαν, σύμφωνα με αυτούς, να ενθαρρυνθούν.
Η κυβέρνηση απέρριψε αυτούς τους ισχυρισμούς, όμως δυσκολεύτηκε αντιθέτως να απαντήσει στους επικριτές της δεύτερης τροπολογίας για τη φροντίδα, η οποία αναφέρει ότι το κράτος «θα καταβάλλει προσπάθειες» για να υποστηρίζει τις οικογένειες των οποίων κάποιο μέλος είναι ηλικιωμένο ή άρρωστο.
Για τη Μαριάμ Μαντάνι, η οποία μάχεται για τα δικαιώματα των προσώπων με αναπηρία, η διατύπωση αυτή τοποθετεί όλο το βάρος της φροντίδας στους οικείους των ασθενών και νομοθετεί μια μορφή απόσυρσης του κράτους.
«Η φροντίδα είναι μια έννοια που ξεπερνά τον οικογενειακό πυρήνα και η κυβέρνηση δεν μπορεί να λέει χαλαρά πως θα καταβάλλει προσπάθειες για να στηρίζει αυτούς που βοηθούν στους κόλπους των νοικοκυριών», εκτιμά.
«Η ίδια η έννοια του βοηθού σε μια οικογένεια ρίχνει υπερβολικά πολλές ευθύνες στην οικογένεια, αντί να αφήνεται στο κράτος η ευθύνη της παροχής φροντίδας», τονίζει από την πλευρά της η 73χρονη εκπαιδευτικός Μαρία Γκρέιβλι.
Η πολιτειολόγος Ιβόν Γκάλιγκαν επιβεβαιώνει πως η διατύπωση αυτής της τροπολογίας είναι «λεπτό ζήτημα»: «Οι άνθρωποι έχουν την επιλογή να διατηρήσουν ένα πατερναλιστικό και σεξιστικό στάτους κβο ή να εγκρίνουν μια αλλαγή που δεν είναι στην πραγματικότητα ικανοποιητική», υπογραμμίζει.
Σε κάθε περίπτωση, το δημοψήφισμα αυτό δεν προκαλεί μεγάλο ενθουσιασμό, όπως υπογραμμίζει ο 54χρονος Έινταν Κόνολι, διευθυντής μια εταιρείας πληροφορικής. «Θα ψηφίσω όπως επιθυμεί η σύζυγός μου. Αν θέλει να αλλάξουν οι αναφορές στον ρόλο της γυναίκας, δεν έχω αντίρρηση», δηλώνει.