Η γερμανική κυβέρνηση αναγνώρισε ως γενοκτονία τον σφαγιασμό από τις γερμανικές αποικιοκρατικές δυνάμεις μελών των εθνοτήτων της Ναμίμπια Χερέρο και Νάμα στις αρχές του 20ού αιώνα και συμφώνησε να καταβάλει στη χώρα 1,1 δισεκατομμύριο ευρώ ως «βοήθεια στήριξης», αλλά όχι ως «αποζημίωση».
Οι διώξεις εναντίον των Χερέρο και των Νάμα, με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να βρίσκουν φριχτό θάνατο από τα γερμανικά στρατεύματα κατά την περίοδο 1904-1908, έχουν χαρακτηριστεί ως «η πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα», ως «η ξεχασμένη γενοκτονία» ή ακόμη και ως «πρόβα» για το Ολοκαύτωμα. Οι Χερέρο και οι Νάμα αντιστάθηκαν στις αρπαγές γης που επέβαλαν οι Γερμανοί ως αποικιοκρατική δύναμη στη Ναμίμπια — τότε Γερμανική Νοτιοδυτική Αφρική. Κάποιους τους εκτέλεσαν, ενώ άλλους τους εγκατέλειψαν στην έρημο ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι απόγονοί τους, περιθωριοποιημένοι και μετέπειτα στη Ναμίμπια, διατήρησαν ζωντανές τις μνήμες της γενοκτονίας μέσω της παράδοσής τους, αλλά η πραγματική ώθηση για την αναγνώριση των παθών τους δόθηκε μόνο μετά την ανεξαρτησία της χώρας το 1990 και ιδιαίτερα το 2004, με την 100ή επέτειο από την αρχή των διώξεων. Μετά την επανένωση της Γερμανίας και κυρίως τα τελευταία χρόνια, γερμανικές αριστερές δυνάμεις και ιστορικοί επανέφεραν το θέμα, ζητώντας η χώρα να επανεξετάσει το αποικιοκρατικό παρελθόν της.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εμφανίστηκε από την αρχή πρόθυμη να αναγνωρίσει τις φρικαλεότητες του παρελθόντος της στη Ναμίμπια ως γενοκτονία, αλλά και να καταβάλει ένα σημαντικό ποσό. Πώς θα χαρακτηριζόταν ωστόσο αυτό το ποσό; Θα επρόκειτο για αποζημίωση ή επανορθώσεις; Αυτό φαίνεται ότι αποτελούσε την «κόκκινη γραμμή» του Βερολίνου στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της Ναμίμπια.
Την περασμένη Παρασκευή η Γερμανία έκανε και επισήμως πλέον λόγο για «γενοκτονία», συμφωνώντας να εκδώσει μια δημόσια απολογία για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι γερμανοί στρατιώτες και να καταβάλει 1,1 δισεκατομμύριο ευρώ «για έργα υποδομής και ανάπτυξης» της χώρας. Η κυβέρνηση του Βίντχουκ και πολλοί παράγοντες της χώρας χαιρέτισαν τη συμφωνία, εκφράζοντας την ικανοποίησή τους για το αποτέλεσμα των συνομιλιών. Οι ηγέτες των Χερέρο και των Νάμα την απέρριψαν ωστόσο ως «προσβολή» και ως «πραξικόπημα δημοσίων σχέσεων», επειδή δεν γίνεται λόγος για «αποζημίωση» ή «επανόρθωση».
Η Γερμανία υπήρξε για την Αφρική μάλλον μικρή αποικιοκρατική δύναμη, σε σύγκριση με τη Γαλλία και τη Βρετανία. Η Ναμίμπια όμως ήταν το πιο σημαντικό «απόκτημά» της στην ήπειρο. Οι γερμανοί στρατιώτες άρπαζαν γη, ζώα και τρόφιμα από τους ιθαγενείς και, όταν η αντίσταση από τους Χερέρο και τους Νάμα έλαβε σοβαρές διαστάσεις για τις κατοχικές δυνάμεις, την εξόντωσή τους ανέλαβε ο στρατιωτικός διοικητής Λόταρ φον Τρότα, γνωστός από τα «κατορθώματά» του στην Ασία και την Ανατολική Αφρική. Στη Ναμίμπια ηγήθηκε των «δυνάμεων προστασίας», όπως λέγονταν οι στρατιώτες του στη χώρα. Το 1904 εξέδωσε ανακοίνωση, με την οποία προειδοποιούσε ότι θα πυροβολούνται όλοι οι Χερέρο, ένοπλοι και μη, ιδιοκτήτες ζώων ή όχι. Επιπλέον, ανακοίνωνε ότι στο εξής οι γυναίκες και τα παιδιά δεν θα προστατεύονταν, αλλά είτε θα επέστρεφαν στις οικογένειές τους είτε θα εκτελούνταν. Την επόμενη χρονιά ανακοίνωσε κάτι ανάλογο και για τα μέλη των Νάμα.
Υπολογίζεται ότι στις εκκαθαρίσεις της περιόδου βρήκε τον θάνατο το 80% των Χερέρο και το 50% των Νάμα. Μεταξύ των μεθόδων εξόντωσης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί ήταν και η εγκατάλειψη των ιθαγενών στην έρημο σε στρατόπεδα συγκέντρωσης χωρίς παροχή νερού. Σύμφωνα με πολλούς γερμανούς ερευνητές, η περίοδος προετοίμασε για τις μεθόδους που εφαρμόστηκαν και αργότερα, στις διώξεις των Εβραίων. Καθώς η αποικιοκρατική δύναμη μελετούσε στη Αφρική και την ευγονική, εκατοντάδες κρανία θυμάτων είχαν σταλεί σε γερμανικά εργαστήρια για έρευνες. Πολλά από αυτά έχουν επιστραφεί τα τελευταία χρόνια στη Ναμίμπια. Επιπλέον, τα γεγονότα της εποχής περιλαμβάνονται εδώ και λίγα χρόνια και στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας.
Η ήττα της Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ως αποτέλεσμα και την απώλεια των αποικιών στην Αφρική. Η Ναμίμπια έγινε αποικία της Νότιας Αφρικής του Απαρτχάιντ, με τη συζήτηση περί γενοκτονίας να θεωρείται ταμπού. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, στη χώρα υπάρχουν περισσότερα μνημεία και νεκροταφεία για τους Γερμανούς παρά για τα θύματα της γενοκτονίας των Χερέρο και Νάμα.
Τα χρήματα που θα καταβάλει το Βερολίνο θα δοθούν σε διάστημα 30 ετών, ως «χειρονομία για την συμφιλίωση και την αναδιάρθρωση» και θα χρηματοδοτήσουν έργα στους τομείς της ενέργειας, της ύδρευσης, της παιδείας και της επαγγελματικής εκπαίδευσης, ειδικά σε περιοχές των Χερέρο και των Νάμα Οι πιέσεις της άλλης πλευράς το ποσό να χαρακτηριστεί «αποζημίωση» απορρίφθηκαν σθεναρά από τους Γερμανούς. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι αναγνώριζαν την ενοχή τους στο πλαίσιο της Διάσκεψης του ΟΗΕ για τις Γενοκτονίες, από το 1948. Σύμφωνα όμως με το επιχείρημα της γερμανικής κυβέρνησης, η Διάσκεψη δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ για προηγούμενες γενοκτονίες, αλλά το σημαντικότερο ήταν μάλλον ότι ενδεχόμενη καταβολή αποζημίωσης θα καθιστούσε τη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις ευάλωτες σε ανάλογα αιτήματα από πολλές χώρες.
Ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας αναμένεται να ταξιδέψει σύντομα στη Ναμίμπια για την υπογραφή της συμφωνίας, ενώ τη χώρα θα επισκεφθεί και ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, προκειμένου να διαβάσει την επίσημη απολογία της Γερμανίας ενώπιον του Κοινοβουλίου.
«Καλύτερα να μείνει στη Γερμανία. Δεν θα δεχτούμε τη συγγνώμη του όσο δεν μας βλέπει σαν ανθρώπους, όσο δεν έρχεται στους ηγέτες μας να ζητήσει συγγνώμη», δήλωσε η Σίμα Λούιπερτ, απόγονος θυμάτων της γενοκτονίας των Νάμα. Οργανώσεις συγγενών των θυμάτων εξέφρασαν με ανακοίνωσή τους δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι δεν ηγήθηκαν οι ίδιοι των διαπραγματεύσεων με το Βερολίνο. «Η διμερής συμφωνία της Γερμανίας με την κυβέρνηση της Ναμίμπια δεν αποτελεί παρά ένα δημιούργημα ρατσιστικής νοοτροπίας από την πλευρά της Γερμανίας και νεοαποικιακής υποταγής από την πλευρά της Ναμίμπια», δήλωσαν οι αρχηγοί των δύο εθνοτήτων. Σύμφωνα ωστόσο με τη γερμανική πλευρά, στις διαπραγματεύσεις συμμετείχαν και μέλη των δύο ομάδων, αλλά κάποια άλλα μέλη διαφωνούσαν εξ αρχής και προσπάθησαν να υπονομεύσουν τις συνομιλίες ακόμη και με μηνύσεις. Ο επικεφαλής της διαπραγμάτευσης από τη γερμανική πλευρά, πρώην βουλευτής Ρούπρεχτ Πόλεντς, δήλωσε ότι οι συνομιλίες έπρεπε να γίνουν σε επίπεδο κυβερνήσεων, όπως συνέβη και με τη Γαλλία και την Πολωνία μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η πλευρά των θυμάτων όμως εκτιμά ότι στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος, η Γερμανία δεν συζήτησε μόνο με την κυβέρνηση του Ισραήλ, αλλά και με εβραϊκές οργανώσεις σε όλον τον κόσμο. «Γιατί λοιπόν η Γερμανία δεν θέλει τώρα να μιλήσει στις διάφορες ομάδες; Μήπως επειδή είμαστε μαύροι;», διερωτώνται οι απόγονοι των θυμάτων.
Για την αντίδρασή τους, η κυβέρνηση της Ναμίμπια εξέφρασε την έκπληξή της, με τον επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας Ζεντ Νγκαβιρούε να δηλώνει στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι οι δύο εθνότητες αναμίχθηκαν στις συνομιλίες από την αρχή. «Νομίζω ότι η Γερμανία γνώριζε ήδη ότι στη χώρα εξακολουθεί να υφίσταται αυτός ο διχασμός», πρόσθεσε και σημείωσε ότι η κυβέρνηση εξετάζει τώρα κατά πόσο η δυσαρέσκεια που εκφράστηκε «πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν».