Κυνηγημένοι από τους Αμερικανούς, τους Ρώσους και τους Σιίτες από την Περσία και το Ιράκ, οι τζιχαντιστές του Χαλιφάτου και οι μουζαχεντίν της συριακής Αλ Κάιντα βρήκαν τελικά καταφύγιο στη βόρεια γωνιά της Συρίας, στον θύλακα Ιντλίμπ, όπου σήμερα κατοικούν περί τα 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι.
Το σύνολο των οπλισμένων τζιχαντιστών στο Ιντλίμπ υπολογίζεται από 40.000 έως 60.000 άτομα. Οι μισοί από αυτούς κατάγονται από τη Συρία. Από τις μεγαλύτερες εθνότητες τζιχαντιστών είναι οι Ουιγούροι από την
Οι υπόλοιπες «φυλές» της Τζιχάντ είναι Κιργίσιοι, Ουζμπέκοι, Βόσνιοι και Αλβανοί. Τόσο η Μόσχα όσο και το Πεκίνο έχουν διαμηνύσει στην Άγκυρα πως δεν πρόκειται να δεχθούν ζωντανούς τζιχαντιστές μαχητές που ανήκουν σε εθνότητες των χωρών τους. Ο δε Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ξεκαθαρίσει στον Ταγίπ Ερντογάν πως δεν πρόκειται να δεχθεί ούτε έναν ζωντανό Τσετσένο μαχητή ή την οικογένειά του στο έδαφος της Ρωσίας.
Οι τζιχαντιστές αυτοί διαθέτουν βαρύ οπλισμό, ακόμα και τεθωρακισμένα αλλά και drones, όλμους και πυροβόλα μεγάλου διαμετρήματος, καθώς και ρουκετοβόλα, ακόμα και ελαφρείς πυραύλους. Είναι εξαιρετικά εκπαιδευμένοι και ικανοί μαχητές οι οποίοι έχουν αναπτυχθεί κατά μήκος δύο οδικών αρτηριών στον θύλακα του Ιντλίμπ, της Μ4 που εξυπηρετεί τη Λαττάκεια (ρωσική βάση), και της Μ5, που οδηγεί στο Χαλέπι.
Στις 17 Σεπτεμβρίου του 2018, στο Σότσι συναντήθηκαν ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Ταγίπ Ερντογάν. Τότε ο πρόεδρος της Τουρκίας υπέγραψε συμφωνία αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να αφοπλίσει τους τζιχαντιστές στο Ιντλίμπ και να τους αφαιρέσει κυρίως τον βαρύ οπλισμό.
Από τις 17 Σεπτεμβρίου του 2018 μέχρι και σήμερα η Τουρκία δεν υλοποίησε ούτε ένα μικρό μέρος της συμφωνίας αυτής. Για αντάλλαγμα η Άγκυρα εγκατέστησε 14 παρατηρητήρια στο Ιντλίμπ, τα οποία αντιστοιχούν σε μίνι στρατιωτικές βάσεις που επανδρώνονται από 30 έως 40 άτομα. Τις τελευταίες εβδομάδες οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ενίσχυσαν την παρουσία τους σε αυτά τα παρατηρητήρια και κινήθηκαν κατά μήκος των δύο οδικών αρτηριών Μ4 και Μ5. Εκεί ακριβώς χτύπησε ο στρατός της Συρίας, ο οποίος, ως γνωστόν, υποστηρίζεται σε όλες του τις επιχειρήσεις από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, κυρίως δε τη ρωσική αεροπορία, που επιχειρεί από τη βάση της Λαττάκειας.
Για τον λόγο αυτόν οι απώλειες είναι σημαντικές και από τις δύο πλευρές. Δεν πρόκειται δηλαδή για διπλωματικό παιχνίδι όπου δήθεν Άγκυρα και Μόσχα υποκρίνονται επιδείνωση των μεταξύ τους σχέσεων, αλλά είναι φανερό πως στη βόρεια Συρία εξελίσσεται ένα παιχνίδι στρατηγικού ελέγχου σε μια κρίσιμη περιοχή για το μέλλον αυτής της χώρας, αλλά και της παρουσίας των Ρώσων σ’ αυτή.