Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να δώσει το «πράσινο φως» για την επίθεση στη βάση της Χομς στη Συρία, έγινε με την ένθερμη υποστήριξη και τις «ευλογίες» εκ μέρους των ηγεσιών αρκετών χωρών – κυρίως μελών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Πώς όμως «υποδέχτηκαν» την ενέργεια αυτή οι «παραδοσιακοί» ακροδεξιοί υποστηρικτές του προέδρου των ΗΠΑ;

Τα σχόλια του Farage αποτυπώνουν το κύμα εκείνο των ακροδεξιών που δηλώνουν ενοχλημένοι και απογοητευμένοι από την επίθεση των αμερικανικών δυνάμεων κατά της βάσης στη ΧομςΟ Bρετανός Nigel Farage, επικεφαλής των ευρωσκεπτικιστών και ένθερμος υποστηρικτής του Brexit, είχε εκφράσει ανοικτά τη στήριξή του στο πρόσωπο του Τραμπ. Ήδη από την προεκλογική του καμπάνια ήταν ομιλητής σε αρκετές περιοδείες του και έσπευσε να τον συναντήσει αμέσως μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Το πρωί της Παρασκευής όμως, κάτι άλλαξε: Ο ίδιος, δήλωσε «εξαιρετικά έκπληκτος» από την επέμβαση στη Συρία.

«Πιστεύω ότι πολλοί από τους ψηφοφόρους του Τραμπ θα σηκώθηκαν σήμερα και θα διερωτήθηκαν ‘Πού κατέληξαν όλα αυτά;’. Ως ένθερμος υποστηρικτής του Τραμπ λέω ‘ναι, οι εικόνες ήταν φρικτές, αλλά είμαι έκπληκτος’ » είπε, υποστηρίζοντας πως «σε μια χώρα που σπαράσσεται από τον ισλαμικό εξτρεμισμό, ο Άσαντ, παρά τις αμαρτίες του, φαντάζει κοσμικός».

Τα σχόλια του Farage αποτυπώνουν το κύμα εκείνο των ακροδεξιών που δηλώνουν ενοχλημένοι και απογοητευμένοι από την επίθεση των αμερικανικών δυνάμεων κατά της βάσης στη Χομς, ως αντίποινα για τον χημικό όλεθρο της περασμένης Τετάρτης, για τον οποίο οι ΗΠΑ κατηγόρησαν το καθεστώς Άσαντ.

Οι ακροδεξιοί λαϊκιστές που επευφημούσαν τον Τραμπ για τη στάση που τήρησε στην προεκλογική του εκστρατεία λέγοντας πως δεν επιθυμεί οι ΗΠΑ να επεμβαίνουν στο εξωτερικό, καθώς δεν πρέπει να αναλαμβάνουν τον ρόλο του «παγκόσμιου αστυνομικού», έμειναν εμβρόντητοι από την αμερικανική επέμβαση. Αντίθετα, όσοι μέχρι πρότινος εξαπέλυαν βέλη κατά του Αμερικανού προέδρου, έσπευσαν χθες να επικροτήσουν την απόφασή του.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.

Στη Βρετανία, ο γ.γ. του υπουργείου Άμυνας Michael Fallon είπε στο BBC ότι «στηρίζουμε πλήρως αυτό που έκαναν οι Αμερικανοί» και πρόσθεσε πως η επίθεση ήταν «περιορισμένη και εξ ολοκλήρου κατάλληλη».

Ο Farage από την άλλη, κάλεσε τη Βρετανία «να μην αναμιχθεί ποτέ ξανά σε οποιαδήποτε επίθεση… Προηγούμενες επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή έχουν επιδεινώσει την κατάσταση» είπε. Στο ίδιο μήκος κύματος ο επικεφαλής του Κόμματος Ανεξαρτησίας Paul Nuttall, τόνισε πως ο βομβαρδισμός ήταν «απερίσκεπτος, πολεμοχαρής και παράλογος, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Θα περίμενα κάτι καλύτερο».

Στη Γαλλία, η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, τήρησε επίσης αποστασιοποιημένη στάση λέγοντας πως «καταδικάζει σθεναρά την φρικτή επίθεση στη συριακή βάση».

Μιλώντας στο France 2 η Λεπέν δήλωσε ακόμη πως «Υπήρχαν ακόμη πολλά ερωτήματα να απαντηθούν, πολλές έρευνες να γίνουν από μια ανεξάρτητη διεθνή Αρχή για το τι συνέβη στην Ιντλίμπ, πριν γίνει οποιαδήποτε επέμβαση».

Φωνές στις ΗΠΑ επίσης εξέφρασαν την καταδίκη τους για την αμερικανική επίθεση στη βάση της Χομς. «Είμαι εξαιρετικά προβληματισμένος επειδή η επίθεση θα μπορούσε να οδηγήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για μια ακόμη φορά να συρθεί στο τέλμα της μακροχρόνιας στρατιωτικής εμπλοκής στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο ανεξάρτητος γερουσιαστής του Vermont, Bernie Sanders.

«Ενώ όλοι καταδικάζουμε τις θηριωδίες στη Συρία, δεν έγινε κάποια επίθεση εναντίον των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Τραμπ καλό θα ήταν να λαμβάνει εξουσιοδότηση από το Κογκρέσο για στρατιωτικές επεμβάσεις, όπως ορίζει το Σύνταγμα και τον καλώ να έρθει στο Κογκρέσο για έναν ουσιώδη διάλογο» είπε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής του Κεντάκι Rand Paul.

Συντηρητικοί ειδικοί σύμβουλοι σε θέματα διπλωματίας που παραδοσιακά υποστηρίζουν τις αποφάσεις της αμερικανικής προεδρίας επίσης εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για την αμερικανική επέμβαση. Ο John Glaser, συνεργάτης του Ινστιτούτου Cato, για θέματα της αμερικανικής διπλωματίας είπε πως η απόφαση Τραμπ να επιτεθεί κατά του συριακού καθεστώτος δεν έχει έννομη εξουσιοδότηση ενώ υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες να βελτιώσει το κλίμα στην ταλαιπωρημένη από τον εμφύλιο πόλεμο Συρία.

Όπως διαφαίνεται, η επίθεση που διεξήχθη με εντολή Τραμπ, επέφερε τριγμούς στις σχέσεις του Αμερικανού προέδρου με παλαιούς συμμάχους του, θέτοντας εν αμφιβόλω τη συνέχιση της υποστήριξής του από τις ακροδεξιές δυνάμεις.

Για να ικανοποιήσει το κόμμα του Πολέμου

Η πολεμική επιχείρηση που διέταξε εναντίον της αεροπορικής βάσης στην Συρία ο πρόεδρος Τραμπ, μπορεί να έγινε για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, αλλά παίρνει επικίνδυνες διεθνείς διαστάσεις.

Όπως επισήμανε ο παλαίμαχος δημοσιογράφος των δελτίων ειδήσεων του CBS (News anchor) Dan Rather, «όσοι δημοσιογράφοι έσπευσαν να επιβραβεύσουν την προεδρική απόφαση, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πολεμικές επιχειρήσεις δεν διατάζονται για λόγους δημοσίων σχέσεων». Για να συμπληρώσει πως «πρόκειται για ένα βήμα προς ένα επικίνδυνο άγνωστο με επακόλουθα που δεν μπορείς να προβλέψεις».

Η δήλωση αυτή του Νταν Ράδερ, έγινε αφού γνωστοί δημοσιογράφοι, όπως ο Fareed Zakaria του CNN (από τους επικριτές ως τώρα του Τραμπ), σχολιάζοντας την προεδρική απόφαση, είχε πει: «Η εντολή να πληγεί με πυραύλους η Συρία, αναδεικνύει τον πρόεδρο ποιοτικά στο ύψος των προηγούμενων ηγετών των ΗΠΑ».

Από τότε που είχε ξεκινήσει η αμερικανική ηγεσία την επιβολή της απόφασής της για αλλαγή του καθεστώτος στη Συρία, το Μάρτιο του 2011, το κατεστημένο των γερακιών, δεν έδειχνε ικανοποιημένο. Και αυτό επειδή η Ουάσινγκτον είχε βάλει κάποιους άλλους να κάνουν την βρόμικη δουλειά.
Εκείνο που προτιμούσαν ήταν ξεκάθαρο: Άμεση στρατιωτική δράση.

Το βαθύ αμερικανικό κράτος, ή το κόμμα του Πολέμου όπως είναι περισσότερο γνωστό, αποτελείται τόσο από Ρεπουμπλικάνους, όσο και Δημοκρατικούς αντιπροσώπους. Σ΄αυτούς συμπεριλαμβάνονται σε βασικές θέσεις του κρατικού μηχανισμού πρόσωπα με διασυνδέσεις στις υπηρεσίες αντικατασκοπίας και την CIA.

Οι δομές αυτές προετοίμαζαν το δρόμο προς το Λευκό Οίκο τη Χίλαρι Κλίντον. Αλλά τους προέκυψε η έκπληξη, νίκησε ο απρόσμενος Τραμπ και όλα έδειχναν πως θα ανέτρεπε τα όσα είχαν σχεδιάσει.

Εδώ εντάσσεται και η προσπάθεια των συστημικών Μέσων να σπιλώσουν τον Τραμπ με γελοίες κατηγορίες ότι με τη βοήθεια του… Πούτιν κέρδισε τις εκλογές.

Ήδη οι σχολιαστές στα ανεξάρτητα Μέσα (ναι υπάρχουν κάποια ακόμη και στις ΗΠΑ) υποστηρίζουν πως ο Τραμπ πέταξε ένα κομμάτι κρέας στα Rottweiler από το κόμμα του Πολέμου, διατάσσοντας την επίθεση με τα 59 Τομαχοκ εναντίον της Συρίας.

Είχαν προηγηθεί οι εντολές για επιθέσεις στην Υεμένη.

Το παράδοξο είναι πως η εντολή αυτή δόθηκε, λίγο μετά την απομάκρυνση του θεωρούμενου ακροδεξιού με εξτρεμιστικές τάσεις προεδρικού συμβούλου Στηβ Μπάνο.

Τι άλλο σχεδιάζει ο πρόεδρος για να ικανοποιήσει το αυστηρό κατεστημένο της Ουάσιγκτον θα φανεί από τις επόμενες κινήσεις του.

Διαβάστε επίσης: