«Θρίαμβος του Τραμπ». Αυτός είναι ο τίτλος της Washington Post. Πριν ακόμη ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των ψήφων, πολλά διεθνή ΜΜΕ που προέβλεπαν νίκη της Χίλαρι Κλίντον εμφανίζονταν φειδωλά όσον αφορά στα σχόλια υπέρ του νέου πλανητάρχη. Είχαν δαγκώσει τη γλώσσα τους την ώρα που το σαρδόνιο χαμόγελο του Τραμπ συνόδευε το βλοσυρό βλέμμα του από το βήμα της νίκης…

Το Bloomberg News ήταν το πρώτο δίκτυο που τόλμησε την πρόβλεψη ότι ο Ντόναλντ Τραμπ «φαίνεται πως θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ»​

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Πολύ πριν κλείσουν οι κάλπες, το Reuters είχε κάνει την πρόβλεψη: «Όλα δείχνουν πως η Κλίντον θα κερδίσει κατά 90% την προεδρική εκλογή»! Προφανώς, θα πρέπει σήμερα να σπάσουν τη γυάλινη μαντική τους σφαίρα. Στο CNN οι σχολιαστές εξηγούσαν συνεχώς κατά τη διάρκεια της ροής των αποτελεσμάτων, πως οι Κουβανοί και οι άλλοι Λατίνοι στην πολιτεία της Φλόριντα θα έδιναν την ψήφο τους στην Κλίντον.

Η πραγματικότητα τούς διέψευσε πανηγυρικά. Όσο η νύχτα προχωρούσε, το CNN προχώρησε σε στροφή 180 μοιρών, κάνοντας την πρόβλεψη: 90% η πιθανότητα για νίκη του Τραμπ και ρίχνοντας στο καλάθι των αχρήστων τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ κέρδισε σχεδόν όλες τις πολιτείες-κλειδιά στον νότο με εξαίρεση τη Βιρτζίνια απ’ όπου κατάγεται ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Τζιμ Κέιν (Βόρεια Καρολίνα, Φλόριντα, Τζόρτζια), καθώς και την Αϊόβα στις μεσοδυτικές πολιτείες. Επικράτησε, επίσης, στο Οχάιο, παρά το γεγονός ότι ο Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης του, Τζον Κέισικ, δεν τον υποστήριξε.

Ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας της Χίλαρι Κλίντον εμφανίστηκε στο αρχηγείο της στη Νέα Υόρκη (09.00 το πρωί, ώρα Ελλάδας) για να ευχαριστήσει όλους για την υποστήριξή τους και να ανακοινώσει πως η Χίλαρι «δεν θα κάνει σήμερα δηλώσεις». Ήταν η πρώτη έμμεση παραδοχή της ήττας της. Η αιτία; «Ακόμα συνεχίζεται η καταμέτρηση των ψήφων» όπως ανέφερε. Το Bloomberg News ήταν το πρώτο δίκτυο που τόλμησε την πρόβλεψη ότι ο Ντόναλντ Τραμπ «φαίνεται πως θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ». Το απόγευμα της Τετάρτης σε δηλώσεις της ανέφερε όμως ότι: «Ο Τραμπ θα είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Πρέπει να είμαστε ανοιχτόμυαλοι. Του χρωστάμε μια ευκαιρία να ηγηθεί».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η επόμενη ημέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ τώρα έχει μπροστά του ένα πολύ δύσκολο έργο: Να ενώσει μία πολυπολιτισμική χώρα, ενώ έχει αναφερθεί απαξιωτικά για ορισμένες μειονότητες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Ντόναλντ Τραμπ τώρα έχει μπροστά του ένα πολύ δύσκολο έργο: Να ενώσει μία πολυπολιτισμική χώρα, ενώ έχει αναφερθεί απαξιωτικά για ορισμένες μειονότητες​Τα exit polls έδειξαν ότι η επανάσταση των λευκών ψηφοφόρων, κυρίως των βιομηχανικών εργατών που ανησυχούσαν για την εργασία τους και τις επιπτώσεις από τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, στις οποίες συμμετέχουν οι ΗΠΑ, δημιούργησαν ένα μεγάλο ρεύμα υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ και τους έκανε να παραβλέψουν τόσο την απειρία του όσο και το εκρηκτικό ταμπεραμέντο και τις πολιτικές του παλινδρομήσεις. Αυτοί οι ψηφοφόροι, επίσης, είχαν αποφασίσει να τιμωρήσουν την κυρίαρχη μερίδα του Δημοκρατικού Κόμματος, θεωρώντας ότι αδιαφόρησε για τις ανησυχίες τους.

Από την άλλη, τα exit polls έδειξαν ότι ούτε οι γυναίκες εξέφρασαν την πολύ μεγάλη υποστήριξη που αναμενόταν στην πρώτη γυναίκα που διεκδικούσε την προεδρία των ΗΠΑ, ούτε οι Αφροαμερικανοί συμμετείχαν το ίδιο μαζικά στις εκλογές, όπως στις προηγούμενες αναμετρήσεις. Κι αυτό είχε σοβαρές επιπτώσεις σε πολιτείες-κλειδιά που κέρδισε ο Μπαράκ Ομπάμα το 2012, όπως η Βόρεια Καρολίνα και η Φλόριντα.

Γρίφος η εξωτερική πολιτική του Τραμπ

Η επικράτηση του Τραμπ στην αμερικανική προεδρία σημαίνει πως «θα αλλάξουν πάρα πολλά, διότι οι θέσεις του είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες του σημερινού προέδρου Ομπάμα και της έως τώρα διακυβέρνησης εν γένει» όπως ο ίδιος είχε διακηρύξει, μιλώντας για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο.

Οι ιδέες του Τραμπ για την εξωτερική πολιτική χρονολογούνται πίσω στα 1987. Τότε με ανοικτή επιστολή του στη «New York Times» έθετε το ζήτημα:

«Η Αμερική θα πρέπει να σταματήσει να υπερασπίζεται χώρες που έχουν τα μέσα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους -όπως η Ιαπωνία. Το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να δημιουργήσει παγκόσμια ανταγωνιστική οικονομία. Ήρθε η ώρα η Ιαπωνία και άλλες χώρες που μπορούν, να πληρώσουν. Η παγκόσμια προστασία στοιχίζει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για χάρη αυτών των κρατών που θα πρέπει να ανησυχούν για την ασφάλειά τους περισσότερο από εμάς».

Ο προεκλογικός αγώνας ήταν πολύ βρόμικος, πολύ προσωπικός, πολύ προσβλητικός. Η Κλίντον και ο Τραμπ δεν εμφανίστηκαν ως πολιτικοί αντίπαλοι αλλά ως άσπονδοι εχθροί που μονομαχούν μέχρις εσχάτων​, σύμφωνα με τους αναλυτές

Ο Ρόναλντ Φρόιντενσταϊν (από το Martens Centre -think tank με έδρα τις Βρυξέλλες, το οποίο πρόσκεινται στους Χριστιανοδημοκράτες) εκτίμησε ότι «υπό τον Τραμπ η αμερικανική εξωτερική πολιτική θα γίνει απρόβλεπτη». Όπως είπε, «υπάρχουν αρκετοί παραλληλισμοί μεταξύ του Τραμπ και των ευρωσκεπτικιστικών, ακραίων και ξενοφοβικών κινημάτων στην Ευρώπη. Η άνοδος αυτή αντικατοπτρίζει την οργή κατά των ελίτ, τον φόβο έναντι της παγκοσμιοποίησης». Παράλληλα, έκανε την πρόβλεψη ότι «η ζυγαριά θα γείρει κάποια στιγμή και πάλι προς την άλλη πλευρά, όταν θα διαφανεί ότι όλα αυτά τα λαϊκιστικά κινήματα απλώς δημιουργούν χάος».

Από τη μεριά του, ο Μίοντραγκ Σόριτς, διευθυντής του στούντιο της Deutsche Welle στην Ουάσινγκτον, αναρωτήθηκε αν «θα υπάρξει εν τέλει έπειτα από όλα αυτά τα χρόνια ψυχρότητας και πάλι μια αναγέννηση των διατλαντικών σχέσεων;» δίνοντας ο ίδιος την απάντηση: «Υπό τον Τραμπ σίγουρα όχι».

Τι σημαίνει για την Ελλάδα η εκλογή Τραμπ

Με ψυχραιμία, αλλά και ιδιαίτερο προβληματισμό, παρακολουθεί το ελληνικό πολιτικό σύστημα τις εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και ο ελληνικός λαός, αγωνιούν για την επόμενη ημέρα σε σχέση με τα καυτά θέματα που απασχολούν την Ελλάδα και για τα οποία έχει λόγο και η αμερικανική διπλωματία.

Όλοι συμφωνούν ότι πλέον μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά καθώς κανείς δεν γνωρίζει ποιες είναι οι προθέσεις του νέου πλανητάρχη σε ό,τι αφορά στα γεωπολιτικά παιχνίδια στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, αλλά και ποιες είναι οι θέσεις του για το ελληνικό χρέος.

​«Η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει γυρίσει στο εθνικό της νόμισμα. Ήταν ο μόνος τρόπος για να καταφέρει να ορθοποδήσει. Δεν βλέπω πώς μπορεί να το κάνει τώρα» είχε υποστηρίξει κατά το παρελθόν ο ΤραμπΕίναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν σταδιακές αλλαγές στις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ελλάδα για σειρά θεμάτων, κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει ιδιαίτερα την Αθήνα. Το σίγουρο είναι ότι η επίσκεψη Ομπάμα την επόμενη εβδομάδα δεν έχει κανένα ιδιαίτερο νόημα κυρίως σε ό,τι αφορά στην υπόθεση του χρέους και της στάσης του ΔΝΤ. Ο απερχόμενος πρόεδρος δεν μπορεί να δεσμευτεί για τίποτε απολύτως και μάλλον το ταξίδι του στην Ελλάδα θα έχει εθιμοτυπικό χαρακτήρα ή τουλάχιστον μπορεί να συμβάλει στη διεθνοποίηση του επίσης μείζονος θέματος του προσφυγικού. Ο πρόεδρος Ομπάμα θα θελήσει να κλείσει τη θητεία του με μια κίνηση που θα συμβάλλει στην επίλυση του προβλήματος, ωστόσο, με τη νίκη Τραμπ είναι περιορισμένες οι δυνατότητές του.

Οι αναφορές του Τραμπ για την Ελλάδα δεν είναι πολλές, μία από αυτές είναι ειρωνική. «Εμείς δεν έχουμε καμιά δουλειά με την Ελλάδα. Ας αφήσουμε τη Γερμανία να ασχοληθεί με το θέμα αυτό, που άλλωστε το γνωρίζει καλύτερα. Ή ακόμα και τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τη Ρωσία. Αυτοί μπορούν να χειριστούν την κατάσταση» είχε πει ο μεγιστάνας σε συνέντευξή του, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας.

Άλλες φορές ο Τραμπ είχε τονίσει ότι η Ελλάδα είναι μια προβληματική χώρα, λέγοντας πως ήταν λάθος της το ότι έμεινε στο ευρώ. «Η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει γυρίσει στο εθνικό της νόμισμα. Ήταν ο μόνος τρόπος για να καταφέρει να ορθοποδήσει, πιθανότατα. Δεν βλέπω πώς μπορεί να το κάνει τώρα» είχε δηλώσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Τον περασμένο Μάιο, δε, μιλώντας στο CNBC, ο μεγιστάνας είχε ρίξει στο τραπέζι το… σχέδιό του για το εθνικό χρέος των ΗΠΑ, κάνοντας ειρωνική αναφορά στη χώρα μας. «Ας αντιγράψουμε την Ελλάδα: Θα ζητήσουμε από τους πιστωτές κούρεμα ή μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους μας» είχε πει.

Τα δεδομένα για την Ελλάδα είναι πλέον τα εξής:

– Παρά το γεγονός ότι υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης για το ελληνικό χρέος, οι Αμερικανοί όποτε χρειάστηκε, πήραν θέση υπέρ της Ελλάδας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συμμετείχε στο πρόγραμμα. Είναι άγνωστη πλέον η στάση που θα κρατήσει το «σύστημα Τραμπ».

– Είναι δεδομένο ότι υπάρχει πρόβλημα στη συνεννόηση του νικητή των εκλογών με τους Ευρωπαίους και κυρίως με τη Γερμανία. «Είναι δύσκολο να γίνουν εκτιμήσεις» παραδέχθηκε στη Handelsblatt ο Γιούργκεν Χαρντ, συντονιστής της γερμανικής κυβέρνησης για τις διατλαντικές σχέσεις. «Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών έχει ελάχιστους συμβούλους, με τους οποίους τα μέλη της γερμανικής κυβέρνησης θα μπορούσαν να έχουν επαφές και όλο το στενό του περιβάλλον αποτελείται από ανθρώπους που δεν προέρχονται από τον πολιτικό χώρο». Μέχρι να υπάρξει ένας μίνιμουμ διάλογος ασφαλώς θα πάρει χρόνο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ελληνικό πρόβλημα.

Η Χίλαρι Κλίντον και γενικώς οι Δημοκρατικοί ήταν φιλικοί προς την Ελλάδα. Δεν είναι λίγες οι παρεμβάσεις του προέδρου Ομπάμα και υπουργών του να βρεθεί λύση με το ελληνικό χρέος ώστε να μη δημιουργηθεί νέα αναστάτωση στην παγκόσμια οικονομία. Ομπάμα και Κλίντον είχαν πάντα στην ατζέντα τους τα θέματα της ελληνικής οικονομίας, κάτι που προφανώς θα αλλάξει. Η πλευρά Τραμπ δεν ασχολήθηκε καθόλου με την Ελλάδα και μένει πλέον να δούμε ποια θα είναι η θέση της και η επίδρασή της στην πολιτική που θα ακολουθήσει το ΔΝΤ.



Αμηχανία σε ελληνική κυβέρνηση και αντιπολίτευση

Η ελληνική κυβέρνηση είχε ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με την πλευρά των Δημοκρατικών. Στο Μαξίμου και στο Υπουργείο Εξωτερικών δεν περίμεναν ότι ο Τραμπ θα νικήσει και γι’ αυτό είχαν επενδύσει στην επίσκεψη Ομπάμα. Τώρα είναι εμφανής η αμηχανία καθώς περίμεναν καλά λόγια την επόμενη εβδομάδα, όμως, πλέον δεν θα έχουν τόση σημασία. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν, τουλάχιστον φανερά, δίαυλοι επικοινωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με τους Ρεπουμπλικανούς.

Ακόμη και η πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι αιφνιδιασμένη και προβληματισμένη. Παρά τις καλές σχέσεις της οικογένειας Μητσοτάκη με την οικογένεια Μπους, η τελευταία δεν τάχθηκε υπέρ του Τραμπ, και αυτό έχει τη σημασία του. Σίγουρα η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται πιο κοντά στους Ρεπουμπλικανούς, όμως, ο νέος πρόεδρος δεν είναι ο «κλασικός συντηρητικός πολιτικός». Είναι πιο ακραίος και σίγουρα δεν υιοθετεί πολλές από τις θέσεις που πρεσβεύει η Νέα Δημοκρατία.

Να σημειωθεί επίσης ότι πολλοί Ελληνοαμερικανοί πόνταραν στην εκλογή της Χ. Κλίντον και είχαν στενές σχέσεις με το Ίδρυμα της οικογένειας, κάτι που πλέον δεν μπορεί να συμβάλει στα ελληνικά ζητήματα.

Άγνωστες, προς το παρόν, είναι και οι επιπτώσεις που θα έχει η εκλογή Τραμπ στα ευρύτερα γεωστρατηγικά δεδομένα και βεβαίως στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο νέος πρόεδρος δεν έχει μιλήσει γι’ αυτά αν και όσοι γνωρίζουν από την αμερικανική διπλωματία λένε ότι η εξωτερική πολιτική δεν είναι αποτέλεσμα ενός μόνος ανδρός αλλά υπάρχει ένα δομημένο σύστημα, το οποίο λαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις. Ο Τραμπ ωστόσο χαρακτηρίζεται από τον αυθορμητισμό του και ο απρόβλεπτος χαρακτήρας του προκαλεί ανησυχία…

Αγωνία επικρατεί και σε ό,τι αφορά στο μεταναστευτικό λόγω των ακραίων θέσεων του νέου προέδρου. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιμετωπίσει τις μεγάλες μεταναστευτικές ροές από τις εμπόλεμες περιοχές προς την Τουρκία, την Ελλάδα και τελικά προς την Ευρώπη.

Προεκλογικός αγώνας… λάσπης

Πολιτικοί αναλυτές σε ΗΠΑ και Ευρώπη έδωσαν έμφαση και σε όλα αυτά τα γεγονότα που προηγήθηκαν της τελικής αναμέτρησης για μια θέση στον Λευκό Οίκο.

Όταν το 2009 περνούσε το κατώφλι του Λευκού Οίκου ο Μπαράκ Ομπάμα, πολλοί Ευρωπαίοι ήλπιζαν σ’ ένα νέο ξεκίνημα για τις διατλαντικές σχέσεις​Όπως είπαν, αυτός ο προεκλογικός αγώνας ήταν πολύ βρόμικος, πολύ προσωπικός, πολύ προσβλητικός. Η Κλίντον και ο Τραμπ δεν εμφανίστηκαν ως πολιτικοί αντίπαλοι αλλά ως άσπονδοι εχθροί που μονομαχούν μέχρις εσχάτων. Αυτός ο προεκλογικός αγώνας έβλαψε την αμερικανική δημοκρατία. Το κύρος του προεδρικού αξιώματος επλήγη.

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς υποχώρησε. Όταν σιγήσουν οι σάλπιγγες της μάχης αυτής, θα έρθει μια καινούργια ημέρα. Και τότε η πολιτική ηγεσία των ΗΠΑ οφείλει να θυμηθεί ότι η εξουσία δεν είναι αυτοσκοπός. Πρέπει να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, σύμφωνα με τους αναλυτές.

Η σχέση Ευρώπης – ΗΠΑ 

Οι εμπειρίες που είχαν τα τελευταία 15 χρόνια οι Ευρωπαίοι με Αμερικάνους προέδρους ήταν μάλλον απογοητευτικές.

Αυτό ισχύει τόσο για την προεδρία του Ρεπουμπλικάνου Τζορτζ Μπους όσο και του Δημοκρατικού Μπάρακ Ομπάμα. Οι δυο θητείες του Μπους σημαδεύτηκαν από τις διαμάχες για τον πόλεμο του Ιράκ και τη μάχη κατά της τρομοκρατίας. Ο προκάτοχός του Ομπάμα μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο να διαχωρίσει τους Ευρωπαίους σε εκείνους που στήριζαν τη σκληρή γραμμή του και σε εκείνους που την απέρριπταν. Τα χρόνια εκείνα είχαν αναμφίβολα διχάσει την Ευρώπη σε μεγάλο βαθμό.

Όταν το 2009 περνούσε το κατώφλι του Λευκού Οίκου ο Μπάρακ Ομπάμα, πολλοί Ευρωπαίοι ήλπιζαν σ’ ένα νέο ξεκίνημα για τις διατλαντικές σχέσεις. Η τότε υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, μάλιστα, είχε τύχει σχεδόν πανηγυρικής υποδοχής κατά την πρώτη επίσημη επίσκεψή της στις Βρυξέλλες. Οι σχέσεις μεταξύ των δυο ηπείρων είχαν αρχίσει να αναθερμαίνονται. Εντέλει όμως η προσδοκώμενη θερμή επαναπροσέγγιση ΗΠΑ και Ευρώπης ουδέποτε ήρθε στη πραγματικότητα διότι ο Μπάρακ Ομπάμα δεν φάνηκε να ενδιαφέρεται και πολύ για την Ευρώπη. Η γηραιά ήπειρος δεν ήταν στις άμεσες προτεραιότητές του. Στο επίκεντρο της προσοχής του ήταν κυρίως η Ασία λόγω της ραγδαίας ανόδου της Κίνας και των διεκδικήσεών της στη διαφιλονικούμενη περιοχή της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας από χώρες-συμμάχους της Ουάσινγκτον (Φιλιππίνες, Μαλαισία).

Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης