Οι αμερικανικές αρχές δεν γνωρίζουν ακόμη πότε σταμάτησε να ανταποκρίνεται στις κλήσεις του πύργου ελέγχου ο πιλότος του ιδιωτικού αεροπλάνου που συνετρίβη στη Βιρτζίνια την Κυριακή, ούτε για ποιον λόγο πετούσε στον αυστηρά απαγορευμένο εναέριο χώρο της ομοσπονδιακής πρωτεύουσας, ανέφερε σήμερα η Επιτροπή Ασφαλείας των Μεταφορών (NTSB).
Το Πεντάγωνο σήκωσε δύο μαχητικά F-16, τα οποία έσπασαν το φράγμα του ήχου πάνω από την Ουάσινγκτον ενώ καταδίωκαν το Cessna Citation 560, που κατέπεσε στη νοτιοδυτική Βιρτζίνια.
«Αυτό σίγουρα θα αποτελέσει μέρος της έρευνάς μας, θα δούμε πότε ακριβώς σταμάτησε να ανταποκρίνεται ο πιλότος και γιατί το αεροπλάνο ακολουθούσε αυτήν την πορεία. Δεν ξέρουμε ακόμη» είπε ο ερευνητής της NTSB Άνταμ Γκέρχαρτ μιλώντας σε δημοσιογράφους στο σημείο του δυστυχήματος.
Τα συντρίμμια του Cessna έχουν διασκορπιστεί σε μια ορεινή, δασώδη περιοχή και η έρευνα θα αποτελέσει «πρόκληση», πρόσθεσε. Η NTSB θα τα απομακρύνει και θα τα μεταφέρει σε ασφαλή τοποθεσία στο Ντέλαγουερ, χρησιμοποιώντας πιθανότατα ένα ελικόπτερο.
«Ουσιαστικά, όλα είναι στο τραπέζι. Το αεροπλάνο, οι μηχανές του, οι καιρικές συνθήκες, οι ικανότητες του πιλότου, τα αρχεία συντήρησης. Όλα είναι θέματα που εξετάζουμε», τόνισε.
Ένας Αμερικανός αξιωματούχος είπε ότι τα F-16 δεν προκάλεσαν την πτώση του Cessna.
Εκτός από τον πιλότο, στο μικρό αεροπλάνο επέβαιναν άλλα τρία άτομα. Το Cessna ανήκε στην εταιρεία Encore Motors of Melbourne, που εδρεύει στη Φλόριντα και ο ιδιοκτήτης της, ο Τζον Ράμπελ, είπε στην εφημερίδα Washington Post ότι σκοτώθηκαν η κόρη του, η εγγονή του και η νταντά της.
Ο αμερικανικός στρατός προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον πιλότο, ο οποίος δεν απάντησε. Το Cessna έμοιαζε να πετάει με τον αυτόματο πιλότο.
Το αεροπλάνο είχε απογειωθεί από το Δημοτικό Αεροδρόμιο Ελιζαμπέτον του Τενεσί με προορισμό το Αεροδρόμιο Μακάρθουρ στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης, περίπου 80 χιλιόμετρα ανατολικά του Μανχάταν.